Ο Αντόν (Anton) ερευνά την πρόσκαιρη και εύθραυστη παρουσία των όντων και των πραγμάτων. Ένα χέρι, ένα βιβλίο, λίγα βράχια, μια ανθρώπινη φιγούρα. Δουλεύοντας εδώ και 30 χρόνια τη φωτογραφία με την τεχνική της αργυροτυπίας, καθώς και με τη ζωγραφική, τη γλυπτική και το βίντεο, επιχειρεί να συλλάβει τη φευγαλέα παρουσία των πραγμάτων και των φυσικών όντων, όπως και των αντικειμένων που έχτισε ο άνθρωπος μέσα στον χρόνο. Σώματα σε κίνηση, σκεπασμένα πρόσωπα, φιγούρες φανταστικές ή μεταμφιεσμένες σε άγρια τοπία, πέφτουν σαν νοητές εικόνες, διάσπαρτα μαύρα προσχέδια της ύπαρξης, μαρτυρίες μιας σταδιακής εξαφάνισης.

Η ιστορικός τέχνης Χριστιάνα Γαλανοπούλου γράφει για την έκθεση:

Το δίλημμα

Στο προσωπικό σύμπαν του Αντόν η αμφιβολία είναι εγγενής. Αμφιβολία, αμφισημία, αμφιταλάντευση· κι από την άλλη η γοητεία ενός κόσμου που διατηρεί την ολότητά του, ενός κόσμου που δεν επιτρέπει εύκολα στο θεατή να τον κατακτήσει. Το «ανάμεσα» ή το «και ναι και όχι» βασιλεύει. Ίσως να προκύπτει και από τη φύση του υλικού του, που δεν είναι ζωγραφική αλλά ούτε και φωτογραφία, που δεν είναι περφόρμανς αλλά κάτι που την προϋποθέτει στη διαδικασία. Το φωτογραφικό υλικό, απλωμένο κάθε φορά με το πινέλο στις επιφάνειες και ξαναδουλεμένο κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας, διστάζει ανάμεσα στη φωτογραφία και τη ζωγραφική. Σ’ αυτή την έκθεση ο Αντόν της δίνει χώρο να επεκταθεί, να εισβάλει μέσα στο έργο, να παίξει με τη δισδιάστατη φύση της πάνω στην τρισδιάστατη επιφάνεια της φωτογραφίας, να κρύψει μέλη του σώματος και να τα ξαναεμφανίσει επικεντρώνοντας το βλέμμα πάνω τους.

Τα διλήμματα του Αντόν αιωρούνται στην ατμόσφαιρα όπως τα γράμματα των λέξεων πάνω στις εικόνες. Και η αμφισημία γίνεται ένας τόπος συνεύρεσης και σύνθεσης των αντιθέσεων, όπως το ασπρόμαυρο δεν είναι μόνο μαύρο και λευκό αλλά ολόκληρος o κόσμος που γεννιέται από αυτά τα δυο.

Μπροστά στο παραβάν, με πρόσωπα-μάσκες για να μπορούν να υπάρχουν χωρίς ταυτότητα, οι μορφές του Αντόν επιχειρούν να σταθούν εκθέτοντας στην κάμερα την ευαλωτότητα και τη μετέωρη φύση τους. Ευάλωτα πλάσματα που αφήνουν να διαφανεί μια αίσθηση απόλυτης εξάρτησης από το χρόνο αλλά και απόλυτης παράδοσης σ’ αυτόν. Πίσω από το λεπτό πέπλο της πινελιάς το άχρονο συναντά το στιγμιότυπο. Κάθε εικόνα μια μικρή σεκάνς από μια ταινία που δεν πρόλαβε να γυριστεί.

Μετά από αρκετό καιρό, στο σύμπαν του Αντόν εισβάλλει η φύση, με την έννοια ενός βλέμματος ανοιχτού στο απρόσμενο κάδρο. Το βλέμμα του συλλαμβάνει τη φύση, αλλά και την παρουσία μιας ανθρώπινης κατασκευής στο χώρο, με τον ίδιο τρόπο που συλλαμβάνει και την ανθρώπινη ύπαρξη: ανασύροντας την ουσία τους και φτιάχνοντας ένα πορτρέτο. Οι εικόνες των δέντρων, ενός πουλιού, μιας παράγκας, εντυπώνονται στο χαρτί με μια ένταση εμμονική. Μακριά από το στούντιο και τον ελεγχόμενο φωτισμό του, το μάτι ανοίγεται στο οξυγόνο, στο νερό, στο χρώμα, στον ήχο. Ένα βίντεο με τέτοιες εικόνες καταλαμβάνει το υπόγειο. Η φύση έρχεται αντιμέτωπη με την αστική κουλτούρα: μια μικρή εγκατάσταση ήχου από παλιά αναλογικά ραδιόφωνα φέρνει στο χώρο την πόλη για να επιβεβαιώσει ένα δίλημμα ακόμα.

Πρωτόπλαστοι διωγμένοι από κόσμους που δεν επέλεξαν, πουλιά, παράγκες, έρημα σπίτια και τοπία, ένα χέρι, μια μάσκα, ένα δέντρο: όλα ιδωμένα με ένα βλέμμα που διστάζει ανάμεσα στη συμπόνια και την αίσθηση του ανοίκειου. Αφήνουν ίχνη οι σκιές; Με έναν παράξενο τρόπο όλα όσα εικονίζονται αφήνουν το ίχνος τους για μια στιγμή στο βλέμμα του θεατή. Με κάποιον τρόπο όλα όσα εικονίζονται είναι παρουσίες. Και σε κάθε παρουσία αξίζει ένα πορτρέτο.

Αντόν

Ο Anton (Αντώνης Νίκογλου) γεννήθηκε το 1948 στην Αθήνα και ζει στο Παρίσι από το 1965. Είναι διπλωματούχος Αρχιτεκτονικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών του Παρισιού. Από το 1970 αρχίζει τις πρώτες περιπλανήσεις του στο χώρο της τέχνης. Ζωγραφική, μουσική, φωτογραφία, video. Συνεργάζεται με τους Κεσσανλή, Takis και Μολφέση. Δημιουργεί την ομάδα design αντικειμένων και χώρου AHA.