Δύο σημαντικές παραστάσεις σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού, που έχουν ήδη από την περασμένη χρονιά κερδίσει το χειροκρότημα του κοινού και τη θερμή υποδοχή των κριτικών, επαναλαμβάνονται αυτή τη χρονιά. Πρόκειται για το “Άουστρας” ή “Η Αγριάδα” της Λένας Κιτσοπούλου (που παρουσιάζεται μαζί με την Αόρατη Όλγα του Γιάννη Τσίρου σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη) στο θέατρο Θησείον και την παράσταση «Γιοι και Κόρες» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.  Ο σκηνοθέτης των δύο παραστάσεων, απάντησε στις ερωτήσεις του Culturenow.gr για τις δύο αυτές εξαιρετικά επιτυχημένες δουλειές, την Εταιρεία Θεάτρου Sforaris και τις διαστάσεις του πολιτικού θεάτρου στις μέρες μας.

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: Τα θέματα που πραγματεύονται και οι δύο παραστάσεις (όπως η μετανάστευση) είναι τραγικά επίκαιρα θα λέγαμε. Ποια θεωρείτε τα πιο δυνατά σημεία των παραστάσεων και για ποιους  λόγους;
Γιάννης Καλαβριανός:
Η επικαιρικότητα της θεματολογίας δεν αρκεί για να κάνει ένα έργο ενδιαφέρον. Οι παραστάσεις θίγουν ζητήματα πέρα από εποχές και τρέχοντα ζητήματα, όπως οι σχέσεις εξουσίας ή η διαχείριση του χρόνου και του φόβου του θανάτου, που απλώς έτυχε να φωτιστούν περισσότερο  στη σημερινή συγκυρία.

Cul.N.: Θα λέγατε πως η παράσταση «Γιοι και Κόρες» ανήκει στο Θέατρο – Ντοκουμέντο; Πείτε μας για τη διαδικασία καθώς το κείμενο της παράστασης βασίστηκε σε 85 μαγνητοσκοπημένες συνεντεύξεις ηλικιωμένων από όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, από τους οποίους ζητήθηκε να θυμηθούν την ξεχωριστή ιστορία που σημάδεψε τη ζωή τους. Πόσο ενδιαφέρον έχει η προσωπική επαφή με τους ανθρώπους για εσάς και πόσο δύσκολη είναι η «μεταφορά» των ανθρώπινων ιστοριών στη σκηνή;
Γ.Κ.:
Η παράσταση Γιοι και κόρες, δεν ανήκει στην κατηγορία που ονομάζεται θέατρο-ντοκουμέντο. Δεν βασίστηκε στις αρχές της, ούτε είναι στις επιδιώξεις της. Η συνάφεια με αυτή την κατηγορία θεάτρου, είναι πως χρησιμοποιούνται αληθινές ιστορίες τις οποίες αφηγήθηκαν οι πρωταγωνιστές τους. Από εκεί και μετά, διαχειριστήκαμε και παρουσιάσαμε το υλικό με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον που συνήθως χρησιμοποιούν τα θεάματα αυτού του είδους.

Cul.N.: Και οι δύο παραστάσεις έχουν δεχτεί την αποδοχή τόσο του κοινού όσο και των κριτικών. Πώς νιώθετε γι’ αυτή την αναγνώριση; Ποιοι είναι οι στόχοι σας από εδώ και πέρα;
Γ.Κ.: Όταν προτείνεις μια ιδέα παράστασης και όχι ένα συγκεκριμένο γνωστό κείμενο, παράλληλα με μια δοκιμή στον τρόπο διαχείρισης της αφήγησης και της σκηνικής δράσης, χρησιμοποιώντας ένα ισότιμο σύνολο καλλιτεχνών και η συλλογική αυτή πρόταση έχει την αναγνώριση των θεατών, μόνο χαρούμενοι μπορούμε να είμαστε όλοι και να ελπίζουμε πως το συγκεκριμένο σχήμα μπορεί να αποδώσει πολύ περισσότερο και στο μέλλον. Η επόμενη μας παράσταση θα είναι η μεταφορά της ζωής και του τραγικού έρωτα ενός ζευγαριού που έζησε στο μεσαιωνικό Παρίσι, του Αβελάρδου και της Ελοΐζας και θα ξεκινήσει στις 12 Φεβρουαρίου στο Bios, με την Ελένη Κοκκίδου, τον Γιώργο Γλάστρα και τη Χριστίνα Μαξούρη, την Εύα Μανιδάκη στα σκηνικά και τα κοστούμια και τον Άγγελο Τριανταφύλλου στη σύνθεση της μουσικής.

Cul.N.: Πείτε μας για την ομάδα Sforaris. Πότε και πώς δημιουργήθηκε αλλά και λίγα λόγια  για την προσωπική σας πορεία.
Γ.Κ.: Η Εταιρεία Θεάτρου Sforaris δημιουργήθηκε το 2006, από πέντε απόφοιτους του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (κατευθύνσεις θεατρολογίας, υποκριτικής, σκηνογραφίας). Στον αρχικό πυρήνα έχουν προστεθεί 2 σκηνογράφοι, ένας μουσικός και όσοι ηθοποιοί είναι αναγκαίοι για την εκάστοτε παραγωγή.

 Έχει παρουσιάσει παραγωγές στο Φεστιβάλ Αθηνών, το Deutsches Theater στο Βερολίνο, στο CSS Teatro στο Ούντινε της Ιταλίας, το Bios, τη Λευκωσία και έχει περιοδεύσει δύο φορές σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Εγώ γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασα Ιατρική και Θέατρο στην Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. Έχω εργαστεί ως γιατρός, ως ηθοποιός για 6 χρόνια στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, ως βοηθός του Βασίλη Παπαβασιλείου και του Γιάννη Μόσχου και έχω σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: David’s Formidable Speech on Europe (Deutsches Theater Berlin), Γιοι και κόρες, μια παράσταση για την αναζήτηση της ευτυχίας (Φεστιβάλ Αθηνών), Άουστρας ή η αγριάδα (Εθνικό Θέατρο, Theater Tri-bühne Stuttgart, Piccolo Teatro Milan, Heidelberger Stückemarkt), Παραλογές ή Μικρές καθημερινές τραγωδίες (Φεστιβάλ Αθηνών), Εγώ είμαι το Θείο βρέφος! (Θέατρο του Νέου Κόσμου), Μήδειας Υλικό (Χοροροές), Ποιος είναι δίπλα μου; (Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, Θεσσαλονίκη), Πρακτόρισσες (Θέατρο του Ήλιου), Πάσχα (Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης).

Cul.N.: Πρέπει το θέατρο να γίνει πιο πολιτικό; Πιστεύετε πως οι ανάγκες της εποχής επιζητούν καλλιτέχνες που μέσα από το έργο τους «παίρνουν θέση»;
Γ.Κ.:
Το θέατρο και οι τέχνες εξυπηρετούν τις διαφορετικές ανάγκες τόσο των δημιουργών όσο και του κοινού τους. Ο καθένας βρίσκει το είδος και τον τρόπο που τον κάνει να νιώθει καλύτερα. Όλες οι επιθυμίες λοιπόν είναι σεβαστές. Η “πολιτική θέση” υπάρχει έτσι κι αλλιώς σε όλες μας τις επιλογές, ακόμη και σε αυτές που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά.

Cul.N.: Σαν καλλιτέχνης πώς βιώνετε τη σημερινή πραγματικότητα; Όπως βλέπουμε όσο περνάει ο καιρός η βία γίνεται πιο απροκάλυπτη, πιο «νομιμοποιημένη». Βλέπετε λύση και αν ναι, σε τι επίπεδο και σε ποιους θα ελπίζατε;
Γ.Κ.:
Η βία θα είναι πάντα βία. Ο όποιος καλλωπισμός ή η με όποιον τρόπο νομιμοποίησή της μέσω της συνεχούς έκθεσης σε αυτή, δεν μπορούν να αλλάξουν τους αιώνες συνεχούς προσπάθειας του ανθρώπου να ξεφύγει από το στάδιο και τις πρακτικές του ζώου. Δυστυχώς κάποιοι εμφανίζουν εξαιρετικά βραδεία εξέλιξη. Ας κάνει ο καθένας καλά τη δουλειά του, ας φέρεται και ας λειτουργεί στα όρια της νομιμότητας και φυσικά ας πάρει επιτέλους θέση το συντεταγμένο κράτος και οι εξουσίες που το απαρτίζουν και εγγυώνται υποτίθεται, την εξέλιξή και ομαλή λειτουργία του.

Cul.N.: Συγκριτικά με τις συνθήκες που επικρατούν, οι αντιδράσεις τόσο των καλλιτεχνών όσο και όλων εμάς, του κόσμου είναι ανησυχητικά ήπιες. Πού οφείλεται αυτό κατά τη γνώμη σας ;
Γ.Κ.: Καθόλου ήπιες δεν είναι. Είναι ανησυχητικά υστερικές. Ζούμε όλοι σε μια κατάσταση διπολικής διαταραχής. Από την δυσθυμία και την κατάθλιψη, περνάμε ακαριαία στη βίαιη εκφραστικότητα και τη μανία. Το ζήτημα δεν είναι η ηπιότητα των καλλιτεχνών , αλλά η από καιρό απώλειά του ερείσματος στο κοινό. Έχει κρυφτεί το προνόμιο και η βαθύτερη ουσία του λειτουργήματός, να δίνεις τον τόνο και να οραματίζεσαι λύσεις. Ας είχε διατηρηθεί αυτό το έρεισμα και ας υπήρχαν ήπιες αντιδράσεις. Που όμως θα έδιναν τον τόνο..

Cul.N.: Επιστρέφοντας στις παραστάσεις σας, η παράσταση «Γιοι και κόρες» θα παρουσιαστεί στη Διεθνή Συνάντηση Παραστατικών Τεχνών ΙΕΤΜ Athens 2013 αλλά και στο Serajevo Winter Festival 2014. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτές τις συνεργασίες. Πόσο σημαντικό είναι για μια ελληνική ομάδα να παρουσιάζει τη δουλειά της εκτός συνόρων; Υπάρχουν και άλλα σχέδια για συμμετοχή σε φεστιβάλ του εξωτερικού;
Γ.Κ.:
Η παράσταση Γιοι και κόρες, έχει επιλεγεί και θα παρουσιασθεί στη Διεθνή Συνάντηση Παραστατικών Τεχνών ΙΕΤΜ Athens 2013, στις 19 Οκτωβρίου στο Bios και τον Φεβρουάριο στο Serajevo Winter Festival. Παράλληλα συνεχίζουμε τις επαφές με διάφορα άλλα Ευρωπαϊκά Φεστιβάλ για το επόμενο διάστημα, με το πρόγραμμα των παραστάσεων να είναι υπό διαμόρφωση. Ελπίζουμε αυτές οι διοργανώσεις να μας δώσουν την ευκαιρία μιας συχνότερης και πιο μόνιμης παρουσίαση της δουλειάς μας σε σκηνές του εξωτερικού. Ο δρόμος αυτός, δεν είναι απλώς σημαντικός, είναι η μόνη λύση. Η θεματολογία και η γλώσσα της Τέχνης είναι εξ ορισμού πανανθρώπινες. Τα γεωγραφικώς αποφασισμένα σύνορα είναι πολιτικά, δεν πρέπει να τους επιτρέπουμε να ορίζουν όλες μας τις δραστηριότητες, ώστε να θεωρούμε εξαιρετικό το γεγονός πως κάποιοι απευθύνονται και στους εκτός της χώρας.

Cul.N.: Τέλος, θα ήθελα να μας πείτε ποιους καλλιτέχνες της ελληνικής ή και της διεθνούς θεατρικής σκηνής θεωρείτε σημαντικούς ως καλλιτεχνικές προσωπικότητες και πόσο σημαντικό στοιχείο είναι η προσωπικότητα ενός ανθρώπου για την ανάπτυξη και εξέλιξη του ταλέντου του.
Γ.Κ.:
Την Αριάν Μνούσκιν, τη Βανέσα Ρεντγκρέηβ, τον Ρομπέρτ Λεπάζ, την Τίλντα Σουίντον,  την Κέητυ Μίτσελ, τον Ρειμούντας Νεκρόσιους, την Άννα Φίμπροκ, τον Κριστόφ Μαρτάλερ, την Ιζαμπέλ Υπέρ, τον Ταντάσι Ζουζούκι και πολλούς άλλους. Η επιλογή ανάμεσα στους Έλληνες είναι δυσκολότερη και σίγουρα άδικη μια και οι αγάπη προς τους οικείους υπόκειται σε συνεχείς μεταβολές, με σταθερή όμως εκτίμηση ανάμεσα σε άλλους, στον Βασίλη Παπαβασιλείου, τον Θόδωρο Τερζόπουλο, τον Γιάννη Χουβαρδά, τον Λευτέρη Βογιατζή, τη Λυδία Φωτοπούλου, τη Λένα Κιτσοπούλου και τον Γιώργο Γλάστρα. Η προσωπικότητα του ανθρώπου δεν είναι η προαπαίτηση για την ανάδειξη ενός ‘ταλέντου’. Συνηθίζουμε να συγχέουμε ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά με το σύνολο των δεξιοτήτων που συνήθως οριοθετούμε ως ταλέντο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πληθώρα των ηθοποιών που θεωρούνται ταλαντούχοι-συνηθέστερο πεδίο της παρεξήγησης η κωμωδία-αντί για το σωστότερο “άνθρωποι με ταμπεραμέντο” ή απλώς “η ψυχή του πάρτυ”.

Πληροφορίες για τις παραστάσεις:

Η παράσταση «Ξένος»: Αόρατη Όλγα, Άουστρας ή Η Αγριάδα των Γιάννη Τσίρου και Λένας Κιτσοπούλου παρουσιάζεται στο Θησείον, ένα θέατρο για τις τέχνες, σε παραγωγή της Λυκόφως, από 3 Οκτωβρίου 2013 και για ένα μήνα. Η παράσταση “Γιοι και κόρες” θα παρουσιάζεται από τις 7/10 στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, κάθε Δευτέρα και Τρίτη.