Ο εικαστικός προβληματισμός του καλλιτέχνη διερευνά στοιχεία ανθρώπινης κινητικότητας, τους τρόπους με τους οποίους αυτά επηρεάζουν την αντίληψή μας για την κοινωνική πραγματικότητα και το πως τοποθετούμε τον ίδιο μας τον εαυτό μέσα στον σύγχρονο κόσμο.

Ο Γιώργος Ταξίδης αντιστέκεται στον περιορισμό ενός μόνο μέσου και υλικού. Συγκεκριμένα θα παρουσιασθούν έργα από μολύβι, κάρβουνο, παστέλ, λάδι σε καμβά, λινόλεουμ σε χαρτί, λιθογραφία καθώς και γλυπτά που δημιουργήθηκαν με χώμα, ρίζες, στάχτη και ακρυλική κόλλα. Τα υλικά που έχει επιλέξει ο Ταξίδης υποδεικνύουν την υπέρτατη ανάγκη του να επικοινωνήσει μέσα από πολλαπλούς διαύλους δίνοντας έμφαση στην βαρύτητα της αφήγησής του.

Ο Ταξίδης είναι ένας δεινός συλλέκτης ιστοριών· όχι όμως οποιωνδήποτε ιστοριών. Έχοντας ως αφετηρία το παρελθόν των γονιών και των παππούδων του οι οποίοι υπήρξαν πρόσφυγες από τις νότιες επαρχίες της Ρωσίας, ανιχνεύει κοινούς διαγενεακούς τόπους μέσα από την ίδια του τη ζωή, από τα πρώιμά της στάδια μέχρι σήμερα.

Ταπεινές και τρυφερές οικογενειακές και ιδιωτικές σκηνές σε εκτέλεση ιδιότυπης τεχνοτροπίας, οι οποίες έγκειται κάπου ανάμεσα στο ρεαλισμό και τον ιμπρεσιονισμό, απεικονίζουν ένα περιβάλλον έντονης ψυχικής και συναισθηματικής διεργασίας. Και ενώ δεν πρόκειται για ένα εύπεπτο θέμα ούτε για τον καλλιτέχνη όμως ούτε και για τον θεατή, αυτό αναμφίβολα αντηχεί όχι μόνο τις εμπειρίες του αλλά επίσης φέρνει στο προσκήνιο επίκαιρα ζητήματα που περικλείουν την ανθρώπινη μετακίνηση και μετατόπιση.

Λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική υφή και ιδιαιτερότητα του έργου του Ταξίδη, εντοπίζουμε υποκείμενα πολιτικά ερωτήματα τα οποία είναι μεν εύκολα να τεθούν, δύσκολα δε να απαντηθούν, ειδικά σήμερα. Τα εκτιθέμενα έργα αναπαριστούν πορτρέτα ανθρώπων πολύ κοντά στον καλλιτέχνη αλλά, συγχρόνως, βλέπουμε σε αυτά με κάποιο περίεργο τρόπο μέλη της δικής μας οικογένειας –ή ενδεχομένως και τον ίδιο μας εαυτό– τα οποία απροσδόκητα αναδύονται και εγκαθίστανται εντός μιας νοητικής και εσωτερικής σφαίρας. Μετατρέπονται σε αντανακλάσεις των ίδιων μας των αναμνήσεων, σαν αφαιρετικά τοπία που σκιαγραφούν και αποκαλύπτουν το πορτρέτο της ίδιας της ζωής.

Τα έργα του Ταξίδη ενσωματώνουν έναν κοινωνικό σύνδεσμο δίνοντας έμφαση στην διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο η δυναμική των κοινωνικο-πολιτισμικών, προσωπικών και διαπροσωπικών αφηγήσεων μπορούν να κληροδοτηθούν σε γενεές διαμέσου της μνήμης ή να επανέλθουν στην επιφάνεια μέσα από εμπειρίες του παρόντος, αναπόφευκτα υπενθυμίζοντας γεγονότα του παρελθόντος.

Ξεδιπλώνεται διαδοχικά μια συζήτηση για το πώς το μέλλον μπορεί να δομηθεί πάνω σε παλιές μνήμες και εμπειρίες. Ο χώρος της έκθεσης ξαφνικά μετατρέπεται σε έναν τόπο δίχως φυσικά όρια, με συναισθήματα στοργής, πένθους και νοσταλγίας να πλημμυρίζουν τον θεατή.

Η έκθεση Παραμύθι για Ενήλικες ενσαρκώνει την οξύμωρη σχέση ανάμεσα στα αθώα χρόνια της παιδικής μας ηλικίας και τη συνειδητοποίηση των κακουχιών και αντιξοοτήτων της ενήλικης ζωής. Αποτελεί τον απόηχο ενός υπαρξιακού ταξιδιού που ανιχνεύει τους λόγους πίσω από την μεγάλη επιθυμία μας να διατηρήσουμε την μνήμη και να περισώσουμε το αποτύπωμά μας σε αυτόν τον κόσμο. Είναι μια ισχυρή δήλωση της ανάγκης μας να συνεχίσουμε και της αέναης πάλης μας για επιβίωση.

Η έκθεση συνοδεύεται από δίγλωσσο κατάλογο και κείμενο του ιστορικού της τέχνης και επιμελητή δρ Κώστα Πράπογλου, από όπου και προέρχονται τα παραπάνω αποσπάσματα.