Η θεατρική παράσταση «Σούπα με Σούμαν», από την καλλιτεχνική ομάδα thea-tree, έχει επιστρέψει στην Παιδική Σκηνή του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη. Ο Παναγιώτης Τσιρίδης υπογράφει το κείμενο της παράστασης.

***

Η νόστιμη σούπα που προσφέρουμε σε κάποιον ή κάποια με κρυολόγημα, θα μπορούσε να αποτελεί μέρος του ορισμού αυτού που ονομάζουμε comfort food. Ενός φαγητού δηλαδή όπου σύμφωνα με το Oxford English Dictionary, παρασκευάζεται με απλό και παραδοσιακό τρόπο και επιδρά σε εμάς τους μεγάλους συναισθηματικά δημιουργώντας αναμνήσεις από τα παιδικά μας χρόνια και την οικογένειά μας. Τι μπορεί όμως να είναι όμως αυτή η σούπα για ένα παιδί; Εξαρτάται σίγουρα από τον τρόπο με τον οποίο την προσφέρει αυτή ή αυτός που το φροντίζει. Με τι λόγια και διάθεση δηλαδή την συνοδεύει.

Στην παράσταση «Σούπα με Σούμαν», τη σούπα αυτή την προσφέρει στη μικρή Κατερίνα η μητέρα της. Μια αρκετά καλή μητέρα, όπως θα έλεγε και ο άγγλος ψυχαναλυτής Donald Winnicott. Μία μητέρα δηλαδή που νοιάζεται και φροντίζει το παιδί της ενώ ταυτόχρονα του αφήνει χώρο να αναπτυχθεί στα διαστήματα απουσίας της που προκύπτουν σταδιακά και στις μικρές αποτυχίες της να καταλαβαίνει τι ακριβώς ζητάει κάθε φορά το παιδί της. Έτσι, εκείνο θα βρει καταφύγιο στο συμβολικό κόσμο της γλώσσας προκειμένου να μπορέσει να εκφραστεί, να επικοινωνήσει και να συνδεθεί με έναν νέο τρόπο με το περιβάλλον του. Σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο θα δημιουργηθούν και οι δύο λέξεις που αποτελούν τον τίτλο της παράστασης: Η σούπα και η μουσική του Σούμαν τα οποία προσφέρουν στη μικρή Κατερίνα η μητέρα και ο πατέρας της, αντίστοιχα. Και θα δύο αυτά δώρα θα λειτουργήσουν ως comfort food ως μία καλή τροφή δηλαδή για την ψυχή και το σώμα προσφέροντας στο παιδί ψυχική παρηγοριά και ευεξία για όσο διάστημα θα πρέπει να μείνει στο σπίτι του για να αναρρώσει από το κρυολόγημά του.

Όμως, που είναι ο μπαμπάς της; Καθώς το έργο ξεκινά, καταλαβαίνουμε ότι είναι ακόμα στο σπίτι και ετοιμάζεται να φύγει για ένα επαγγελματικό ταξίδι. Τις επόμενες μέρες, αν και δεν είναι παρών, οι συζητήσεις όλων κινούνται γύρω από αυτόν. Αυτό το διάστημα η μικρή Κατερίνα θα συναντήσει, εκτός βέβαια από τη μητέρα της, τη γιαγιά, τον παππού και το γιατρό της. Ορισμένα μισόλογα αλλά και οι συζητήσεις που ακούγονται πίσω από την πόρτα του δωματίου της Κατερίνας, δημιουργούν ένα πέπλο ασάφειας το οποίο το κοινό μοιράζεται με το μικρό κορίτσι. Κάποια στιγμή το παιδί θα αντιδράσει και θα παραπονεθεί στη μητέρα της λέγοντας: «Η γιαγιά λέει πως δεν καταλαβαίνω, όμως εγώ καταλαβαίνω και δεν μου αρέσει καθόλου να καταλαβαίνω αυτά που δεν ξέρω. Θα προτιμούσα να μην καταλάβαινα όσα δεν ξέρω, αλλά δεν το θέλω και μετά μπερδεύομαι που δεν ξέρω αυτά που καταλαβαίνω και πονάει το κεφάλι μου». Ευτυχώς όμως η μητέρα θα μπορέσει να της μιλήσει με απλά και καθαρά λόγια, τα οποία σαν ένα ακόμα comfort food, θα μπορέσουν να ηρεμήσουν και να καθησυχάσουν το μικρό παιδί.

Θα πρέπει να ομολογήσω ότι όταν έγραφα το θεατρικό έργο, δεν είχα τίποτα από όλα αυτά στο μυαλό μου. Όλα τα παραπάνω αποτελούν μερικές από τις εκ των υστέρων σκέψεις οι οποίες γεννιούνται κάθε φορά που βλέπω την παράσταση.

Η Σούπα με Σούμαν είναι μία απλή καθημερινή ιστορία ιδωμένη με αρκετό χιούμορ και ζωντανή μουσική. Ένα θεατρικό έργο το οποίο μπορεί να λειτουργήσει ως comfort food για όλους τους θεατές, παιδιά, γονείς αλλά και παππούδες και γιαγιάδες. Ως τέτοιο, ακολουθεί ορισμένες βασικές μαγειρικές πρακτικές: Καλές πρώτες ύλες, αρωματικά με μέτρο και ξεκάθαρες γεύσεις. Εδώ, ως πρώτες ύλες έχουμε ό,τι αφορά στο ανθρώπινο, το άμεσο και το ανεπιτήδευτο. Τα αρωματικά της παράστασης συνίστανται στη μουσική, στο χορό και το τραγούδι. Οι καθαρές γεύσεις καθορίζονται από το λόγο ο οποίος είναι απλός, ρευστός και εύληπτος προσδοκώντας βέβαια σε μία δεύτερη ή και τρίτη επίγευση. Ελπίζω αυτά τα υλικά να δίνουν στο έργο τις ιδιότητες ενός φαγητού παρηγοριάς, ενός θεατρικού έργου όπου επιτυγχάνεται η ψυχική σύνδεση ανάμεσα στους ήρωες της ιστορίας και τους θεατές.

Πιστεύω επίσης ότι κάθε θεατής θα βρει αρκετά σημεία ταύτισης με τους χαρακτήρες του έργου. Ειδικά τα παιδιά, θα μπορέσουν να ευχαριστηθούν μια ιστορία που λίγο ή πολύ τους είναι γνώριμη και θα μαγευτούν με τις μοναδικές σκηνές που μπορεί να προσφέρει μία θεατρική παράσταση με αρκετή μουσική, χορό και χιούμορ. Συμβαίνει αρκετά συχνά στο τέλος της παράστασης, ορισμένα παιδιά να παραπονιούνται στους γονείς τους ότι θέλουν κι άλλο ή να τους ζητάνε να ξανάρθουν το και επόμενο Σάββατο. Το σίγουρο είναι ότι όλοι εμείς, οι συντελεστές του έργου, ευχαριστηθήκαμε ιδιαίτερα όλη την προετοιμασία, τις πρόβες και τις παραστάσεις που συνεχίζονται κάθε Σάββατο νωρίς το απόγευμα. Η ιστορία της μικρής Κατερίνας μας οδήγησε να μοιραστούμε αρκετές δικές μας προσωπικές στιγμές και να χαρούμε πριν από όλους αυτή τη διαδρομή ως ένα καλλιτεχνικό comfort food.

Διαβάστε επίσης: 

Σούπα με Σούμαν, από την ομάδα thea-tree στο Ίδρυμα Θεοχαράκη