Η έκθεση “Με το Ένα Πόδι στο Φως” της Εμμέλειας Φιλιπποπούλου επιδεικνύει μια εκλεπτυσμένη επίγνωση της τέχνης, χρησιμοποιώντας σύμβολα και σημειογραφίες που αποδίδουν βάθος και σημασία στην κάθε λεπτομέρεια. Η εικαστικός διαπλέκει με μοναδικό τρόπο την τεχνική της με τον εσωτερικό της κόσμο, δημιουργώντας ένα πολυδιάστατο χώρο όπου η έκφραση συναντά τη μεταφυσική πραγματικότητα.

Υπάρχει ένας συμβολικός συσχετισμός με τα απεικονιζόμενα αντικείμενα, που λειτουργούν ως αρχέτυπα εννοιών όπως το γραμμόφωνο, το φεγγάρι, οι σταφιδαποθήκες που βουλιάζουν ή τα αστέρια που αντικατοπτρίζονται μέσα σε μια θάλασσα. Όλα ενοποιούνται μέσω της μνήμης και των εμπειριών της δημιουργού και το αποτέλεσμα που προκύπτει γίνεται ψυχογραφικό με συναισθηματική εκφραστικότητα.

Εδώ, η ένωση πνευματικού και αδάμαστου εαυτού, που ο καθένας μας κρύβει μέσα του, βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής. Η σύνδεση με το ζωώδες και το ονειρικό, η υποταγή στο ένστικτο και το παράλογο είναι έννοιες που αναδύονται μέσα από τις σκιές και τα φώτα στο έργο. Ως εκ τούτου, το εικονοποιητικό αποτέλεσμα προσφέρει ένα ταξίδι με αλλόκοσμη διάσταση που κάνει τον κόσμο των έργων της να στροβιλίζεται. Παρέα σε αυτό το ταξίδι συνυπάρχει ο σκύλος, που αποτελεί ένα πολυσήμαντο κρυφό σύμβολο που έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό τον συσχετισμό. Ο σκύλος στο έργο της Εμμέλειας δηλώνει το ανεξερεύνητο, το πέραν του συνειδητού, του καλού ή κακού, του φιλικού ή του εχθρικού. Είναι το άπιαστο, το μακρινό, το ανεξέλεγκτο ή το μυστηριώδες, είναι «Το αυτό» των στίχων του Θ. Παπακωνσταντίνου, είναι το μεταβλητό που διέπει την φύση εν γένει.

Συνακόλουθα, η έννοια ενός εξωτερικού παρατηρητή πλανάται στο έργο, δημιουργώντας μια αίσθηση ενός απατηλού κόσμου που υπάρχει στο περιθώριο μιας γρήγορης πράξης ή κίνησης. Οι χρωματισμοί της βασίζονται στις συναισθηματικές της διακυμάνσεις. Γεννούν αφηγηματικές προεκτάσεις γύρω από έννοιες μετάβασης, κίνησης, ευαισθησίας, διακριτικότητας, βουβής παρατήρησης και ευθραυστότητας που επιτυγχάνεται μέσω των «σκουριασμένων» υφών που δημιουργεί σκοπίμως για να τις εντείνει. Συχνά ένα επαναστατικό χρώμα συμμετέχει με σκοπό να αναμεταδώσει σχεδόν ακαριαία την στιγμή της ύστατης αλήθειας, την ουσία της καλλιτεχνικής δημιουργίας την στιγμή ακριβώς που η έμπνευση συναντά την έκφραση.

Αναπόσπαστη πτυχή του έργου αποτελεί η διαχείριση του φωτός, το οποίο φαίνεται να διαχέεται από πίσω προς τα εμπρός. Συνήθως αιχμαλωτίζει το βλέμμα του θεατή στα «αθέατα» σημεία του δημιουργώντας έτσι, μια νοηματική πολυπλοκότητα. Τα φωτεινά σημεία της σύνθεσης, όταν ταυτίζονται με τα σημεία ενδιαφέροντος του θέματος δημιουργούν αντιθέσεις που οξύνουν την δραματικότητα του έργου. Το φως εν τέλει πλάθει ένα ενοποιητικό πέπλο που κοινωνεί την απαρχή του κόσμου, προσδίδοντας με αυτόν τον τρόπο μια ιερότητα στο έργο.

Ακόμη και η δράση στο έργο, ενώ εκτυλίσσεται σε πρώτο πλάνο, ταυτόχρονα μας τραβάει προς ένα βάθος ενός πεδίου που τείνει να ταυτίζεται με το αχανές, το άπειρο ή το μακρινό. Το τοπίο αποτελεί κομβικό σημείο στο έργο και παρουσιάζεται σαν ένα ανεξάρτητο περιβάλλον μιας κρυμμένης αυθόρμητης έκφρασης. Συχνά κλέβει την παράσταση και δηλώνει μια συνυπάρχουσα ενέργεια που εκτυλίσσεται με συνειρμική συνάφεια. Συγχρόνως, υποδηλώνει και την αύρα του πελοποννησιακού τοπίου με στοιχεία που σκιαγραφούν οπτικά ερεθίσματα που ταυτίζονται με την αίσθηση της ελληνικής εντοπιότητας με σύγχρονους όρους και θεατρική διάθεση.

Εμβαθύνοντας σε αυτή την συλλογιστική, μπορούμε να διακρίνουμε μια σκηνογραφική δομή στην σύνθεση και κιναισθησία. Η Εμμέλεια όντας και μουσικός συνδυάζει την έννοια του εφήμερου της στιγμής και της πράξης, που νομοτελειακά είναι αναγκασμένη να περνά στην εξίσωση του χρόνου. Αυτή η παγιωμένη, πλέον, αποτύπωση μιας στιγμής ενώ είναι ορμώμενη από το πραγματικό, ωστόσο καταλήγει σε μια αφαιρετική αλήθεια εξωπραγματική και μακριά από την λογική συνάφεια του ορθολογικού τρόπου σκέψης.

Τέλος, ο θεατής καλείται να περιπλανηθεί με περιπατητική διάθεση στις διαδρομές σκέψεων που διαγράφονται στα έργα. Μέσα από συνειρμικές συνάψεις, η εικαστικός επιτυγχάνει τόσο ένα κοινωνικό σχολιασμό με διδακτικό απόηχο όσο και μια εκλεκτική συγγένεια με το έργο του μεγάλου ζωγράφου Μπέικον, όπως την ορίζει η φιλοσοφία του Γκαίτε. Η έκθεση ερμηνεύεται ως μια δήλωση ύπαρξης και αυτοέκφρασης, όπου μια άρια του Πουτσίνι μπορεί να μεταμορφώσει ένα ποιητικό πορτρέτο του Μπέικον στην Madame Butterfly.

Στον κόσμο της Εμμέλειας Φιλιπποπούλου, η τέχνη γίνεται τρόπος εκφραστικής αναζήτησης της ψυχής, προσκαλώντας μας να ανακαλύψουμε τον πνευματικό και συνάμα αδάμαστο εαυτό που κρύβουμε μέσα μας.

Νιόβη Κρητικού

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Ο Βιολιστής, ο Λύκος και ο Πετεινός (λεπτομέρεια έργου), 185 x 142.5 cm, Ακρυλικά σε καμβά, 2023