Το έργο

Η Αντιγόνη, κόρη του Οιδίποδα και της Ιοκάστης, υπήρξε η στοργική κόρη η οποία ακολούθησε τον πατέρα της, όταν αυτός τυφλώθηκε, όπως αποτυπώνεται στον σοφόκλειο «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Στην επίσης σοφόκλεια τραγωδία που φέρει το όνομά της, «Αντιγόνη», ωστόσο, η αφοσίωση στην οικογένειά της παίρνει μια άλλη μορφή, καθώς η σύγκρουσή της με τον θείο και βασιλιά της, Κρέοντα, οδηγεί σε ευρύτερους συμβολισμούς, καθιστώντας την ηρωίδα σε ένα «κλασικό δράμα αντίστασης» (Müller στον Lesky, Η Τραγική Ποίηση των Αρχαίων Ελλήνων. Μετ. Ν.Χ. Χουρμουζιάδης. ΜΙΕΤ: 1990). Μετά το θάνατο του Οιδίποδα, οι γιοι του, Ετεοκλής και Πολυνείκης, συμφώνησαν να εναλλάσσονται στην εξουσία της Θήβας. Όταν όμως ο Ετεοκλής αρνήθηκε να παραδώσει την εξουσία στον αδελφό του, ο Πολυνείκης αποφάσισε να εκστρατεύσει εναντίον του και εναντίον της Θήβας. Μετά το θάνατο και των δύο αδελφών, ο Κρέων, ως νέος άρχοντας της πόλης, αποφασίζει για τον μεν Ετεοκλή να ταφεί, για τον δε Πολυνείκη να αφήσει το σώμα του βορρά στα όρνεα ως παραδειγματική τιμωρία. Η Αντιγόνη αψηφά την απόφαση του Κρέοντα, αντιπαραθέτοντας στον νόμο της πολιτείας, τους άγραφους νόμους των θεών. Η μήνη του Κρέοντα για την παραβίαση της εντολής του, οδηγεί την Αντιγόνη στο θάνατο, αλλά και στον συνεπακόλουθο αφανισμό του ίδιου του άρχοντα.

Η συγκεκριμένη τραγωδία πραγματεύεται σειρά αντιθετικών νοημάτων, εννοιών και ιδεών, όπως το θεσμικό και το πολιτειακό δίκαιο, το θεό και τον άνθρωπο, τον άνδρα και την γυναίκα, τον ηλικιωμένο και τον έφηβο, τη ζωή και τον θάνατο. Σε όλες όμως τις διαφοροποιήσεις από τον ‘κανόνα’ κρύβεται η ανθρώπινη αλαζονεία και η φαινομενική αίσθηση της κυριαρχίας, η οποία οδηγεί στην περιθωριοποίηση και απομόνωση συγκεκριμένων ανθρώπων και συμπεριφορών. Το θάρρος της Αντιγόνης την καθιστά αρχετυπική μορφή, επειδή αντιτάσσεται σε κάθε μορφή εξουσίας η οποία κρίνει και κατακρίνει συμπεριφορές συνανθρώπων, «Όποιος ανυποψίαστος και αλαζών/νομίζει ότι όλα του επιτρέπονται,/θα’ρθει η στιγμή που θα γευτεί την ερημιά του».

Η παράσταση

Ο Θέμης Μουμουλίδης σκηνοθέτησε τη σοφόκλεια τραγωδία υπογραμμίζοντας την πολιτική και κατ’ επέκταση, κοινωνική, διάσταση του έργου. Ήδη από την έναρξη της παράστασης, ο σκηνοθέτης έκανε σαφή την πρόθεσή του, τοποθετώντας τους ήρωες σε στρατιωτικό βηματισμό, υπό τους ήχους ελικοπτέρου. Η παράσταση ανέδειξε τη στρατικοποίηση της πολιτικής ζωής, σε παγκόσμια κλίμακα, φωτίζοντας ιδιαίτερα τα τεκταινόμενα στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.

Παράλληλα, ο σκηνοθέτης έδωσε έμφαση στην αντίστιξη μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Με αφορμή την επικράτηση ενός πατριαρχικού καθεστώτος, ανέδειξε τις συνέπειες τόσο στο κοινωνικό σύνολο εν γένει, όσο και ειδικότερα σε σχέση με συγκεκριμένες συμπεριφορές, όπως είναι η αντικειμενοποίηση της γυναίκας. Γενικά, ο Θ. Μουμουλίδης σχολίασε τις συνέπειες και τους κινδύνους μιας εξουσίας η οποία λειτουργεί υπό τις επιταγές της στρατικοποίησης και της πατριαρχίας εν γένει, απομονώνοντας και περιθωριοποιώντας πληθυσμούς και «αποκλίνουσες» συμπεριφορές.

Οι Ηθοποιοί

Η Λένα Παπαληγούρα (Αντιγόνη) απέδωσε με φυσικότητα και χωρίς στόμφο το ρόλο της, πετυχαίνοντας να καταστήσει την ηρωίδα της αρχετυπική μορφή, ενώ παράλληλα απέπνεε αληθοφάνεια. Εξαιρετικός ο Ηλίας Μελέτης (Κρέων) ο οποίος κινήθηκε αποδομητικά ως προς το ρόλο του, εκκινώντας από το συμβολισμό της εξουσίας και κινούμενος προς το απλό σαρκίο εκάστου ανθρώπου. Ενδιαφέρουσα στο σημείο αυτό η σκηνοθετική γραμμή, καθώς ο Κρέων ξεκινάει βαρυφορτωμένος με ρούχα και σταδιακά καταλήγει γυμνός, απεκδυόμενος τόσο την εξουσία, όσο και τα όποια προνόμιά της. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει επίσης να σημειωθεί η εξαιρετική κινησιολογία του ηθοποιού, καλού γνώστη του σωματικού θεάτρου. Πολύ καλοί, τόσο ο Μιχάλης Οικονόμου (Φύλακας) ο οποίος απέδωσε τη λαϊκότητα του ήρωα, αποτυπώνοντας παράλληλα τη σοφία η οποία βρίσκεται στην απλότητα αυτή, όσο και ο Θανάσης Δόβρης (Πρώτος Πολίτης), ο οποίος διατήρησε το μέτρο του απλού πολίτη απέναντι στον άκρατο επεκτατισμό της εξουσίας. Καλοί επίσης τόσο η Λίλα Μπακλέση (Ισμήνη), αν και ενίοτε αμήχανη, όσο και οι Γιώργος Νούσης (Αίμων), Ιφιγένεια Καραμήτρου (Τειρεσίας), Ιώβη Φραγκάτου (Άγγελος), Λένα Μποζάκη (Ευρυδίκη) και Βαγγέλης Σαλευρής (Εξάγγελος).

Οι Συντελεστές

Η φροντισμένη μετάφραση της Παναγιώτας Πανταζή αφενός, έδωσε εξαιρετική ροή στην παράσταση και αφετέρου, έκανε το αρχαίο κείμενο να ακουστεί καθαρά και κατανοητά. Παρά κάποιες προσθήκες και αλλαγές στο πρωτότυπο προκειμένου να πλησιάσει στη σημερινή εποχή, η μετάφραση υπήρξε από πολύ θετικά στοιχεία.  Εξίσου θετική η ύπαρξη προγράμματος για την παράσταση, το οποίο περιλαμβάνει ολόκληρo το μεταφρασμένο κείμενο, καθώς και πολλά και εξαιρετικά ενδιαφέροντα κείμενα σχετικά με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Έχει καταλήξει το θεατρικό πρόγραμμα να θεωρείται πολυτέλεια, αλλά η συγκεκριμένη παράσταση υπενθυμίζει ότι η ανάλυση και η θεωρητική επεξεργασία ενός έργου δεν είναι ούτε αυτονόητη, ούτε περιττή: είναι, τουναντίον, απαραίτητη!

Το λειτουργικό σκηνικό (Μικαέλα Λιακατά) έφερε σημαντικούς συμβολισμούς, ενώ παράλληλα κατόρθωσε να κερδίσει την προσοχή του κοινού. Τόσο το τραπέζι το οποίο μεταμορφώθηκε πολλές φορές εξυπηρετώντας διαφορετικούς σκοπούς, όσο και οι θυρίδες, οι οποίες θύμιζαν επίσης νεκροκρέβατα σε νεκροτομείο, λειτούργησαν με επιβλητικό τρόπο στη σκηνή και όχι σε βάρος της σκηνικής δράσης. Τα κοστούμια (Βασιλική Σύρμα) υπήρξαν δηλωτικά της σκηνοθετικής γραμμής, υποστηρίζοντας τη στρατικοποίηση της πολιτικής εξουσίας. Πολύ καλή η μουσική (Σταύρος Γασπαράτος) η οποία έδωσε τον απαραίτητο ρυθμό και την αναγκαία ένταση στην δράση. Τέλος, οι φωτισμοί (Νίκος Σωτηρόπουλος) υπερθεμάτισαν στη σκηνοθετική άποψη, δημιουργώντας παράλληλα τις αναγκαίες ατμόσφαιρες και αποδίδοντας το νόημα του έργου.

Εν κατακλείδι

Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα σκηνοθετική ‘ανάγνωση’ της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή. Χωρίς περιττούς συμβολισμούς και φλυαρίες, ο σκηνοθέτης ανέδειξε το Σοφόκλειο λόγο, ο οποίος είναι μεστός και διαχρονικός. Ο Θέμης Μουμουλίδης τοποθέτησε σκηνικά τη δράση σε ένα άχρονο παρόν, το οποίο όμως μοιάζει τρομακτικά διαχρονικό. Ο Κρέων θα μπορούσε να είναι ο σημερινός Πρόεδρος της Ρωσίας ή των Η.Π.Α. ή κάποιος πρώην σύμβουλος του, όπως θα μπορούσε επίσης να είναι και ο Αδόλφος Χίτλερ του 1940. Η μορφή της Αντιγόνης συγκεντρώνει στο πλάι της όσους περιθωριοποιούνται, καταδυναστεύονται, φιμώνονται και πεθαίνουν μαρτυρικά, υπερασπιζόμενοι τα πιστεύω τους. Ο σκηνοθέτης υπογράμμισε την κυκλικότητα και συνεπώς διαχρονικότητα των φαινομένων αυτών, καθιστώντας σαφές ότι η ανθρώπινη αλαζονεία μιας φαινομενικής, έστω και εφήμερης, παντοκρατορίας οδηγεί στον όλεθρο, «Η αλαζονεία, τα μεγάλα λόγια/με μεγάλες πληγές πληρώνονται».

Photo Credit: Ελίνα Γιουνανλή

Διαβάστε επίσης:

«Αντιγόνη» σε καλοκαιρινή περιοδεία: Ο Θέμης Μουμουλίδης σκηνοθετεί τη Λένα Παπαληγούρα