Την Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016 και ώρα 19.30 εγκαινιάζεται στην Αίθουσα Πυροβολικού στην Φορτέτζα Ρεθύμνου η έκθεση ζωγραφικής Όραμα Γης της Μαρίας Κελαϊδή.

Παρουσιάζεται μια ενότητα έργων στην οποία τα μνημονικά ερεθίσματα, η αφαιρετική εικαστική αντίληψη του γεωγραφικού χώρου και τα ρεαλιστικά στοιχεία των επί μέρους θεμάτων συνθέτουν μια σειρά πολυεπίπεδων εικόνων. Τα τοπία που έτσι προκύπτουν, μετατρέπονται σε αφηγήσεις για μια διαχρονική καθημερινότητα.

Τα Έργα της Μαρίας Κελαϊδή – Αισθητική Τέχνη με Αισθαντικές Προεκτάσεις

Του Μεγακλή Ρογκάκου

Είναι σημαντικό που η καλλιτέχνις Μαρία Κελαϊδή, με Ρεθυμνιώτικη καταγωγή, παρουσιάζει αναδρομικά το έργο της στη Φορτέτζα Ρεθύμνης, έναν από τους πιο σημαντικούς ιστορικούς χώρους της παλαιάς πόλης με Βενετσιάνικη αίγλη.

Το έργο της Κελαϊδή διακρίνεται κυρίως σε τρεις κατηγορίες. Πρώτον, τοπία – κυρίως παραθαλάσσια, ενίοτε διασχισμένα από ποταμούς. Δεύτερον, ημερολογιακές καταγραφές χρονικών στιγμών κι εποχών που αντιπροσωπεύουν συναισθηματικές διαθέσεις. Τρίτον, αφηγήσεις καθημερινών ιστοριών, αναπολήσεις μνημών, κι εκφράσεις προσδοκιών για το μέλλον. Σε όλες τις περιπτώσεις οι εικόνες της αφορούν σε αρχέτυπες καταστάσεις πέρα από τον χώρο και τον χρόνο, όπου η γεωγραφία εμφανίζεται άυλη σαν ψυχολογικές εντυπώσεις, ενώ ο χρόνος –παρελθόν, παρόν και μέλλον– συνεργεί στην αυτοτέλειά τους.

Ο τίτλος της έκθεσης, Όραμα Γης, αφορά σε ένα σχόλιο του λογοτέχνη Νίκου Α. Καββαδία για το συνολικό έργο της Κελαϊδή. Αναφέρεται στην ιδιαίτερη οπτική της σχέση με την πάτρια γη που είναι ονειρική κι ενορατική – «τη μυρωδιά ενός θερισμένου χωραφιού, ή τη ζέστη του Ιουλίου, ή τη μελαγχολία ενός Νοέμβρη, ή τη δροσιά ενός ποταμιού, ή τη μαγεία μιας γειτονιάς το δειλινό» (Καββαδίας 2000).  Συνοψίζει αυτό που έχει πρωτεύουσα σημασία, ότι η τέχνη της είναι αισθητική με αισθαντικές προεκτάσεις για το ιδιαίτερο εικαστικό λεξιλόγιό της. Όπως ο Όμηρος απήγγειλε τα έπη με τις λέξεις του, έτσι φιλοτεχνεί η άξια καλλιτέχνης τις εικόνες με το χρώμα της. Η ζωγραφική γίνεται γλώσσα που λαλεί την περιπέτειά της. Οι εικόνες της είναι παλίμψηστα από χρώματα σε διάφορες καταστάσεις –απλωμένα, διακοπτόμενα, διαλυμένα, σβησμένα ή τονισμένα που προξενούν ποικίλα συναισθήματα συγκίνησης στον θεατή. Οι μεγάλες επιφάνειες μονοχρωμίας είναι μονάχα σε πρώτη ανάγνωση οπτικά προσπελάσιμες. Κατ’ ουσία υποβόσκουν σε αυτές εντάσεις αντιστίξεων με τη μορφή γραμμών, πινελιών, σκιών, αλλά και ετέρων στοιχείων – κυρίως συμπληρωματικών χρωμάτων – που ζωντανεύουν την εικόνα εν είδη ερωτικού ρυθμικού παλμού.

Η μίξη ξένων ως προς τη ζωγραφική στοιχείων –κυρίως προσωπικών φωτογραφιών, βιωμένων αντικειμένων, κι εντύπου υλικού αναφέρονται, όπως έχει επισημάνει η καλλιτέχνης, στα «ίχνη που οι κοινοί άνθρωποι αφήνουν στο πέρασμά τους» (Κελαϊδή 2013). Παλαιές οικογενειακές φωτογραφίες ή αρχειακές εικόνες, οι οποίες γίνονται ‘δικές της’ όπως τις οικειοποιείται, ταιριάζουν στην πρόκληση να αναπαραστήσει την αίσθηση μίας περασμένης εποχής που την ενδιαφέρει. Αυτή η μίξη ξεπερνά την υλικότητα της εικόνας κι εννοιολογικά της προσδίδει ένα σημαντικό επίπεδο ανάγνωσης ως ιστορία ή κείμενο. Ακόμη, στις συνθέσεις της η Κελαϊδή συνδυάζει με φυσικότητα την κάτοψη με την πρόσοψη. Έτσι, ενώ το τοπίο στο φόντο είναι ιδωμένο από το σημείο θέασης ενός πτηνού, το σπίτι ή το δένδρο αποτυπώνεται όπως το βλέπει ο άνθρωπος επί γης. Η σχέση κομματιών γης εκατέρωθεν υδάτινων στοιχείων στις εικόνες της είναι κατά βάθος σωματική και μάλιστα ερωτικής ποιότητας. Τα περιγράμματά τους ζωντανεύοντας τείνουν να ανθρωποποιηθούν και αποκτούν μία σωματική διάσταση τόσο ισχνή που θα μπορούσε να είναι λανθάνουσα, αλλά συνάμα τόσο μετουσιωτική που ανατρέπει όλη την εικαστική εμπειρία.

Η Κελαϊδή ενδιαφέρεται και για μια έτερη οπτική. Στην προσπάθειά της να αποδώσει ένα πραγματικό τοπίο που δεν το έχει χειροπιαστά εμπρός της -όπως το οικείο της Ρέθυμνο- επιλέγει να το αναπαραστήσει ως έναν χώρο μνήμης, διαμορφωμένο από προσωπικές εμπειρίες, αφηγήσεις της οικογενείας της, και σχετικά κείμενα του ντόπιου λογίου και λογοτέχνη Παντελή Πρεβελάκη. Επιπλέον, έναυσμα της είναι οι παλαιοί χάρτες που βασίζονται στη γεωγραφική εμπειρία, αλλά στην εφαρμογή τους επηρεάζονται από τη ψυχολογική διάθεση του χαρτογράφου, και τελικά καταγράφουν πλαστές ιστορίες ή διανθισμένες φαντασίες. Έτσι, ενδιαφέρει την Κελαϊδή τα έργα της να είναι ανοικτά ως προς την ανάγνωσή τους και ο καθένας θεατής από τη προσωπική του οπτική προσέγγιση να προβάλει επάνω τους τη δική του βιογραφία ή όραμα.

Στην ουσία τα έργα της Κελαϊδή ακολουθούν ένα βασικό είδος αισθητικής τεχνοτροπίας με αισθαντικούς απόηχους που εξελίσσεται οργανικά και υπόκωφα ως προς την εκπλήρωση του Οράματος Γης που της αποδίδεται.  Εν τέλει, η τέχνη της έχει σημασία διότι μετουσιώνοντας σε εικόνα τα υποκειμενικά της βιώματα, φορτισμένα θετικά από την έμφυτη αισιοδοξία της, περνά σε όλους τους θεατές ένα ελπιδοφόρο μήνυμα υγείας και χαράς που τόσο ανάγκη έχουμε όλοι ειδικά σήμερα.

Κρήτη, Ιούλιος 2016

Βιογραφικό Σημείωμα

Η Μαρία Κελαϊδή γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 1985 έως το 1991 με δάσκαλο τον Τρ. Πατρασκίδη. Το 1990 στα πλαίσια των ανταλλαγών του προγράμματος  Έρασμος, με υποτροφία του ΙΚΥ φοίτησε στην Σχολή Καλών Τεχνών του Εδιμβούργου.

Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στην Κρήτη.

Έχει παρουσιάσει το εικαστικό της έργο  σε 14 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο Βέλγιο και  συμμετείχε σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα, Βέλγιο, Γερμανία Ουκρανία και Σκωτία.

Έργα της βρίσκονται σε Δημόσιες  και Ιδιωτικές Συλλογές στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό