Η κριτικός και επιµελήτρια της έκθεσης Ελένη Βαροπούλου σηµειώνει για την έκθεση:

«Μια σειρά από γίδες, έξω από το μαντρί και μακριά από το κοπάδι, έχει ζωγραφίσει ο David Benforado, κι αυτές προβάλλουν ανήσυχες και υπερήφανες, επιβλητικές και θαρραλέες, οικείες και απρόσιτες. Τα λάδια αυτά είναι “προσωπογραφίες”, δουλεμένες με τη λογική του πορτραίτου, έτσι καθώς τα μάτια και το μουσούδι, το τρίχωμα και τα κέρατα, τα αυτιά και η γλώσσα, η κίνηση του κεφαλιού, του σβέρκου και της ράχης, ανταποκρίνονται στις ιδέες της ανθρώπινης φυσιογνωμίας, της εξατομικευμένης ταυτότητας, του χαρακτήρα, της σωματικής στάσης όπως τις ανακαλύπτουμε σε διάφορα ζωγραφικά πορτραίτα, από την ευρωπαϊκή Αναγέννηση μέχρι την Ποπ Αρτ…

…Παρατεταγµένες στη σειρά, οι φιγούρες µε τα ανοµοιογενή χαρακτηριστικά, παράγουν µια ακολουθία από ατοµικότητες, η οποία αναφέρεται στη σειριακή διαδικασία της Ποπ Αρτ. Οι γίδες, ζωγραφισµένες κατά κανόνα επάνω σε µιαν επιφάνεια, χρωµατικά αδρή- ένα είδος σελίδας µε κυρίαρχο το ποπ χρώµα- και κάπου κάπου αναδυόµενες µέσα από ένα µυστηριακό φόντο, ατµοσφαιρικό τοπίο, χώρο της φαντασίας ή του θεάτρου, µοιάζει να φτάνουν στο παρόν έχοντας ως αφετηρία το χρόνο των παραµυθιών. Μοιάζει να επιστρέφουν στο σήµερα προερχόµενες από την εποχή του τράγου και της τραγωδίας. Μοιάζει να καταλήγουν εδώ έχοντας εγκαταλείψει τις  περιοχές του µύθου.

Αρχαϊκά και µοντέρνα, αθώα και µαγικά, άγρια και δαµασµένα, εµβαίνουν στους πίνακες του Benforado τα πλάσµατα αυτά προκειµένου να έρθουν αντιµέτωπα µε τον κόσµο του θεατή. Οι γίδες, τις οποίες ο ζωγράφος έχει δουλέψει µε χρωστικές σκόνες και παλιές τεχνικές, ασκούν ένα είδος σαγήνης  που προκύπτει κυρίως από την αίσθηση ενός αναπάντεχου δραµατικού συµβάντος, τη στιγµή κατά την οποία το έκπληκτο και έντονο βλέµµα τους συναντάει το βλέµµα του θεατή, κοινοποιώντας του ένα “µικρό δράµα”….»

Οι φωτογραφίες των εσωτερικών χώρων της έκθεσης και της πρόσκλησης της έκθεσης είναι του Μανώλη Τσάφου.