Έχει λεχθεί, και έχει γραφτεί αρκετές φορές, ότι τα έργα του Ίψεν στην εποχή μας δεν έχουν πια να πουν κάτι, ξεπερασμένα και σαν έργα προβληματισμού, και σαν δομή γραφής. Μέγιστη παραπλάνηση. Ο Νορβηγός θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και ηθοποιός, θεωρήθηκε και θεωρείτε ακόμα, ένας από τους πρωτοπόρους της θεατρικής ευρωπαϊκής δραματουργίας.
Ένα από τα κορυφαία του έργα είναι και οι «Βρυκόλακες». Έργο με στέρεη δομή, -απαγορευμένο για αρκετές δεκαετίες «ένα από τα πιο βρωμερά πράγματα που γράφτηκαν ποτέ», το χαρακτήρισαν- παραμένει μια πολύτιμη θεατρική παρακαταθήκη.
Η ιστορία των «Βρυκολάκων» είναι η ιστορία μιας οικογένειας σε μια πόλη της Νορβηγίας στα τέλη του 19ου αιώνα. Η κυρία Άλβινγκ υποδέχεται τον γιό της Όσβαλντ -λείπει χρόνια από την πατρική εστία, λόγω σπουδών και καριέρας- που επιστρέφει για τα εγκαίνια του ιδρύματος που κτίστηκε εις μνήμην του πατέρα του, λοχαγού Άλβινγκ. Ο οικογενειακός φίλος, εμπνευστής και διαχειριστής του ιδρύματος, Πάστορας Μάντερς, έχει έρθει να τακτοποιήσει οικονομικές εκκρεμότητες του ιδρύματος, αλλά και να εκφωνήσει λόγο στα αυριανά εγκαίνια, εκθειάζοντας την μεγάλη προσφορά του λοχαγού Άλβινγκ. Η Ρεγγίνα, μόνιμη κάτοικος του σπιτιού και ψυχοκόρη της οικογένειας, νιώθει χαρά με την επιστροφή του Όσβαλντ, φλερτάρει μαζί του, κι ονειρεύεται πως ο νεαρός Άλβινγκ θα είναι η ευκαιρία να ξεφύγει από την μίζερη, κλειστή ζωή της Σκανδιναβίας. Απ’ την άλλη, ο πατέρας της Ρεγγίνας, Ένγκστραντ, ζητά από την κόρη του να τον ακολουθήσει στα καινούργια επαγγελματικά του σχέδια που είναι να φτιάξει ένα, φαινομενικά αθώο, ξενοδοχείο ναυτικών. Και τέλος, ο νεαρός Όσβαλντ, που γύρισε μετά από χρόνια σπίτι του, εγκαταλείποντας την διαφορετική ζωή στο Παρίσι, στην Πόλη του Φωτός, φέρνοντας μαζί του βαριά μυστικά που αποκαλύπτοντάς τα, θα οδηγήσει και τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου να αντιμετωπίσουν ο καθένας τους, τους δικούς του ‘‘Βρυκόλακες’’.
Με το που αρχίζεις να μελετάς το κείμενο με σκοπό το ανέβασμά του, δηλαδή το ζωντάνεμα των ηρώων του…το τι σκέπτονται, γιατί το σκέπτονται, τις πράξεις τους και την απραξία τους, τα συναισθήματά τους, τα λόγια που λένε, αλλά, ιδιαίτερα, τα λόγια που δεν λένε,…βρίσκεσαι μπροστά σε πολλά ερωτηματικά. Από τη μια έχεις τα ρεαλιστικά πατήματα -που αργότερα αναπτύχθηκαν στο μεγαλύτερο ποσοστό των έργων του σύγχρονου θεάτρου- κι απ’ την άλλη είναι ανάγκη να βρεις τις αφετηρίες όλων όσων συμβαίνουν τώρα, καταιγιστικά, μέσα στις είκοσι τέσσερεις ώρες που κρατάει το έργο. Κι όλα αυτά τα ερωτηματικά, μαζί με τα καινούργια που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των προβών, έφτασαν να μας απασχολούν μέχρι και τις τελευταίες πρόβες!
Παρόλη όμως την πολυπλοκότητά του είναι σημαντικό να δοκιμάζονται και να ξαναδοκιμάζονται στη σκηνή τέτοιου είδους θεατρικές γραφές σαν τους «Βρυκόλακες». Πρωτοπόρο για την εποχή του, αλλά πολύτιμο και σήμερα, μιάς και η βασική πλατφόρμα που κινούνται, σκέφτονται και πράττουν οι πέντε ήρωές του, μιλά για τον μέγα αγώνα του ατόμου να κρατήσει ακέραιη την ατομική του συνείδησή απέναντι στην πίεση που του εξασκούν οι ανόητες κοινωνικές συμβάσεις, τα πατριαρχικά «πρέπει» και οι δογματικές θρησκοληψίες. Τα συνεχή διλλήματα, με κορυφαίο δίλλημα την ευθανασία που πρέπει να αποφασίσει η κυρίας Άλβινγκ για τον αγιάτρευτο γιό της, ο κοινωνικός αρνητικός κομφορμισμός που οδηγεί σταδιακά στην απρόσωπη υπάκουη μάζα, η, σχεδόν, δολοφονική εμμονή της προτεσταντικής πίστης στις «παλαιές, σωστές αντιλήψεις», που παρεμπιπτόντως, σημάδεψαν και συνεχίζουν να καθοδηγούν την πολιτιστική και πολιτική ταυτότητα στις άνω χώρες της Ευρώπης, καθιστούν το έργο απόλυτα σύγχρονο!
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Λέει κάπου ό ίδιος ο συγγραφέας: «…νομίζω ότι είμαστε όλοι μας φαντάσματα. Δεν είναι μόνο αυτό που κληρονομήσαμε από τον πατέρα και τη μητέρα μας που «περπατάει» μέσα μας. Είναι κάθε λογής νεκρές ιδέες, άψυχες παλιές πεποιθήσεις, και ούτω καθεξής. Δεν είναι ζωντανά, αλλά προσκολλώνται πάνω μας και δεν μπορούμε να τα αποτινάξουμε. Κάθε φορά που παίρνω μια εφημερίδα, νομίζω ότι βλέπω φαντάσματα να γλιστρούν ανάμεσα στις γραμμές».
Στόχος, όραμα και επιθυμία να καταδείξει η παράσταση τα προαναφερθέντα και περισσότερο να επισημάνει και να τονίσει τις αντιφατικές συμπεριφορές των ανθρώπων όποιας εποχής, την αποπνικτική ηθικολογία που αποπροσανατολίζει, το ακανθώδες ζήτημα της ευθανασίας, την έλλειψη δυναμικών αποφάσεων τη στιγμή που χρειάζεται… να δείξει και να σχολιάσει αυτήν την συνεχή φασιστική επιβολή του σκοταδιού και των κρυφών συνεννοήσεων, που εντέλει μάς στερούν το Φως της κατανόησης, της συχώρεσης και της ευτυχίας.
Πληροφορίες
ΘΕΑΤΡΟ ΕΛΕΡ
«Βρυκόλακες» του Ερρίκου Ίψεν
Αθηναϊκή Σκηνή – Φωτόνιο Τέχνης και Πολιτισμού
Παρασκευή & Σάββατο: 21.00 | Κυριακή: 20.00
Διαβάστε επίσης:
Βρυκόλακες, του Ερρίκου Ίψεν σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη στο Θέατρο ΕΛΕΡ