Είναι αδιαμφισβήτητα ένας εκ των κορυφαίων συγγραφέων που με τις αφηγήσεις του και τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής του δεν μας αφήνει περιθώρια παρά να νιώσουμε με όλο μας το είναι τον παλμό των ηρώων μέσα από το προσωπικό τους δράμα. Με το βλέμμα του πάντα σε επίκαιρα και φλέγοντα θέματα που διαχρονικά αφορούν κάθε κοινωνία, ο Μάχι Μπινμπίν (Mahi Binebine) καταφέρνει να μπαίνει ολοκληρωτικά στο σώμα του προβλήματος και να στρίβει την πληγή μέχρι να ματώσει γιατί η αλήθεια είναι αυτή που πονάει και ο πόνος πολλές φορές είναι λυτρωτικός και απελευθερωτικός. Κάθε φορά βρίσκει την οδό εκείνη που θα τον οδηγήσει να εξιστορήσει αυτά που έχει δει και παρατηρήσει, να αφουγκραστεί αυτά που συμβαίνουν γύρω του αλλά και να αναδείξει όσα δεν φαίνονται αλλά κρύβονται κάτω από ένα χαλί ωραιοποίησης.

Μέσα στην καρδιά των γεγονότων και των ανοιχτών πληγών ξεδιπλώνεται το δράμα

Η «Οδός της Συγγνώμης» είναι ένα βιβλίο αφιέρωμα στα κορίτσια που αντιστέκονται, στα κορίτσια που αντέχουν, στα κορίτσια που τολμούν να μιλήσουν για όλα αυτά τα τραγικά που συμβαίνουν μέσα στην οικογένειά τους και αποσιωπούνται με θύματα τις ίδιες τις μαυρισμένες ψυχές τους. Ο Μπινμπίν δεν φοβάται ούτε εδώ να εκφράσει τον πόνο της μικρής Χαγιάτ, άλλο ένα θύμα πατρικής “αγάπης”, μιας κατάστασης δηλαδή απερίγραπτα βίαιης καθώς η Χαγιάτ είναι το απόλυτο εργαλείο στα χέρια του δυνάστη πατέρα που την κακομεταχειρίζεται, την χτυπάει, την εκμεταλλεύεται, της συμπεριφέρεται χειρότερα και από ζώο. Η μικρή Χαγιάτ θα βρει θαλπωρή στην αγκαλιά του Παππού και της Μαμίτα που θα την φροντίσουν και οι δύο σαν να ήταν κόρη τους.

«Ως πότε θα βαστάς το αβάσταχτο; Η γυάλινη σφαίρα σου δεν θα ‘ναι πια για σένα καταφύγιο. Την έχουν κεντήσει, την έχουν τρυπήσει οι άγγελοι. Θα σου είναι άχρηστη: Δεν θα σε βοηθάει να ξεφύγεις, δεν θα καταπραΰνει τη συνείδηση της φριχτής σκιάς που σε τυλίγει. Τι περιμένεις, λοιπόν; Γιατί δεν αντιστέκεσαι; Ποιος σ’ εμποδίζει να παλέψεις, ν’ αμυνθείς, να δείξεις τα δόντια σου, να φωνάξεις, να δαγκώσεις; Δεν είσαι πια παιδί. Στην ηλικία σου η μητέρα σου σε είχε κιόλας στην κοιλιά της» θα γράψει ο Μπινμπίν περιγράφοντας τον λαβωμένο συναισθηματικό κόσμο της μικρής Χαγιάτ όπου καθώς μητέρα και πατέρας είναι απόντες παρόντες, εκείνη ενηλικιώνεται γρήγορα, την αναγκάζουν οι συγκυρίες να βιαστεί να μεγαλώσει, να ωριμάσει πρόωρα ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει κινδύνους.

Μέσα από μία αποκαλυπτική κατάθεση αληθοφανών περιπτώσεων και αφηγήσεων που κανείς δυσκολεύεται να θεωρήσει πως μπορεί να αρθρώσει ανθρώπινο στόμα, ο συγγραφέας καταφέρνει να μας αφήσει μία γεύση πικρίας, θυμού, στενοχώριας σίγουρα, θλίψης βεβαιότατα, αγωνίας για το αύριο. Κόλαση ίσως να απέχει μόλις λίγο από τον επικαλούμενο Παράδεισο, έναν όροφο, ένα τετράγωνο, λίγα χιλιόμετρα, ποιος μπορεί να ξέρει! Και αυτός ο παράδεισος μάλλον αργεί για τη μικρή Χαγιάτ και ίσως ποτέ να μην τον γνωρίσει. Ο Μπινμπίν πραγματεύεται με λεπτότητα και ευαισθησία το θέμα της ολοένα και αυξανόμενης παιδικής εκμετάλλευσης που δεν λέει να κοπάσει και αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει μια σταθερή ανικανότητα της κοινωνίας να προστατεύσει τα πιο ευάλωτα μέλη της. Παράλληλα, θίγει τη μάστιγα της ενδοοικογενειακής βίας μιλώντας τόσο για τη χώρα του το Μαρόκο αλλά καθρεφτίζοντας και μια συνολικότερη δραματική κατάσταση.

Στην Οδό της Συγγνώμης πρωταγωνιστούν από τη μία η ασυδοσία του πατέρα που στην πραγματικότητα είναι ένα τέρας που καταδυναστεύει την ίδια του την κόρη με άσκηση βίας κάθε επιπέδου ενώ από την άλλη πλευρά ο αναγνώστης παρατηρεί την υγιή πλευρά, την όμορφη όχθη της τρυφερότητας που εξασφαλίζεται για την Χαγιάτ μετά την φουρτούνα από ανθρώπους με καλοσύνη. Είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, είναι δύο πλευρές του ίδιου έργου που παίζεται ενώπιόν μας. Ο αναγνώστης παρακολουθεί λοιπόν την πορεία της ζωής ενός κοριτσιού που εδώ λέγεται Χαγιάτ αλλά που θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε κορίτσι καταπιεζόμενο σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου, ένα κορίτσι που παλεύει για το ίδιο του το παρόν γιατί είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κάποιος για το μέλλον της. Ακόμα και όταν ο Παππούς και η Μαμίτα φύγουν από τον κόσμο υπάρχει ακόμα η θεία Ροζαλία να την προσέχει και αυτή σαν να ήταν κόρη της.

Η ίδια η Χαγιάτ φεύγοντας από το σπίτι της αφήνει πίσω της τη μικρή της αδερφή γιατί προείχε να γλιτώσει η ίδια από τα δεσμά ενός πατέρα άγριου κακοποιητή, η σκέψη της ωστόσο είναι πάντα στην αδερφή της και δεν διστάζει να μιλήσει για την απώλεια αυτή: «Αν οι λέξεις κρατούν τα μυστικά τους, υπάρχουν σημάδια αλάθευτα που τα φανερώνουν. Ναι, λοιπόν, πήγα ξανά στην Οδό της Συγγνώμης και πλήρωσα το τίμημα: άγρυπνες νύχτες, κράμπες στην κοιλιά, εφιάλτες… Με τη σκέψη μου στη μικρή αδελφή μου που την άφησα μωρό κι έφυγα. Δεν θυμάμαι καν το όνομά της. Τι ντροπή!». Είναι αυτές οι μνήμες που την ταλανίζουν και την βασανίζουν, που την κρατούν ανήσυχη να σκέφτεται λάθη και παραλείψεις για τα οποία σαφώς και δεν φταίει που όμως την βαραίνουν ψυχολογικά, για ένα παρελθόν κακό μα και για ένα μέλλον αβέβαιο. Η ιστορία του Μπινμπίν είναι από αυτές που θα στροβιλίζουν πάντα μέσα μας, θα μας ακολουθούν γιατί ο κόσμος είναι σκληρός και όπως είναι γνωστό αν σωθεί το παιδί υπάρχει ελπίδα.

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Η οδός της συγγνώμης»:

«Μαντάρουμε τη δαντέλα της αθωότητας, παίρνουμε πίσω τα κλεμμένα όνειρα, πετάμε την πίκρα στα σκουπίδια και παύουμε να φοβόμαστε. Ξαναφτιάχνουμε, προχωράμε, προχωράμε μπροστά…»

«Η Μαμίτα και ο Παππούς ήταν μαζί μου όταν μπήκα στο σοκάκι των παιδικών μου χρόνων. Η καρδιά μου χτυπούσε σταθερά, τα χέρια μου δεν έτρεμαν παρά ελάχιστα»

Διαβάστε επίσης: 

Μάχι Μπινμπίν – Η οδός της συγγνώμης: Ο Μαροκινός συγγραφέας γράφει για τη «Ζωή»