Η έρευνα πάνω στην Ελευθερία του Τύπου στη σημερινή Ελλάδα ξεκίνησε περίπου 3 χρόνια πριν. Όταν στο πλαίσιο μαθήματος για το θέατρο-ντοκουμέντο στο μεταπτυχιακό «Θέατρο και Κοινωνία» μου ζητήθηκε να «βρούμε πιθανό θέμα», δεν φανταζόμουν ότι θα ξεκινούσε ένα τέτοιο ταξίδι, έρευνας δημοσιογραφικής και σκηνικής. Κι ενώ ακούγεται ως ένα θέμα ασυνήθιστο για το θέατρο και ίσως ‘απόμακρο’ για έναν δημιουργό, πολύ γρήγορα αναδύθηκαν προσωπικές συνδέσεις: πόσο ανοιχτός είμαι σε διαφορετικές οπτικές για τα γεγονότα και άρα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος και κυρίως: τι είναι σημαντικό και ποιος ο χρόνος που του αναλογεί;
Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι η όλη διαδικασία, η ποιοτική έρευνα και οι σκηνικές δοκιμές, ήταν μια ομαδική δουλειά, ακολουθώντας τις πρακτικές του θεάτρου της επινόησης. Μέσω της ομαδικότητας, δίνεται χώρος για μια πιο οριζόντια διαδικασία δημιουργίας, όπου οι ηθοποιοί προτείνουν, αυτοσχεδιάζουν και παράγουν πρωτογενές σκηνικό υλικό. Φυσικά, αυτό το υλικό δουλεύεται ξανά, επιλέγεται και επιμελείται προς την τελική του, αν υπάρχει ‘τελική’, μορφή.

Ως προς την αρχική έρευνα, τα «σημεία εισόδου», όπως λέμε, δηλαδή τα φαινόμενα που την πυροδότησαν τότε ήταν, στην καραντίνα, η ασυνέπεια της αφήγησης από τα ΜΜΕ στην κάλυψη των γεγονότων στην Νέα Σμύρνη. Δυστυχώς παρόμοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά: το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, οι καταστροφικές πλημμύρες της Θεσσαλίας ή το ναυάγιο της Πύλου, με νεαρό επιζώντα να λέει: «Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να γνωρίζει ο κόσμος τι συνέβη», τονίζοντας τη σημασία της πληροφόρησης. Αρχικά όμως, αναρωτήθηκα για ένα πιο απλό θέμα: πώς και πόσο δημοσιεύθηκε η είδηση που αφορούσε την ίδια την Ελευθερία του Τύπου (δηλαδή η χαμηλή κατάταξη της Ελλάδας σε διεθνείς δείκτες); Μέσω της έρευνας, δημιουργήθηκαν ερωτήματα για την ενημέρωση του μέσου πολίτη: τι γνωρίζουμε; «τι κρίνεται σημαντικό» να γνωρίζουμε; τι (δεν) μπορούμε να γνωρίζουμε; Μέσα από αυτή την πληθώρα αποσπασματικών ειδήσεων είναι εφικτό ο πολίτης να ενημερώνεται σε βάθος; Έπειτα ακολούθησε πρωτογενής έρευνα πεδίου στο newsroom ενός μεγάλου ΜΜΕ. Εκεί μάς αποκαλύφθηκαν πολλές πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς, της σχέσης των συντακτών με τη δουλειά τους και μεταξύ τους, τροφοδοτώντας με πλούσιο υλικό τους δραματικούς χαρακτήρες. Προέκυψε η παράλογη, η αστεία, η κρυφή πλευρά τους σε έναν φαινομενικά ‘βαρετό’ επαγγελματικό χώρο. Ήταν εντυπωσιακές οι αλλαγές στον ρυθμό και την ενέργεια των ανθρώπων ανάλογα τις ειδήσεις που κατέφθαναν: για ώρα ίσως επικρατούσε ηρεμία, δεν συνέβαινε τίποτα. Και ξαφνικά ένα επείγον, ένα σημαντικό θέμα προς δημοσίευση! «Όλα είναι θέμα χρόνου», όπως αναφέρει και η εικαστικός Λήδα Παπακωνσταντίνου. Το ζήτημα του χρόνου με απασχόλησε και δραματουργικά και σκηνοθετικά. Ταυτόχρονα, το ερώτημα «τι είναι σημαντικό» προέκυπτε συνεχώς στην δραματουργία επίσης, καθώς το υλικό έρευνας που είχε συλλεχθεί (έρευνες αρχειακές, συνεντεύξεις, έρευνα πεδίου) ήταν εξαιρετικά πλούσιο. Με ποια κριτήρια θα επιλεγόταν;

Σημαντικό όπλο για την αντιμετώπιση του θέματος, και την αποφόρτισή μας φυσικά, είναι το χιούμορ και η σάτιρα. Είναι κάτι που το είχα εγώ και όλη η ομάδα ανάγκη. Πώς αλλιώς να προσεγγίσει κανείς τόσο ‘σοβαρά’ ή ‘βαριά’ θέματα και ειδικά σε μια θεατρική συνθήκη; Έτσι προέκυψε και η ιδέα μιας ‘πρότυπης’ Σχολής Δημοσιογραφίας, όπου οι νέοι επίδοξοι ρεπόρτερ εκπαιδεύονται…
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η δραματουργία έχει 2 άξονες: στην Α’ πράξη εξετάζεται το ζήτημα της Ελευθερίας του Τύπου από διαφορετικά επιστημονικά πεδία: την Κοινωνιολογία, την Οικονομία και τις Πολιτικές Επιστήμες. Στο σύντομο αυτό μέρος, οι θεατές – παρατηρητές έχουν την ελευθερία να επιλέξουν ανάμεσα σε τρεις ερευνητές- ομιλητές. Η ιδέα αυτή προέκυψε από το ότι και ο καθένας μας επιλέγει την ενημέρωσή του και άρα την οπτική του για τον κόσμο (όπως η φράση «βλέπουμε τον κόσμο με τα μάτια των ΜΜΕ»). Υπάρχουν όμως πολλές οπτικές στα πράγματα. Συνειδητοποίησα μάλιστα ότι αυτό μου κέντριζε το ενδιαφέρον από μικρή ηλικία (όπως η διαφήμιση της Guardian “Points of view” του 1986). Θεωρώ πολύ ενδιαφέρον ότι ενώ τα ντοκουμέντα με τα οποία επιχειρηματολογούν οι ομιλητές είναι όλα αληθή (και μάλιστα κάποια είναι κοινά), η προσέγγιση του καθενός οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα σχετικά με τα αίτια της χαμηλής κατάταξης της χώρας στην Ελευθερία του Τύπου.
Στην Β’ πράξη, παρακολουθούμε, σε ένα ‘θέατρο εν θεάτρω’, τους ερευνητές να αναδημιουργούν μια αίθουσα σύνταξης ενός διαδικτυακού site. Συγκεκριμένα, παρακολουθούμε μια καθημερινότητα τριών συντακτών και το πώς αντιδρούν, ή θα μπορούσαν να αντιδράσουν δουλεύοντας σε ένα κυρίαρχο ΜΜΕ, σε καίριες ειδήσεις που αφορούν την Ελευθερία του Τύπου. Ποιες θα δημοσίευαν και πώς; Πώς σχετίζονται με αυτές, εμπλέκονται καθόλου συναισθηματικά; Πώς η πίεση του χρόνου σε ένα δημοσιογραφικό site τους επηρεάζει;
Και μέσα σε όλο αυτό το πολύ ‘πραγματικό’ σύμπαν της αίθουσας σύνταξης, εισβάλλει ένα ‘μαγικό’ στοιχείο, ένας ανεξήγητος άνεμος που διαρκώς δυναμώνει, και ωθεί τους χαρακτήρες σε εξέλιξη. Το στοιχείο του αέρα ήταν κάτι που διαισθητικά ήταν παρόν εξ αρχής στη σκηνοθεσία. Και μετά το συναντούσα συχνά σε καλλιτεχνικές αναφορές: παραστάσεις των Peeping Tom, το βιβλίο «Walden ή Η ζωή στο δάσος» κ.α. Είναι ένας άνεμος που συνεχώς μας ‘φυσάει’, ένας άνεμος σύνδεσης ή αποσύνδεσης με τα πράγματα… και πάλι εμείς επιλέγουμε.
Διαβάστε επίσης:
Ignoramus, του Γιάννη Ασκάρογλου στο Reκτιφιέ