Η Κούβα του Φιντέλ: Το ενοχλητικό, ανθεκτικό και περήφανο μπιζέλι κάτω από τα είκοσι στρωσίδια του Αμερικάνικου μονοδρόμου. Όπως δυσκολευόταν η πριγκιποπούλα να κοιμηθεί, στο κλασικό παραμυθάκι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, έτσι και η μεγάλη υπερδύναμη δεν σταμάτησε ποτέ να στριφογυρίζει από το μικρό νησί ανοιχτά των χρυσαφένιων ακτών του Μαϊάμι. Το μεγαλύτερο εμπάργκο της ιστορίας συνδυάστηκε με περίπου 650 απόπειρες δολοφονίας, μεταξύ των οποίων εκρηκτικά πούρα και δηλητηριασμένες στολές δύτη για τα scuba-diving που έκανε, με τον Robert Redford, μεταξύ άλλων. Ο Φιντέλ Κάστρο απεβίωσε προχθές, πλήρης ημερών, στα 90 του χρόνια. Κανένα πούρο δεν εξερράγη στο στόμα του. Μοιράστηκε ωστόσο πολλά με πολλούς, πριν το κόψει οριστικά το 1985: «Μιλήσαμε για τα πάντα- είναι μια ιδιοφυία», θα δηλώσει ο Jack Nicholson στο Variety το 1998, μετά την επίσκεψή του στην Κούβα. Πέραν αυτού, πολλοί άλλοι μεγάλοι αστέρες του κινηματογράφου και της μουσικής θα επισκεφτούν την Κούβα και τον Κάστρο. Ο Oliver Stone μάλιστα, θα γυρίσει το ντοκιμαντέρ/προσωπογραφία «Comandante» το 2003, δημιουργώντας (ως συνήθως) πολλές συζητήσεις σε μια χώρα που τον κατέτασε πάντα στην πρώτη δεκάδα των «μεγάλων κακών», πίσω μονάχα από τον Σατανά, τον Χίτλερ και τον Donald Trump.

 

Ίσως για αυτό, πλην των δεκάδων ντοκιμαντέρ, η παρουσία του Φιντέλ στον δυτικό κινηματογράφο είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Με δεκάδες εμφανίσεις σε τηλεοπτικά σόου από το South Park μέχρι τους Simpsons, ο Φιντέλ εμφανίζεται σε ταινίες που αφορούν περισσότερο στην μυθοποιημένη φιγούρα του Che παρά στον ίδιο. Ο Demian Bichir θα τον ερμηνεύσει στο άνισο «Che» του Steven Sodebergh (2008. Στον ομώνυμο ρόλο, ο Benicio del Toro) και ο Jack Palance στην ταινία «Che!» του Richard Fleiser (1969. Στον ομώνυμο ρόλο, ο Omar Sharif). Ο Anthony LaPaglia θα αποδώσει κωμικά τον Κουβανό ηγέτη στην κωμωδία «Company Man» (2000) του Douglas McGrath, όπου ο τελευταίος θα γίνει από λάθος πράκτορας της CIA με στόχο να τον ανατρέψει. Σε μικρό ρόλο, ο Alec Von Bargen θα τον υποδυθεί στην βιογραφία του Edward Wilson και της γέννησης της (αληθινής) CIA, στο «the Good Shepherd» του Robert de Niro (2006)  με τον Matt Damon. Ο Victor Huggo Martin θα πρωταγωνιστήσει ίσως στη μοναδική αφιερωμένη στον ίδιο και μόνο ταινία, παρακολουθώντας περίπου 40 χρόνια της ζωής του, στο βιογραφικό «Fidel» (2002) από τον David Atwood. Αρχειακό υλικό ομιλιών του φυσικά, θα εμφανιστεί σε αρκετές ταινίες, μεταξύ των οποίων το (εξαιρετικό) Before Night Falls (2000), το προπαγανδιστικό Lost City (2005) και πολλές ακόμα.

Ο θάνατος του πιθανώς να αποτελέσει μια αφορμή για καλλιτεχνικές δημιουργίες και μυθολογίες – Η οσκαρική Jennifer Lawrence ετοιμάζεται ήδη να υποδυθεί την Marita Lorenz, στην ομώνυμη ταινία της πάλαι πότε συντρόφου του Φιντέλ, που αργότερα θα στρατολογηθεί από την CIA για να τον δολοφονήσει. Στο σενάριο, ηττήθηκε από τον παραμένων έρωτά της για τον Κάστρο.

Από την άλλη πλευρά, μπορεί ο Φιντέλ να μην έχει τύχει ακόμα της κινηματογραφικής απεικόνισης που πιθανώς να αντιστοιχούσε σε μια πλούσια «κινηματογραφικών αφορμών» ζωή, αλλά η σχέση του με το σινεμά είναι αρκετά πιο πολυδιάστατη: Μέχρι την ανατροπή του δικτάτορα Μπατίστα, η Κούβα είχε βγάλει κάτι λιγότερο από 70 ταινίες. Από την πρώτη εβδομάδα της επανάστασης, η νέα κυβέρνηση θα δημιουργήσει έναν νέο κινηματογραφικό φορέα (αργότερα ICAIC- Instituto Cubano del Arte e Industria Cinematograficos) με βασική φιλοσοφία και επένδυση στον εκπαιδευτικό ρόλο, κάτι που υιοθετήθηκε για όλα τα μαζικά μέσα. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κούβα ήταν μια χώρα χωρίς πρόσβαση στην εκπαίδευση στο μεγαλύτερο ποσοστό της. Θα στελεχωθεί στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του από τον Alfredo Guevara (συνωνυμία..) και ξεκινώντας με την δημιουργία ντοκιμαντέρ για την ζωή των βιοπαλαιστών της υπαίθρου γρήγορα θα οδηγήσει σε αυτό που ονομάστηκε «Χρυσή Εποχή» του Κουβανέζικου κινηματογράφου. Σε αυτήν την εποχή, θα δημιουργούν πολλά και σημαντικά έργα όπως το «Lucia» (1968) του Humberto Solas και το «Memories of underdevelopment» (1968) του Thomas Gutierez Alea, που συχνά εμφανίζεται σε λίστες με τις σημαντικότερες ταινίες της δεκαετίας του ’60. Μαζί με τις υπόλοιπες κινηματογραφικές σχολές τις Λατινικής Αμερικής, ο κινηματογράφος της Κούβας θα συναποτελέσει την ευρύτερη σχολή του «Imperfect Cinema», έναν κινηματογράφο με έμφαση στην εκπαίδευση, την αλληλεγύη, τα δικαιώματα του ανθρώπου και τον καθημερινό αγώνα της ζωής.

Η Κούβα από την άλλη, και η ίδιως η μουσική της παράδοση, έχει λάβει πολύ μεγαλύτερη κινηματογραφική προσοχή από ότι ο ηγέτης της. Όχι τυχαίο ίσως, για έναν άνθρωπο πρωτοπόρο και συνάμα αντιφατικό, με την ιστορία να συνεχίζει να γράφεται για αυτόν και από αυτόν ακόμα και μετά το θάνατό του.

«Φτάνω τα 90, και σύντομα θα πεθάνω όπως όλοι. […] Μα φάνηκε πως, αν δουλέψουμε με πάθος και αξιοπρέπεια, μπορούμε να φέρουμε υλικούς και πολιτιστικούς καρπούς που η κοινωνία έχει ανάγκη», θα πει, σε μια από τις τελευταίες του ομιλίες, τον Απρίλιο του 2016. Ακόμα και από την Αμερική που τόσο τον μίσησε και προσπάθησε όσο κανέναν άλλο να βγάλει από την μέση, δεν θα αργήσει να ακουστεί και ένα ισχυρό, κινηματογραφικό, Hasta la victoria siempre! Μα όντας τόσο ανθεκτικός ζωντανός, ποιος λέει ότι ο Φιντέλ δεν θα συνεχίσει το ίδιο πεισματάρικα να ενοχλεί ακόμα και πεθαμένος;