Το Cabaret Voltaire παρουσιάζει τη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ, σε μία παραγωγή του Theatre Lab Company, σε σκηνοθεσία της Αναστασίας Ρεβή. Από το Λονδίνο στην Αθήνα στο Cabaret Voltaire στο πλαίσιο της περιοδείας της παράστασης σε ευρωπαϊκές πόλεις (Prague Fringe Festival, Μαδρίτη, Παρίσι). Ο βρετανικός θίασος ” Theatre Lab Company” υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Αναστασίας Ρεβή μας προσκαλεί στην περιοδεία της διάσημης αιρετικής σάτιρας του Όσκαρ Ουάιλντ στην Αθήνα. Ο ηθοποιός της παράστασης, Νίκος Πουρσανίδης, με πλούσιο βιογραφικό και σημαντικές συνεργασίες, ο οποίος διαμένει και εργάζεται πια μόνιμα στο Λονδίνο, απάντησε στις ερωτήσεις μας για την πολυαναμενόμενη Σαλώμη που έχει ήδη κλέψει τις εντυπώσεις όπου έχει παρουσιαστεί!

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: Από τις 30 Οκτωβρίου και για λίγες παραστάσεις, το κοινό της Αθήνας θα έχει την ευκαιρία να δει, στο Cabaret Voltaire, την παράσταση «Σαλώμη» στην οποία συμμετέχετε, μία παραγωγή του Theatre Lab Company, σε σκηνοθεσία της Αναστασίας Ρεβή. Πείτε μας λίγα λόγια αρχικά για το έργο και έπειτα για το ρόλο που ερμηνεύετε.
Νίκος Πουρσανίδης:
Το έργο είναι βασισμένο στη γνωστή ιστορία της Σαλώμης που ζητά από τον Ηρώδη το κεφάλι του Γιοκανάαν ( Ιωάννη του Βαπτιστή) σαν δώρο, επειδή χόρεψε γι’ αυτόν. Είναι ένα βαθειά τελετουργικό έργο με πολύ ισχυρή την αίσθηση της λαγνείας και την πάλη της με την αγνότητα και του πραγματικού δυνατού έρωτα.

Εγώ κάνω τον προφήτη Γιοκανάαν, που βρίσκεται φυλακισμένος στο παλάτι φωνάζοντας και εξευτελίζοντας τον Ηρώδη και την γυναίκα του. Ένας άντρας με όχι πίστη, αλλά απόλυτη σιγουριά για την ύπαρξη του Θείου και το ρόλο που έχει ο ίδιος στο σχέδιο του Θεού. Ο ίδιος όμως εξακολουθεί να είναι άνθρωπος και έρχεται σε πειρασμό βλέποντας την Σαλώμη. Και εδώ είναι και η τραγικότητα του, καθώς έρχεται σε πειρασμό με κάτι αγνό. Όπως κι ο ίδιος.

Cul.N.: Η παράσταση θα παρουσιαστεί στην Αθήνα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής της περιοδείας. (Prague Fringe Festival, Μαδρίτη, Παρίσι). Πώς ήταν η μέχρι τώρα αποδοχή του κοινού;
Ν.Π.:
Η παράσταση της Αθήνας θα είναι για μένα θα είναι η πρώτη φορά που συμμετέχω σε αυτό το project. Οπότε ανυπομονώ να δω την αντίδραση του κόσμου στο έργο, στην πρόταση και στο λόγο φυσικά μιας και η παράσταση θα είναι στα Αγγλικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Cul.N.: Πρόκειται για μια “site- specific παράσταση”.  Με βάση αυτό το δεδομένο, πόσο διαφέρουν οι αντιδράσεις του κοινού; Υπάρχει συμμετοχή του και αν ναι, δημιουργεί αυτό το στοιχείο απρόβλεπτες παρεμβάσεις στην παράσταση;
Ν.Π.:
Δεν μπορώ να πω ότι δημιουργεί παρεμβάσεις αλλά σίγουρα δημιουργεί μεγαλύτερη ένταση και για μένα το κυριότερο την αίσθηση ότι είσαι “αλλού”!

Πιστεύω ότι η παράσταση έχει μια τέτοια δυναμική που πραγματικά οι θεατές-καλεσμένοι του παλατιού, θα παρασυρθούν στον χρόνο και την κατάσταση της παράστασης.

Cul.N.: Πείτε μας λίγα λόγια για τον βρετανικό θίασο « Theatre Lab Company». Πώς είναι η συνεργασία σας με την Αναστασία Ρέβη και την ομάδα;
Ν.Π.: Το Theatre Lab είναι ένας θίασος που έχει φέρει κοντά ηθοποιούς και καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο και είναι δουλειά χρόνων, πολλών ανθρώπων και κυρίως της Αναστασίας. Και μόνο το ότι το Riverside Studio, ένα από τα πιο αναγνωρισμένα θέατρα του Λονδίνου περιμένει κάθε χρονιά την πρόταση της Αναστασίας σημαίνει πάρα πολλά. Είμαι πολύ χαρούμενος λοιπόν που τόσο γρήγορα από την εγκατάσταση μου στο Λονδίνο, δούλεψα πέρυσι για πρώτη φορά με την Αναστασία στο Riverside και τώρα γυρίζω στην Αθήνα με έναν τέτοιο θίασο και έναν τέτοιο ρόλο, σε ένα τέτοιο έργο! Η Αναστασία είναι εξαιρετική σαν καλλιτέχνης με ένα συνδυασμό απίστευτου ελληνικού ταμπεραμέντου και αίσθησης και μια επιμονή στη λεπτομέρεια και το ρυθμό. Σαν ηθοποιός το να αγαπάς τη δουλειά σου είναι ένα πράγμα,  το να χαίρεσαι να πηγαίνεις στην πρόβα, είναι άλλο. Και η Αναστασία σε κάνει να περιμένεις την πρόβα για να παίξεις.

Cul.N.: Μεταξύ άλλων αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου της παράστασης: Το λογοκριμένο από την αγγλική κοινωνία θεατρικό έργο του Όσκαρ Ουάιλντ σκονιζόταν για 40 χρόνια στα ράφια, αφού είχε χαρακτηριστεί από τον εξεταστή των θεατρικών έργων και την Αγγλική αριστοκρατία ως “νοσηρό, εξωφρενικό και απωθητικό”. Πόσο μακριά ή πόσο κοντά βρισκόμαστε σήμερα πιστεύετε – ως κοινωνία – από τέτοιου είδους νοοτροπίες και πολιτικές;
Ν.Π.: θα ήθελα να πιστεύω πως είμαστε μακριά από νοοτροπίες σαν κι αυτές, αλλά δυστυχώς δεν είμαστε. Το θέατρο της Λευκορωσίας είναι ένα τρανό παράδειγμα. Και να μην ξεχνάμε βέβαια τις περσινές εικόνες έξω από το θέατρο Χυτήριο που δεν άφηναν να γίνει η παράσταση. Μερικές φορές λέμε ότι δεν είναι δυνατόν να γίνονται αυτά το 2013 ξεχνώντας ότι η χρονολογία είναι κάτι σχετικό. Γνωρίζω άπειρα παραδείγματα χωρών που η λογοκρισία δεν έλειψε ποτέ αλλά κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να πει κάτι γιατί είναι μακριά και πιστεύουμε ότι δεν μας αφορά. Να λοιπόν που τώρα το ζούμε στο σπίτι μας.

Cul.N.: Έχετε κάνει την επιλογή να ζήσετε μόνιμα και στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Λονδίνο. Μία πόλη με δεκάδες προσλαμβάνουσες για έναν ηθοποιό∙ ιστορικά θέατρα, σημαντικές παραστάσεις, ποικιλία καλλιτεχνικών ειδών. Πόσο δύσκολο είναι όμως ταυτόχρονα για να ξεχωρίσει ένας νέος ηθοποιός ανάμεσα σε τόσο ανταγωνισμό;
Ν.Π.:
Σε μια πόλη σαν το Λονδίνο είναι πολύ εύκολο να χαθείς. Όχι μόνο ανάμεσα στους ηθοποιούς αλλά στην πόλη. Είναι μεγάλη υπόθεση να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου γιατί ήρθες εδώ. Να δουλεύεις πολύ…σε διάφορες δουλειές, να έχεις υπομονή και κυρίως αυτοπεποίθηση. Λένε, για να πετύχεις, πρέπει να ρωτάς τον εαυτό σου αν το θες πολύ. Για μένα η ερώτηση είναι: Το θες ακόμα; Πρέπει να δουλέψεις νύχτα, το θες ακόμα; Πρέπει να πλύνεις πιάτα, το θες ακόμα; Όσο και να τρέχεις δεν θα σε φτάνουν τα χρήματα, το θες ακόμα;… Και κάπου εκεί παίρνεις το ρόλο, πας στην πρόβα ή στο γύρισμα και ανάμεσα στα λόγια του ρόλου σκέφτεσαι: Είμαι ηθοποιός στο Λονδίνο.

 

Cul.N.: Από τη μέχρι τώρα πορεία σας, ποιες συνεργασίες σας ξεχωρίζετε και για ποιους λόγους;
Ν.Π.: Από τις συνεργασίες μου ξεχωρίζω καταρχάς εκείνη με τον Βασίλη Βαφέα. Στα 16 μου, ένας απ’ τους πιο σημαντικούς Έλληνες σκηνοθέτες με μυεί στον κινηματογράφο λέγοντας μου τις συγγένεια του μέσου με τον αθλητισμό. Και από αθλητής παίρνω σιγά σιγά την απόφαση να γίνω ηθοποιός. Ο πρώτος μου ρόλος στο θέατρο ως Μιχάλης στον Ήχο του Όπλου της Αναγνωστάκη, ο ρόλος μου στους Βατράχους του Εθνικού στην Επίδαυρο, το Γιούγκερμαν και η Πολυκατοικία που πέρασα υπέροχα, η αξέχαστη συνεργασία μου με τον αγαπημένο μου Γρηγόρη Βαλτινό και με όλο τον θίασο στο Ψηλά απ’ τη Γέφυρα, η Λυσιστράτη που σκηνοθέτησε πέρυσι η Αναστασία στο Riverside και φυσικά η συνεργασία μου με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στο Λιβάδι που Δακρύζει.

Cul.N.:  Θα ήθελα να σταθούμε – όπως είναι φυσικό – στη συνεργασία σας με τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο στην ταινία «Το λιβάδι που δακρύζει». Τι θυμάστε πιο έντονα από αυτή τη συνεργασία και πώς προέκυψε; Υπάρχουν επιρροές από τη συμμετοχή σας σε αυτή που σας “ακολουθούν” καλλιτεχνικά από τότε;
Ν.Π.:
Αυτή η συνεργασία, που όταν άρχισε ήμουν 18 μισό, καθόρισε την αισθητική μου! Πολλές φορές το τί ψάχνω σ’ αυτή τη δουλειά και πολλές φορές το πώς με αντιμετωπίζουν στη δουλειά, ειδικά στο Λονδίνο, μιας και ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος είναι απ’ τους λίγους Έλληνες που ξέρουν αλλά και που σέβονται αφάνταστα! Όταν μιλούσα μ’ αυτόν τον άνθρωπο, ήθελα μετά να βγω έξω τρέχοντας και να γυρίσω μια ταινία, να γράψω, να ζωγραφίσω, να αναβιώσουν όλα πάνω στη σκηνή…

Cul.N.:  Μετά την παρουσίαση της παράστασης στην Αθήνα, ποιοι είναι οι επόμενοι σταθμοί της περιοδείας; Επόμενα καλλιτεχνικά σχέδια;
Ν.Π.: Υπάρχουν οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές πόλεις στο πρόγραμμα που όμως καλύτερα να αφήσω την Αναστασία να τα ανακοινώσει. Τις περιμένω με πολύ χαρά. Μόλις τελείωσα ένα μεγάλο event στο Southbank Centre που έγινε με σκοπό να αναδείξει την Ελληνική κουλτούρα και κυρίως του σήμερα, όπου διάβασα ποιήματα με την Victoria Hislop και έπαιξα στο καινούριο μονόπρακτο του Αλέξη Σταμάτη. Συζητάω για μια παράσταση αφού επιστρέψω Λονδίνο, μετά τις γιορτές, πρώτα ο Θεός, θα πάω στην Αμερική για τα γυρίσματα μιας ταινίας Western και το καλοκαίρι θα σκηνοθετήσω την πρώτη μικρού μήκους ταινία μου.

Φωτογραφία: Γιάννης Κατσαρής