Ένα τραγούδι. Ο Ρίτσος «τραγουδάει» για την αντίσταση, την αντίσταση στους Γερμανούς, στους Άγγλους, τους Αμερικάνους, τους μικροαστούς, τους δωσίλογους, τους μέσα και έξω μας εχθρούς.

Θα πεις: «τόσα χρόνια πέρασαν! Τι τα σκαλίζετε πάλι αυτά; Αφήστε να επουλωθούν οι πληγές αυτής της χώρας και να πορευτούμε μαζί». Μα για να «γιάνει» η πληγή, δε θέλει λησμονιά, δε θέλει τη σκόνη της λήθης. Θέλει το φάρμακο που δίνει ο απολογισμός, η ζωντανή μνήμη και η γνώση. Για να πορευτούμε μαζί, οφείλουμε να ψάξουμε μαζί, να δούμε μαζί το παρελθόν, για να χτίσουμε κάτι στέρεο στο μέλλον.

Σκέφτομαι αυτά που ζούμε σήμερα. Μέσα σε καραντίνες, λογικά μα και παράλογα μέτρα, λογικές και παράλογες συμπεριφορές, διχασμό για ακόμη μια φορά (αυτό το μάθημα δεν το πέρασε ποτέ σε καμία εξέταση αυτό το έθνος, πάντα μετεξεταστέο), βία πολιτική, αστυνομική, κοινωνική… Θα ήταν ιερόσυλο έστω και να προσπαθήσει κανείς να τα συγκρίνει όλα αυτά με όσα βίωσε ο Γιάννης Ρίτσος, για όλα όσα έκανε «τραγούδι» όπως λέει ο ίδιος στις «Γειτονιές του κόσμου». Ωστόσο, φέτος που επανερχόμαστε με αυτήν την παράσταση, μετά από δύο σχεδόν χρόνια που βιώσαμε τρομερά πράγματα, οι σκέψεις, τα νοήματα, οι εικόνες της, μου πυροδοτούν άλλα συναισθήματα, πολύ διαφορετικό τονισμό, άλλη δύναμη να «τραγουδήσω» και εγώ αυτές τις λέξεις. Εδώ. Σήμερα. Τώρα.

Ένα έργο γραμμένο στην εξορία, όχι από έναν άνθρωπο που από τις ανέσεις του γραφείου του, περιμένοντας να του έρθει η έμπνευση γράφει αποστασιοποιημένος θολά και αφηρημένα στιχάκια, αλλά αντλώντας δύναμη από την Ποίησή του, μέσα στον πυρήνα της αντίστασης, μέσα στην τιμωρία για όσα πιστεύει και για όσα γράφει. Έτσι θέλω και εγώ να πω το ποίημα αυτό. Όχι από την βολή του καναπέ, με θεωρίες και συζητήσεις, αλλά ζωντανά, με σκέψη και δράση. «Τούτες οι φωνές θα μείνουν τυπωμένες στην πρόσοψη της ιστορίας. Η ευτυχία λοιπόν δεν είναι παραμύθι. Περπατάτε».

Φωτογραφία: Δομνίκη Μητροπούλου

Διαβάστε επίσης:

Οι γειτονιές του κόσμου, του Γιάννη Ρίτσου ξανά στο Θέατρο Βαφείο