Το έργο «Οδός Αβύσσου, αριθμός μηδέν», του σπουδαίου Μενέλαου Λουντέμη, παρουσιάζεται στο Όλβιο, σε θεατρική διασκευή της Σοφίας Αδαμίδου και σκηνοθεσία της Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη. Πρόκειται για μία πολιτική πρόταση σε δύσκολους καιρούς. Ένα διαχρονικό έργο, ύμνος στον αιώνιο αγωνιστή, τον αληθινό άνθρωπο, θιασώτη της παγκόσμιας ειρήνης και δικαιοσύνης.

Ο Μ. Λουντέμης αναφέρεται στις πιο μαύρες σελίδες της Ελλάδας, καταγγέλλοντας την ωμότητα των βασανιστηρίων στους τόπους εξορίας. Ως πολιτικός κρατούμενος στη Μακρόνησο έζησε αυτό το μαρτύριο και τον εξευτελισμό της ανθρώπινης προσωπικότητας, σε μια περίοδο στίγμα για την ελληνική ιστορία.

Μία πετυχημένη διασκευή, ένα αμείλικτο κείμενο που αποπνέει ένα διεθνισμό, μεταλλαγμένο στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η συνεχής παραβίαση των κανόνων δικαίου και ο σφαγιασμός της ατομικότητας, χωρίς την ελπίδα αυτοπροσδιορισμού, ενισχύουν την απολυταρχικότητα των κέντρων εξουσίας. Αποτέλεσμα η αναζωπύρωση των συντηρητικών συστημάτων και του φονταμενταλισμού με τις ευνόητες συνέπειες.

Ίσως ξενίζει λίγο ένα τέτοιο θέμα σήμερα, ειδικά για τη νεολαία που δεν γνωρίζει τα ιστορικά γεγονότα. Έχουμε όμως ανάγκη να ανεβαίνουν και παραστάσεις με καθαρό πολιτικό πυρήνα και ελληνική σφραγίδα. Η πολιτική / εθνική ιδεολογία και πως αυτή μπορεί να επηρεάσει πράξεις / συμπεριφορές, αλλάζοντας το χάρτη μιας κοινωνίας, είναι πάντοτε χρήσιμη.

Αναλύεται με ζωηρά χρώματα η αιώνια πάλη του ιδεαλιστή ατόμου με τη σκληρή / ανταγωνιστική πραγματικότητα και τη δύναμη του συμφέροντος.

Γιώργης Καρυστινός και Παναγής Ζαγκλίφας, αμετανόητοι κομμουνιστές, πρωταγωνιστούν στο θέατρο του παραλόγου, όπως αυτό διαδραματίζεται στον εφιαλτικό τόπο εγκλεισμού τους, την Μακρόνησο.

Η σκηνοθεσία βοηθούμενη από τα σκηνικά του Ντέιβιντ Νεγρίν, δημιουργεί μία φρικτή ατμόσφαιρα που καταγράφει λεπτομερώς τη δυναμική των χαρακτήρων. Αποδίδεται το ειδεχθές της όλης υπόθεσης με πλήρη συνείδηση και καθαρότητα, αποδεικνύοντας τη διαχρονικότητα των μηνυμάτων πενήντα χρόνια μετά τη συγγραφή του κειμένου.

Η Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη διαχειρίζεται αβανταδόρικα το διασκευασμένο θεατρικό πόνημα της Σοφίας Αδαμίδου και μας προσφέρει μία έντιμη και αξιόπιστη παράσταση. Θεατρική δημιουργία άμεση, ρεαλιστική, ειλικρινής, με πολλές νότες λυρισμού, γεμάτη ιδέες και πλούσιους συμβολισμούς, αναλύει περίτεχνα τα ψυχοπνευματικά διλήμματα των υποκριτών.

Ο θεατής μπαίνει στο κλίμα και συμμετέχει στον καταιγισμό των αλλεπάλληλων εικόνων, συγκινήσεων και παθών που χρωματίζουν ανεξίτηλα τον κορμό του θεατρικού. Κτίζεται επομένως ένας κόσμος χαώδης, ρευστός, πραγματική κόλαση, όπου οι δύο κεντρικοί ήρωες υποφέρουν, αλλά αντέχουν. Δεν θέλουν να προδώσουν τον εαυτό τους και τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και γι’ αυτό και αρνούνται να υπογράψουν τη δήλωση μετάνοιας .

Ο Δημήτρης Μαύρος είναι ο Γιώργης Καρυστινός και ο Χάρης Μαυρουδής είναι ο Παναγής Ζαγκλίφας. Ενσαρκώνουν ικανοποιητικά τους ρόλους, με συνέπεια και σθένος, μέσα στο ερμηνευτικό τους κέντρο. Πρόσωπα ψυχικά ρωμαλέα, αντιστέκονται με αξιοπρέπεια απέναντι στην κακοποίηση και την ωμότητα των βασανιστών. Λάτρεις της ελεύθερης διάθεσης / δημιουργίας για ζωή και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δεν εγκαταλείπουν τον αγώνα μέχρι το τέλος. Ενωμένοι στο κοινό όραμα, αλληλοϋποστηρίζονται, αγνοώντας όσο γίνεται τους εκβιασμούς, τις προσβολές και τις παγίδες του συστήματος. Ενός συστήματος που σημαία έχει την καταστολή και τη συναισθηματική τυμβωρυχία των αντιφρονούντων. Η σχέση που αναπτύσσουν με τον βασανιστή τους, τον Στυλιανό Καμιζόπουλο ή Μελιτζάνα ή Κουρούμπα που τον υποδύεται ο Χριστόδουλος Στυλιανού, φανερώνει την παλληκαριά και την ευγένειά τους.

Ο Χ. Στυλιανού σε ένα δύσκολο ρόλο, με μεταπτώσεις και επικινδυνότητα, αξιολογεί τους δύο κρατούμενους σωστά, παρόλη την αγραμματοσύνη του. Ένας ποινικός κατάδικος για φόνο, στην υπηρεσία του κράτους, το οποίο προνόησε τη χρησιμότητά του στο στρατόπεδο εξορίας, δίδοντάς του μία γενναιόδωρη αμνηστία. Η διαρραγή της σκληρής μορφής του συγκεκριμένου προσώπου, δείχνει την αναπόφευκτη περιπλοκή / αλλαγή των χαρακτήρων. Μέσα σε μια μαύρη περίοδο, όπου αθώοι και ένοχοι είναι θύματα μιας καταστροφικής ιδεολογικής δίνης, τα όρια της όποιας συμπεριφοράς αυτοαναιρούνται. Βλέπουμε το βασανιστή ή το γιατρό να βοηθούν τους φυλακισμένους, αποποιούμενοι το μανδύα της ανελέητης δράσης και της ηθικής αναλγησίας.

Το δραματικό πλαφόν εμπλουτίζεται ποικιλόμορφα, απογειώνοντας τη σκηνική εμβέλεια του έργου ψηλά. Έτσι ιχνογραφείται παράλληλα ένα πολυδιάστατο μωσαϊκό ανθρώπινων αντιδράσεων, ενεργειών και εκφράσεων. Φυσικά δεν λείπουν από το προσκήνιο και οι δοσίλογοι που υπηρετούν το status quo της εποχής με διάφορους δόλιους τρόπους.

Ο Νότης Παρασκευόπουλος παίζει τον βαρκάρη, το καρφί και τον γιατρό, ρόλοι ταυτισμένοι λίγο ή περισσότερο με τα «ιδανικά» των εθνικοφρόνων πατριωτών. Το διοικητή Γκουντά, πειθήνιο όργανο της σκληρής ιδεολογίας – πας μη Έλλην «πατριώτης», προδότης -, υποδύεται ο Στέλιος Γεράνης με περίσσια ευστοχία και πειθώ.

Υπέροχη μουσική / κιθάρα ο Νότης Μαυρουδής, ενδεικτικά κοστούμια η Μαρία Παπαδοπούλου, υπαινικτικοί φωτισμοί ο Αλέξανδρος Αλεξάνδρου, κίνηση η Στεφανί Τσάκωνα και video ο Γιώργος Κορδέλλας. Τη φωνή του δανείζει ο Βασίλης Μπισμπίκης.

Το «Οδός Αβύσσου, αριθμός μηδέν», στο Θέατρο Olvio είναι μία αξιόλογη και τρυφερή παράσταση, που αποδεικνύει όμως πως μέσα στον πλήρη κυνισμό και την αγριότητα, ο άνθρωπος γίνεται «πραμάτεια».


Διαβάστε επίσης:

«Οδός Αβύσσου, αριθμός 0» του Μενέλαου Λουντέμη στο Olvio Theater