Από το πρώτο του μυθιστόρημα «Επιφάνεια» και την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά μέχρι το πρόσφατο «Ο ουρανός που ονειρεύτηκες», ο Γιάννης Σκαραγκάς στηρίζει τη λογοτεχνική γραφή με στοιχεία όπως η ατμοσφαιρική αφήγηση και η ανατρεπτική πλοκή αλλά με τρόπο που τον ξεχωρίζει από τον κοινό τόπο καθώς επιχειρεί μια εκ νέου συνομιλία με το κοινό, μακριά από κλασικά ή επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Διατηρώντας τη λογοτεχνική του ταυτότητα, δεν αρνείται να ανταποκριθεί στις τάσεις και τα σχέδια συνεργατών/συνδημιουργών του στο θέατρο, στην τηλεόραση και στο σινεμά και παραμένει ανοιχτός σε κάθε γοητευτικό ενδεχόμενο πτώσης ή αποσυντονισμού των χαρακτήρων που πλάθει.

 

Συνέντευξη: Πηνελόπη Πετράκου

 

Culturenow.gr: Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο σας βιβλίο από τις εκδόσεις Κριτική με τίτλο Ο ουρανός που ονειρεύτηκες. Πόσο καιρό το ετοιμάζατε;

Γιάννης Σκαραγκάς: Ξεκίνησε το 2006, ως μια μικρή νουβέλα στα αγγλικά που υπέβαλα, με την προτροπή του αμερικανού συγγραφέα, Ντέιβιντ Πλαντ, για υποτροφία στο ίδρυμα Fulbright. Ύστερα, ξαναδούλεψα το κείμενο ως θεατρικό  που ανέβηκε στη Νέα Υόρκη. Όταν όμως το ζήτησε η Μάγγη Μίνογλου για τις εκδόσεις Κριτική, ξαναδούλεψα το ελληνικό κείμενο, συμπεριλαμβάνοντας και κάποια στοιχεία από τη θεατρική του εκδοχή.


Cul. N: Έχετε κατά καιρούς δώσει κείμενά σας σε ξένα έντυπα. Έχετε ζήσει στο εξωτερικό;

Γ. Σ.: Δούλευα στις ΗΠΑ το 2008 και 2009, αλλά τις περισσότερες συνεργασίες μου με αμερικανικά, κυρίως λογοτεχνικά, περιοδικά τις έκανα από το 2009 και μετά. Θα ξεχωρίσω -με συναισθηματικά και μόνο κριτήρια- το Oak Bend Review που με δημοσίευσε για πρώτη μου φορά στο τελευταίο του τεύχος και το World Literature Today που έχει μια σπουδαία λογοτεχνική παράδοση από το 1927.

 

Cul. N: Τόσο στην Επιφάνεια όσον και στο παλιότερο Αινιγματικό βλέμμα του Αγγέλου (εκδ. Πατάκη) αλλά και τώρα στον Ουρανό, η πλοκή εξελίσσεται σε θρίλερ, δε δημιουργείτε απλώς μια περιπέτεια αλλά μια σκοτεινή και τρομακτική υπόθεση όπου κανείς εμπλεκόμενος δεν είναι απόλυτα διαυγής και όλα μπορούν να συμβούν. Η προτίμηση αυτή σχετίζεται καθόλου με τις σπουδές σας στη Νομική Επιστήμη;

Γ. Σ.: Σωστά αναφέρεστε στην επιρροή της Νομικής γιατί συνδυάζει τη σαφήνεια στη δόμηση και στη διατύπωση με την ευρύτερη πιθανή εφαρμογή και ερμηνεία του περιεχομένου. Από την άλλη, Ο ουρανός που ονειρεύτηκες είναι μια καθαρόαιμη ιστορία χαρακτήρων, που χρησιμοποιεί την ανατροπή ως αναγκαία δραματική συνέπεια της απόγνωσης που πνίγει την πρωταγωνίστρια. Σε επίπεδο ατμόσφαιρας μοιάζει πολύ με ψυχολογικό θρίλερ, και αυτό ήθελα. Την κορύφωση όμως δεν την υποκινεί το απόκρυφο αλλά η ανάγκη για εξιλέωση και ανθρώπινη επαφή.


Cul. N: Σε δυο σημεία του Ουρανού όταν ο κεντρικός ήρωας ερωτάται αν τον πληρώνουν για να γράφει απαντά μάλλον ενοχλημένος πως τον πληρώνουν ΟΤΑΝ γράφει. Υποθέτω ότι το πρώτο δε σας έχει συμβεί. Θεωρητικά, λοιπόν, πώς το αντιμετωπίζετε;

Γ. Σ.: Του το λέει όντως ο ίδιος χαρακτήρας παριστάνοντας δύο διαφορετικούς ανθρώπους εκμεταλλευόμενος την αμνησία του ήρωα. Από το 1996 που ξεκίνησα να γράφω επαγγελματικά, για τις Νύχτες Κωμωδίας της Λουκίας Ρικάκη, οι μισές συνεργασίες μου, κυρίως στον χώρο των τηλεοπτικών και κινηματογραφικών παραγωγών, ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ήταν δηλαδή παραγγελίες. Είναι εξαιρετική σπουδή το να πραγματοποιείς τις ιδέες των άλλων, γιατί έχουν ακριβώς την ίδια αξία με τις δικές σου ιδέες και θα συναντηθούν αναπόφευκτα. Δεν εξιδανικεύω -το αντίθετο. Οτιδήποτε εκτοπίζει το εγώ σου από το επίκεντρο των πραγμάτων είναι ζόρικο αλλά σου χαρίζει μια μοναδική αντίληψη της δουλειάς και των δυνατοτήτων σου.


Cul. N: Στο βιβλίο αυτό επίσης χρησιμοποιείτε για τους χαρακτήρες ονόματα από την παγκόσμια μυθοπλασία: Οιδίποδας, Μήδεια, Ιουλιέτα, Κάιν. Το είχατε σχεδιάσει ή το αποφασίσατε στην πορεία και πόσο εξυπηρετεί τελικά το στόρυ;

Γ. Σ.: Ήθελα να χρησιμοποιήσω γνωστά δραματικά σύμβολα και να τους προσδώσω εμπειρίες σύγχρονων ανθρώπων. Πάνω απ’ όλα όμως, ήθελα να ενισχύσω με κάτι χειροπιαστό την παράνοια του πρωταγωνιστή ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι πραγματικοί αλλά δημιουργήματα της φαντασίας του.

Cul. N: Δείχνετε να κατανοείτε τον γυναικείο ψυχισμό σε μεγάλο βαθμό, θα στοιχημάτιζα ότι είστε ιδιαίτερα παρατηρητικός. Ισχύει;

Γ. Σ.: Ελπίζω να τον κατανοώ πραγματικά. Νομίζω ότι είναι θέμα άλλοτε παρατηρητικότητας και άλλοτε δραματουργικής ευαισθησίας και αναγκαιότητας: φορτώνω τους χαρακτήρες μου με μια συναισθηματική πολυπλοκότητα που τους κάνει πιο πειστικούς ως γυναίκες παρά ως άντρες. Το καινούργιο μου θεατρικό για παράδειγμα, «Η εποχή του κυνηγιού», που σκηνοθετεί η Λίνα Ζαρκαδούλα και παίζουν η Φωτεινή Μπαξεβάνη με την Αθηνά Μαξίμου, δε θα μπορούσε εύκολα να είναι μια αντρική ιστορία.

 

Cul. N: Οι τύποι στα έργα σας είναι τραγικοί και όλοι τους παγιδευμένοι σε ένα παρελθόν-συρματόπλεγμα που δεν τους αφήνει να ξεμακρύνουν. Αυτή πιστεύετε είναι η αληθινή ανθρώπινη υπόσταση;

Γ. Σ.: Ένα από τα κοινά γνωρίσματα που έχουν αρκετοί χαρακτήρες μου, είναι η προσπάθειά τους να καταλάβουν τον κόσμο και να ενταχθούν. Είναι τόσο απεγνωσμένη αυτή η προσπάθεια που δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς μιμούνται για να μη διαφέρουν από τους άλλους. Είναι σαν να βλέπουν το κακό στην ψυχή του κόσμου και να κάνουν κάτι χειρότερο για να του μοιάσουν. Αυτό που πιθανώς τούς κάνει τραγικούς είναι ότι ορμάνε με λαχτάρα στη συντριβή τους, και μετά δεν τρέφουν καμία αυταπάτη ότι μπορούν να διορθώσουν τα λάθη τους και να επανέλθουν στον κόσμο που τους απέβαλε. Όπως στη ζωή, έτσι και στη μυθοπλασία με συγκινούν οι χαρακτήρες που από όλους τους ρόλους μέσα στους οποίους θα μπορούσαν να ανθίσουν, διαλέγουν τον πιο ενοχικό.

 

Cul. N: Στη γραφή σας μάλλον δεν πειραματίζεστε τόσο με τα γλωσσικά σχήματα όσο με την αφήγηση, που την κάνετε δαιδαλώδη: ο αναγνώστης αισθάνεται πως έχει μπροστά του ένα δέντρο με κλαδιά και παρακλάδια ή ακόμη τη ρωσική κούκλα, αφού κάθε ιστορία έχει κι άλλη μια μικρότερη μέσα της. Ποια είναι τα αναγνώσματα κι οι συγγραφείς που σας έφεραν μέχρι εδώ;

Γ. Σ.: Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει στις ιστορίες μου και η παραμικρή ακόμα λεπτομέρεια να παίζει κάποιο ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων και να την εξηγεί. Όσο για αυτούς που με έφεραν μέχρι εδώ, για να μην παραθέσω μια μεγάλη λίστα συγγραφέων, θα αναφερθώ ενδεικτικά σε μια πρόσφατη εμπειρία μου. Ήμουν σε μια γενική πρόβα της εκδήλωσης που έκανε το περιοδικό Εντευκτήριο για τον Γιώργο Ιωάννου. Συγκινήθηκα γιατί ακούγοντας ένα απόσπασμα, θυμήθηκα με εκπληκτική διάυγεια αυτό που ένιωσα όταν πρωτοδιάβασα τον Επιτάφιο Θρήνο στην εφηβεία μου.

 

Cul. N: Ποιο πιστεύετε πως είναι το μέλλον των νέων δημιουργών στο σύγχρονο λογοτεχνικό  τοπίο;


Γ. Σ.: Θα απαντήσω με αυτό που λέω κατά καιρούς σε μαθητές μου στη δημιουργική γραφή και το σενάριο. Το μέλλον είναι το ίδιο συγκλονιστικά αβέβαιο και ενθαρρυντικό όπως ήταν πάντα: είτε εκκωφαντικά είτε ψιθυριστά κι αν ξεκινούν οι νέες φωνές, χρειάζονται αντοχές, τσακισμένους εγωισμούς και πολλή πίστη για να εξελιχθούν και να γίνουν αντιληπτές. Τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει έναν παραμυθά. Όχι επειδή τα πράγματα είναι εύκολα, αλλά γιατί και η χειρότερη πιθανότητα είναι μια ακόμα ιστορία που κάποια στιγμή θα μπορούσε να γράψει από την αρχή.

 Το βιβλίο του Γιάννη Σκαραγκά, Ο ουρανός που ονειρεύτηκες κυκλοφορεί  από τις Εκδόσεις Κριτική.