Από την έναρξη του 43ου Φεστιβάλ Ολύμπου –και κάθε μέρα- λειτουργούν παράλληλα και τρεις εκθέσεις, οι οποίες διοργανώθηκαν από τις αντίστοιχες πρεσβείες των τιμώμενων για φέτος χωρών.

Η Πρεσβεία της Αυστρίας συμμετέχει με την έκθεση ζωγραφικής του Gustav Klimit (1862-1918), η Πρεσβεία της Γερμανίας και το Πανεπιστήμιο του Trier με την έκθεση χαρακτικής με θέμα «Μείνε! Η Αρκαδία ως θέμα στη χαρακτική μεταξύ 1490  και 1830» και η Πρεσβεία της Ελβετίας με το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης με την έκθεση φωτογραφίας του Fred Boissonnas  «Αναβάσεις στο βουνό των θεών».

Οι εκθέσεις

Gustav Klimt: Πρωτοπόρος του Μοντερνισμού

Ο Klimt (1862-1918) αντιπροσωπεύει μια εποχή που εξακολουθεί να γοητεύει και να έχει απήχηση μέχρι και σήμερα: την εποχή του Μοντερνισμού. Ο καλλιτέχνης άφησε το στίγμα του κυρίως στη Βιέννη και συνετέλεσε στη διαμόρφωση της περιόδου γύρω στο 1900 μαζί με τον Josef Hoffmann, τον Otto Wagner, τον Joseph Maria Olbrich, τον Richard Gerstl, τον Egon Schiele και τον Oskar Kokoschka. Το 2012 θα γιόρταζε τα 150ά γενέθλιά του. Για το λόγο αυτό, ολόκληρη η πόλη της Βιέννης γιόρτασε τον «Gustav Klimt και τη γέννηση του Μοντερνισμού».

Στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα,  η Βιέννη ήταν -μαzί με το Παρίσι, το Μόναχο και το Λονδίνο- μία από τις γενέτειρες του Μοντερνισμού. Δεδομένου ότι ήταν το κέντρο της Αυστροουγγρικής μοναρχίας, αποτελούσε πνευματικό κέντρο της Ευρώπης και την πέμπτη μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο με έναν πληθυσμό που αριθμούσε περισσότερους από δύο εκατομμύρια κατοίκους το 1910.

Οι εικαστικές τέχνες, η λογοτεχνία, η μουσική, η αρχιτεκτονική και η επιστήμη βρίσκονταν στο απόγειό τους. Αναδύθηκαν νέες και πρωτοποριακές ιδέες και όλα αυτά με μια σχεδόν πρωτοφανή συχνότητα και ταχύτητα.
Από καλλιτεχνικής απόψεως το έργο του Gustav Klimt αντικατοπτρίζει αυτή την πορεία από την «Εποχή Ringstrasse» του ιστορικισμού, μέχρι τις απαρχές της αφηρημένης τέχνης με έναν εξαιρετικά μοναδικό τρόπο.

«Μείνε! Η Αρκαδία ως θέμα στη χαρακτική μεταξύ 1490  και 1830»

Σε έναν κόσμο γεμάτο συγκρούσεις, ασφυκτικό άγχος και αυξανόμενη αποξένωση από το περιβάλλον και την κοινωνία, η επιθυμία για μια ζωή που θα χαρακτηρίζεται από ηρεμία, ειρήνη και την αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση μοιάζει με ανεκπλήρωτο όνειρο.

Ήδη από την αρχαιότητα υπάρχει αυτή η άνιση σχέση, η οποία σήμερα πλέον γνωρίζει μια δραματική κορύφωση. Θέμα που συναντούμε σε ουτοπίες του Thomas Morus ή του Karl Marx, η επιθυμία για μια κοινωνία ελεύθερη από συγκρούσεις και προβλήματα αποτελεί ένα προφανώς αιώνιο θέμα πέρα από εθνικά ή πολιτισμικά σύνορα.

Επίσης ένα θέμα ελεύθερο από οποιαδήποτε δέσμευση με το χρόνο και το χώρο. Καμιά άλλη ουτοπία μέχρι σήμερα δεν αντιπροσωπεύει, ωστόσο, με τη δύναμη του αρχαίου καλλιτεχνικού μύθου της Αρκαδίας, την ιδανική αντίληψη για μια τέτοια κοινωνία, στην οποία δεν υπάρχουν προβλήματα, αλλά επικρατούν παραδεισένιες καταστάσεις. Ξεκινώντας από το Ρωμαίο ποιητή Βιργίλιο, ο οποίος περιγράφει την Αρκαδία στα «Βουκολικά» του ως ένα τοπίο ψυχών, η ιδέα αυτού του ευχάριστου τόπου, ενός «locus amoenus», στον κόσμο της Αρχαιότητας καθιερώνεται και βρίσκει έναν πλούσιο αντίκτυπο στις τέχνες στην Αναγέννηση και στο Μπαρόκ καθώς και στην εποχή περί το 1880.

Καλλιτέχνες όπως ο Claude Lorrain, ο Nicolas Poussin, οι Ολλανδοί Nicolaes Berchem και Herman van Swanevelt καθώς και διάφοροι Γερμανοί που ζουν στη Ρώμη ανυψώνουν το «Μύθο της Αρκαδίας» σε ένα από τα πιο σημαντικά και διαδεδομένα θέματα της ζωγραφικής και της χαρακτικής της εποχής τους. Μέχρι σήμερα, τα έργα τέχνης αυτής της θεματολογίας δεν έχουν χάσει τίποτα από τη μαγεία και τη γοητεία τους.

Η έκθεση αυτή που βασίζεται στη Συλλογή Χαρακτικών του Πανεπιστημίου του Τρίερ αναπαριστά βάσει πενήντα επιλεγμένων αριστουργημάτων από το χρονικό διάστημα μεταξύ 1490 και 1830 την εξέλιξη της αρκαδικής εικόνας σε όλη την πολυπλοκότητά της. Ιδιαίτερα τονίζεται η ένταξη κοσμικών θεμάτων στην αναπαράσταση του παραδείσου της Χρυσής Εποχής και σκιαγραφείται η τάση της μεταφοράς του Αρκαδικού στοιχείου στην αναπαράσταση της πατρίδας.

Επίσης, εξετάζονται οι καλλιτεχνικές ρίζες της δύναμης του αρκαδικού ιδεώδους: είναι το φως με το παιχνίδι του ανάμεσα στη φωτεινότητα και τη σκιά; Ή οι συσσωρεύσεις των ποιμένων με πρόβατα και αίγες που βόσκουν ειδυλλιακά ή μήπως τα μυθολογικά πλάσματα από την ακολουθία του Πάνα;

Fred Boissonnas: «Αναβάσεις στο βουνό των θεών»

Το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης συμμετέχει για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Ολύμπου, παρουσιάζοντας την έκθεση «Αναβάσεις στο βουνό των θεών. Frederic Boissonnas – Αρχείο ΜΦΘ», σε συνδιοργάνωση με την Πρεσβεία της Ελβετίας στην Ελλάδα.

Ένθερμος φιλέλληνας, αεικίνητος περιηγητής, έμπειρος ταξιδευτής, λάτρης του αλπινισμού αλλά και του φυσικού τοπίου της χώρας μας, ο Ελβετός φωτογράφος Frederic Boissonnas(1858-1946) πρωτοέρχεται στην Ελλάδα το 1903 και για τρεις δεκαετίες αργότερα περιηγείται και φωτογραφίζει τον ελλαδικό χώρο, συμβάλλοντας καθοριστικά στην προώθηση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό.

Στα ταξίδια του αυτά, όχι μόνο δεν παραλείπει να επισκεφθεί τουλάχιστον τέσσερις φορές τον Όλυμπο και να ανεβεί στην ψηλότερη κορυφή του, αλλά φωτογραφίζει πολύ το ξεχωριστό αυτό τοπίο του βουνού των θεών(1913, 1921, 1927).

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο ίδιος θα προσπαθήσει επίμονα στη συνέχεια να προχωρήσει το σχέδιο της δημιουργίας ενός Εθνικού Πάρκου (L’ Olympe, Parc National de la Grèce), μέσα και από την προβολή σε Ευρώπη και ΗΠΑ των φωτογραφιών που ο ίδιος τράβηξε στον Όλυμπο και αποτυπώνουν τη μοναδική ομορφιά του.

Ως αποτέλεσμα από αυτά τα ταξίδια του πάντως, έχουμε σήμερα μια μοναδική παρακαταθήκη με περισσότερες από 300 λήψεις για την περιοχή του Ολύμπου.

Η έκθεση αυτή, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά με τέτοιον τρόπο, περιλαμβάνει μια επιλογή 150 φωτογραφιών (facsimile), καθώς και άλλο πρωτότυπο υλικό (επιστολές, βιβλία και άλλα αντικείμενα) από το αρχείο του Boissonnas που σχετίζεται με τα ταξίδια στον Όλυμπο.

Ο Γουίλιαμ Μπλέικ έγραφε πως «σπουδαία πράγματα μπορούν να συμβούν όταν τα βουνά και οι άνθρωποι συναντώνται». Πράγματι, στη ζωή του Ελβετού φωτογράφου Frederic Boissonnas, αυτός ο αφορισμός μετασχηματίστηκε από θεωρία σε πράξη και σηματοδότησε την πορεία του.
Χάρη στη βραβευμένη φωτογραφία του για το Λευκό Όρος το 1902, ο λόρδος Napier τον καλεί να έρθει στην Ελλάδα για να φωτογραφίσει αρχικά τον Παρνασσό. O Frederic Βoissonnas βέβαια ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα επί χρόνια. Αφορμή όμως για το πρώτο ταξίδι στην Ελλάδα το 1903 στάθηκε εκείνη η φωτογραφία της ψηλότερης κορυφής της Ευρώπης.

Στην έκθεση αυτή, δεν υμνείται μόνο το τοπίο του Ολύμπου, αλλά και η Ανάβαση – για αυτό το λόγο έχουν επιλεγεί και φωτογραφίες και από τις τρεις αναβάσεις του Frederic Boissonnas με τον Daniel Baud-Bovy και τον Χρήστο Κάκκαλο (1913, 1921, 1927).

Το βουνό και η κατάκτησή του, λειτουργούν ανά τους αιώνες με τρόπο επικό στο συλλογικό φαντασιακό. Άλλωστε η  ανάβαση σε ένα βουνό μπορεί να ιδωθεί και συμβολικά ως η πορεία του ανθρώπου προς το άγνωστο. Στόχος είναι πάντα η κορυφή, αλλά στην επίπονη αυτή πορεία χρειάζεται κάποιος να διαθέτει  αντοχή, υπομονή, σεβασμό απέναντι στη φύση αλλά και στον συνοδοιπόρο, όπως άλλωστε και στη ζωή, όποια και εάν είναι η κορυφή που κάποιος έχει ορίσει.

Οι εικόνες του Frederic Boissonnas προς τον Όλυμπο λειτουργούν σαν φρυκτωρία για να μεταδώσουν τη μοναδική ομορφιά του ελληνικού τόπου/συμβόλου, αλλά και για να εικονογραφήσουν αυτή την πορεία που ξεκινά ως ένα ταξίδι προς το άγνωστο, το οποίο όταν κατακτάται γίνεται γνωστό. Ο μύθος αποδομείται για να ξαναγραφεί μέσα από το βλέμμα κάθε θεατή.