«Ο φόβος είναι φυλακή», μια ενδεικτική ατάκα, που προοικονομεί την εξέλιξη και επισφραγίζει την πλούσια δραματική υπόσταση του θεατρικού δημιουργήματος.

Δυνατό έργο, συγκλονιστικές αφηγήσεις, μία πορεία ενηλικίωσης.

Ένα αεροπορικό ταξίδι γίνεται ο εφαλτήρας εκκίνησης έντονων συναισθημάτων, που απορρέουν από την τραυματική ιστορία μιας οικογένειας μεταναστών της Αμερικής. Στη διάρκεια της διαδρομής Νέα Υόρκη – Αθήνα, ένας επίγονος, ο Τζόναθαν (Μάνος Καρατζογιάννης), πλημμυρίζει από σκέψεις και αναμνήσεις του παρελθόντος. Αναγνωρίζει τον χαμένο χρόνο της ζωής του και αντιμετωπίζει ό, τι παραποιημένο έχει σκιαγραφήσει το «πριν» και ό,τι άγριο σηματοδοτεί το «τώρα». Οκτώ ώρες και τριάντα πέντε λεπτά ενδελεχούς ανάλυσης της ζωής στενών συγγενών, μια ανατομία που «καδράρει» μία ολόκληρη εποχή.

Ένα ενδόμυχο οδοιπορικό σε βαθύτερους λογισμούς και αναπολήσεις, με σκοπό να νιώσει και να κατανοήσει νοοτροπίες και συμπεριφορές. Επιθυμεί ολόψυχα να συμφιλιωθεί με τις οδυνηρές μνήμες της οικογένειάς του, που αφορούν σε μια συγκεκριμένη περίοδο της ιστορίας.

Ο θεματικός πυρήνας του συγγράμματος περιστρέφεται γύρω από την απειλητική παράταξη αναμοχλευμένων αισθημάτων και λαθών. Η δυναμική αυτών των στοιχείων μόνο στατική δεν είναι. Ο Τζόναθαν επιχειρεί να αυτοπροσδιοριστεί με όχημα την έρευνα και τη σπουδή, ακροβατώντας ανάμεσα στο συναίσθημα και την πραγματικότητα.

Ένας οικογενειακός πυρήνας, περιγράφει τη ζωή τριών γενεών και παράλληλα εμπεριέχει την αφήγηση ιστορικών γεγονότων της σύγχρονης Ελλάδας.

Και όλα αυτά μέσα από οδυνηρά βιώματα και εμπειρίες. Ένοχα μυστικά, φόβοι, πάθη, αδιέξοδα και «προσωπικές φυλακίσεις», χαρακτηρίζουν την πορεία της οικογένειας Αργυρίου. Συνειδητά αποκομμένη από τη ρίζα της, την Ελλάδα, επιβιώνει με σκληρό τρόπο στο νέο κόσμο των «ευκαιριών», την Αμερική.

Ο σκηνοθέτης εντοπίζει την τραγικότητα μέσα από λανθάνουσες, αλλά και φανερές δράσεις. Ξεδιπλώνοντας τον ιστό του μύθου αριστοτεχνικά, αναστατώνει και πλουτίζει συναισθηματικά το θεατή. Πετυχαίνει να υφάνει μία δημιουργία με τη σωστή ένταση, χωρίς να αποσπά την προσοχή από το ζητούμενο, που είναι η επικοινωνία. Μία ουσιαστική και βαθιά επικοινωνία, όπως ταιριάζει σε ένα καλλιτεχνικό προϊόν, με σεβασμό στα προσωπικά, κοινωνικά και ιστορικά δρώμενα.

Τέσσερις ηθοποιοί, τέσσερις χαρακτήρες, καλοδουλεμένοι, εστιασμένοι στο ρόλο τους με πυρηνική έκφραση. Όλοι τους, σεβάστηκαν και τίμησαν δεόντως τα πρόσωπα, που υποδύονται.

Η εξαιρετική και σπάνιας υποκριτικής τέχνης κυρία του θεάτρου μας, Κατερίνα Χέλμη, παίζει την γιαγιά της οικογένειας, την Ερασμία. Ένας ρόλος απαιτητικός, που τον ερμηνεύει με συμπαγή σκηνική συνείδηση. Γαλήνια και πονεμένη, κουβαλάει το δικό της μυστικό, που δεν την άφησε να ζήσει ελεύθερα και φωτεινά, όπως εκείνη θα ήθελε. Εγκλωβισμένη στο παρόν και σε ένα απελπισμένο μέλλον για την οικογένειά της, με παλιές και πρόσφατες ανεπούλωτες πληγές, αφηγείται. Με όχημα το δικό της σκοτεινό κομμάτι, εξιστορεί, όσα βίωσε στη ζωή της. Ξεριζωμένη, δεν ξέφυγε ποτέ από τα φαντάσματα των αναμνήσεών της, καθώς η νοσταλγία είναι πάντα αδυσώπητα παρούσα.

Μία φιγούρα ήρεμης δύναμης, με υποβόσκουσα ισχυρή δραματική ένταση, που κινεί τα νήματα του θεματικού ιστού με φαινομενικά αργό τρόπο. «Κινείται» με τον αέρα της έμπειρης θεατρικής περσόνας, χρωματίζοντας με το ανεπανάληπτο ταλέντο της μία ιεροτελεστική υποκριτική διάσταση.

Ο Μάνος Καρατζογιάννης, πειστικός, πειθαρχημένος και με βαθιά εκτίμηση στο κείμενο, ενσαρκώνει τον ήρωά του αποδίδοντας τη διττή του υπόσταση, καθαρά. Ξεκρέμαστος, αναζητεί εναγωνίως το αίσθημα του «ανήκειν» και ισορροπεί ανάμεσα στο «είναι» και το «φαίνεσθαι», με μοναδικότητα. Αποτυπώνει εύστοχα την αμφιταλάντευση του νεαρού, που κάνει το ταξίδι στην Ελλάδα για να βρει τις απαντήσεις, που χρειάζεται. Να περιηγηθεί στα μέρη, που έζησαν οι άνθρωποι που αγάπησε και να γεφυρώσει τις όποιες αντιτιθέμενες απόψεις και διαφορές. Σχεδιάζει να κάνει την απαραίτητη αυτοψία και να εξακριβώσει τα παρελθόντα με την αυτοπρόσωπη έρευνά του. Ελπίζει να απαλλαγεί από τις στοιχειωμένες σκιές μιας περασμένης τραυματικής εποχής που στάθηκαν ικανές να τον αποπροσανατολίσουν.

Μέσα στο ερμηνευτικό του κέντρο, χαρίζει δυνατά συναισθήματα, ικανά να επηρεάσουν το θεατή. Αυτός με τη σειρά του συμμετέχει οργανικά στην περιπέτεια αυτοπροσδιορισμού του Τζόναθαν.

Η Μάρω Παπαδοπούλου ως Φρόσω, και μετέπειτα ως Λόλε Άντερσον, καταπληκτική, με δύναμη και εσωτερικό ρυθμό δράσης. Η παθολογία της ριζικής της οικογένειας κάνει το χαρακτήρα της γυναίκας αυτής, με τα ανεκπλήρωτα όνειρα και τον χαμένο εαυτό, να συγκρούεται με τις επιθυμίες και τα λάθη της χωρίς κανένα φωτεινό σημάδι.

Ένας βαθύς συναισθηματισμός καλά κρυμμένος, αναδύεται με εκρηκτικό τρόπο λιγοστές φορές. Θλίψη και διάψευση προσδοκιών μεταλλάσσονται σε αυτοκαταστροφικές έξεις, προσωπικές ακυρώσεις και αποποίηση κάθε ευθύνης. Όλο αυτό το περιβάλλον παρουσιάζεται με ακρίβεια και πειστικότητα από την Μ. Παπαδοπούλου, καλύπτοντας την ηρωίδα με το ανάλογο τραγικό ένδυμα.

Πολύ καλή επίσης η Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη, η Αμαλία, η γλυκιά και ευαίσθητη αδελφή του Τζόναθαν. Ζώντας τα υπαρξιακά αδιέξοδα και τις κρυμμένες αλήθειες του στενού της περιβάλλοντος, γονατίζει από τις αλλεπάλληλες ακυρώσεις και παλινωδίες του. Δίνει, λοιπόν, τη λύση εκείνη, που νομίζει ότι της ταιριάζει. Με το απονενοημένο εγχείρημά της επισφραγίζει το θανατερό κύκλο της οικογένειας Αργυρίου. Τα «ζωντανά» σκηνικά του Γιώργου Αρβανίτη, εξελίσσουν το έργο μαζί με τους ηθοποιούς. Οι υπέροχες μουσικές πινελιές του Γιώργη Χριστοδούλου, εναρμονίζονται με το ύφος του δρώμενου. Τα σωστά κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα και οι υπαινικτικοί φωτισμοί του Αλέξανδρου Αλεξάνδρου, συμπληρώνουν το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

Μία παράσταση, που αναφέρεται στον ανυπέρβλητο πόνο, που προκαλεί στην ανθρώπινη μονάδα η μεταβλητότητα των σχέσεων. Μία θεατρική δημιουργία, πάνω στην οποία υφαίνεται μέσα από τα ιδιωτικά βιώματα, η διαδρομή της μοίρας ενός λαού. Πάθη, συλλογικές ήττες και ψευδεπίγραφες προσδοκίες, υπάρχουν μόνο και μόνο για να αποδείξουν μια ταραχώδη ιστορική περίοδο της Ελλάδας. Μία επώδυνη περίοδος, που στιγμάτισε ανθρώπους και οικογένειες, μέσα από έναν καταιγισμό εθνικών αλλαγών και μεταπτώσεων.

Σπουδαία, γνήσια θεατρική πράξη. Αξίζουν συγχαρητήρια στη σκηνοθεσία και σε όλη τη διανομή.


Διαβάστε επίσης: 

Πατρίδα Τώρα – 8 ώρες και 35 λεπτά, στο Θέατρο Σταθμός