Στο τελευταίο βιβλίο της Μαρίας Μήτσορα, «Από τη μέση και κάτω» τα πάντα γίνονται χωρίς να φτάνουν σε ένα τέλος και, με αφορμή αυτή τη συνθήκη, ζητήσαμε από τη συγγραφέα να μας πει λίγα λόγια. Στα διηγήματά του βιβλίου θα συναντήσουμε τα μοιραία πλάσματά της, ανθρώπους και ζώα, να περιδιαβαίνουν στα τοπία του κόσμου, που κι αυτά εναλλάσσονται κυκλικά, αφήνοντας αποτυπώματα κι αναζητώντας τα μετά, το ένα του άλλου. Ο γερο-Ζιγκ πίνει σούπες από τα δάκρυα των υπηρετών του και φτάνει κάποτε στο συμπαντικό σημείο που πρέπει, το ίδιο κι η όμορφη κι αθώα Μαργαρίτα που μεταμορφώνει τα πάθη σε αγάπη.

Συνέντευξη: Πηνελόπη Πετράκου

CultureNow: Στο διήγημα Βροχή στην Πετραία Αραβία η αφηγήτρια, ακούγοντας μια μελωδία «γλυκιά και λυπημένη», λέει πως «έτσι μπορεί να παίζει μόνο κάποιος που σκότωσε το σώμα του». Με τη στέρηση το σκοτώνουμε ή με τις καταχρήσεις;

Μαρία Μήτσορα: Η στέρηση και οι καταχρήσεις βρίσκονται στα άκρα του ίδιου άξονα. Με την στέρηση το στεγνώνουμε, με τις καταχρήσεις ενδεχομένως το καίμε. Μπορούμε να σκοτώσουμε το σώμα μας και με πολλούς άλλους τρόπους, η αποξένωση από τις λειτουργίες του, από τις επιθυμίες του, και αυτά το σκοτώνουν. Στο συγκεκριμένο όμως διήγημα, η ηρωίδα μαγεύεται από  την  μελωδία γιατί της φαίνεται ότι σπάει τα δεσμά της ύλης. Επειδή ξέρω και τη συνέχεια αυτής της ιστορίας, χωρίς να την έχω γράψει, ξέρω πως η Λυδία στο τέλος θα αυτοκτονήσει.

C. Ν.: Στην αφήγηση δεν λείπει καθόλου το υγρό στοιχείο είτε ως ιδρώτας είτε ως βροχή είτε ως βρύση που τρέχει είτε ως σιντριβάνι είτε ως πέλαγος. Σχετίζεται με το εισαγωγικό σημείωσα για τη θάλασσα;

Μ. Μ.:Το νερό είναι το πιο δυνατό στοιχείο, τίποτα δεν του αντιστέκεται. Αναφέρεστε όμως στην απίστευτη εκείνη φράση μιας φυλής Ινδιάνων που αφάνισε ο δυτικός πολιτισμός, «η θάλασσα ήταν η μητέρα, αυτή ήταν προφητεία και μνήμη». Ναι, το διήγημα σχετίζεται με αυτή τη φράση, σαν η ταραγμένη ψυχικά ηρωίδα να θυμάται κομμάτια μιας προφητείας που κυλάει μέσα στο αίμα της.

C. Ν.: Τις ακραίες πράξεις μπορούμε να τις κάνουμε χωρίς πάθος;

Μ. Μ.: Αυτό είναι ένα ζήτημα. Και ο κατά συρροή  δολοφόνος που μοιάζει να σκοτώνει χωρίς πάθος, κινείται από ένα πάθος κατεψυγμένο.

C. N.: Οι ήρωές σας κινούνται σαν μάζες που συστέλλονται, διαστέλλονται και μετασχηματίζονται διαρκώς. Έτσι αντιλαμβάνεστε την υπόσταση των όντων;

M. M.: Ναι, ακριβώς έτσι. Όπως και το σύμπαν.

C. N.: Πώς αξιολογείτε το σημερινό πολιτικό σκηνικό και τους πρωταγωνιστές του;

Μ. Μ.: Όπα! Άλλαξε το τοπίο των ερωτήσεων. Μου κάνει εντύπωση σε ποιο βαθμό έχουν πέσει οι μάσκες. Μεγάλωσα σε άλλη εποχή, όταν ακόμα πλανιόταν η υπόσχεση της υπέρβασης, της εξιδανίκευσης. Τώρα όμως ζούμε την ωμότητα ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου.

C. N.: Ετοιμάζετε τώρα κάποιο έργο;

Μ. Μ.: Από μία άποψη πάντα κάτι ετοιμάζω. Από μία άλλη, ποτέ δεν είμαι σίγουρη αν θα το ολοκληρώσω. Μάλλον αυτό συμβαίνει κάθε φορά που φτάνει ο κόμπος στο χτένι των λέξεων.

C. N.: Σε σημείο του βιβλίου λέτε πως άλλο το θαυμάσιο κι άλλο το θαύμα: Ο μπάμπουρας που επιζεί στο τέλος τι από τα δυο είναι;

Μ. Μ.: Εντελώς ανθρωποκεντρικά, δυσκολεύομαι να αντιληφθώ τον μπάμπουρα σαν κάτι το θαυμάσιο. Θα ήταν όμως ένα μικρό θαύμα εάν κατάφερνε να επιζήσει, λουσμένος από το εντομοκτόνο. Δεν νομίζω όμως ότι επιζεί-κάνει απλώς μία τελευταία προσπάθεια πτήσης προς το φως. Αλλά το σκοτάδι καταπίνει το τέλος της παράστασης.

Το βιβλίο της Μαρίας Μήτσορα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.