Οι δωρεάν εκδηλώσεις που δεν πρέπει να χάσετε είναι:

Μουσικές διαδρομές στον χώρο και στον χρόνο με την Εστουδιαντίνα «Μελωδίας Νήμα» στο Ίδρυμα Κακογιάννη

Η ορχήστρα Εστουδιαντίνα «Μελωδίας Νήμα» αποτελείται από δέκα μέλη: δύο πιάνα, δύο μπουζούκια, μπαγλαμά, βιολί, ντραμς/τουμπελέκι, μπάσο, δύο φωνές, κιθάρα. Η δράση της ξεκίνησε το 2009, όπου συμμετείχε ανελλιπώς στους Παγκύπριους Αγώνες Μουσικής, λαμβάνοντας Πρώτα Παγκύπρια Βραβεία, σε φεστιβάλ Μουσικής, όπως το Schoolwave, στο οποίο έπαιξε στην έναρξη του 1ου Schoolwave Κύπρου. Εκπροσώπησε την Κύπρο στο Φεστιβάλ Θεάτρου Μαρινάντο στο Οστούνι της Ιταλίας, που διοργάνωσε το Υπουργείο Δασών της Ιταλίας παρουσιάζοντας το Θεατρικό, «Καρέτα Καρέτα». Η Εστουδιαντίνα είναι ένα ιδιαίτερο είδος ορχήστρας, όπου κυριαρχούν τα έγχορδα και το ρεπερτόριο της βασίζεται κυρίως σε παραδοσιακά ακούσματα. «Δεν κάνουμε αποτύπωση και αναβίωση στυλ και παιξίματος, αλλά προτείνουμε το δικό μας ύφος». Πραγματοποίησε τέσσερις συναυλίες το 2023 και αποκόμισε εξαιρετικές κριτικές τόσο από Μουσικολόγους όσο και μουσικούς/κριτικούς. Παίζουν με αγάπη και πάθος για τη μουσική με στόχο να οδηγήσουν του ακροατές τους σε όμορφα μουσικά μονοπάτια και διαδρομές.

Στον κύκλο του Τσαρούχη: Ομαδική έκθεση στο Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη

Η έκθεση «Στον κύκλο του Τσαρούχη» είναι το αποτέλεσμα μιας πρώτης και «δοκιμαστικού» χαρακτήρα συνεργασίας του Ιδρύματος με την ΑΣΚΤ.

Στην έκθεση παρουσιάζεται μια πλούσια παραγωγή έργων και μια πληθώρα εικαστικών μέσων: ζωγραφικοί πίνακες, φωτογραφίες, videos, installations και άλλες καλλιτεχνικές κατασκευές. Στο σύνολό τους, αντλούν δημιουργικές αφορμές τόσο από τα έργα του Γιάννη Τσαρούχη όσο και από τον ίδιο τον χώρο, όπως επίσης και από τα αντικείμενα που βρίσκονται σε αυτόν. Τα τελευταία φαίνεται να αποτελούν εξίσου τεκμήρια της καλλιτεχνικής του οντότητας.

Το οίκημα στο οποίο στεγάζεται σήμερα το Ίδρυμα κατασκευάστηκε από τον Γιάννη Τσαρούχη το 1965 με βάση δικά του σχέδια. Αποτέλεσε επί πολλά έτη το σπίτι όπου ζούσε και ζωγράφιζε. Το 1981 ίδρυσε το Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη και δώρισε σε αυτό το σπίτι του, το αρχείο του και πέντε χιλιάδες έργα του. Για έναν περίπου μήνα κάθε χρόνο άνοιγε τις πόρτες του στο κοινό, παρουσιάζοντας μια καινούρια έκθεση. Το κτίριο κρίθηκε, το 1985, διατηρητέο με απόφαση του ΥΠΕΧΩΔΕ και το 2002 ανακηρύχθηκε Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο και Έργο Τέχνης από το Τμήμα Νεότερων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού.

Από τον Οκτώβριο του 2022, μετά από ανοιχτό κάλεσμα σε φοιτητές και αποφοίτους των δύο τμημάτων της ΑΣΚΤ, του Τμήματος Εικαστικών Τεχνών (ΤΕΤ) και του Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης (ΘΙΣΤΕ), υπό τον συντονισμό του επίκουρου καθηγητή του ΤΕΤ Κώστα Χριστόπουλου (επιστημονικός υπεύθυνος του Γραφείου Διασύνδεσης) και σε στενή συνεργασία με το Ίδρυμα, άνοιξε ένας κύκλος διαρκούς ροής πληροφοριών, γνώσεων αλλά και νέων «αναγνώσεων» του έργου του Γιάννη Τσαρούχη.

Μέσα από μια σειρά τακτικών συναντήσεων τόσο στον χώρο του Ιδρύματος όσο και στα εργαστήρια της ΑΣΚΤ, οι καλλιτέχνες/ιδες είχαν την ευκαιρία να ψηλαφίσουν το αρχείο του Τσαρούχη, να μελετήσουν την εργογραφία του, να διαβάσουν τα κείμενά του, να αντικρίσουν τις πολλαπλές εκφάνσεις του ταλέντου του: τα ποιήματα, τα σκηνικά, τα κοστούμια, τη ζωγραφική μέχρι και τις ταπισερί του. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, μπόρεσαν ακόμα και να δουλέψουν τα έργα τους στο Ίδρυμα, στον ίδιο χώρο δηλαδή που εργαζόταν και ο ίδιος.

Ανναλίνα Φωτοπούλου, 1944, 2023, σινική μελάνι και λάδι σε χειροποίητο χαρτί, 70 Χ 100 εκ.

Ανναλίνα Φωτοπούλου – Lament (Μοιρολόι): Έκθεση στην Αίθουσα Τέχνης Μελίνα Μερκούρη

Μέσα από είκοσι έργα ζωγραφικής και σχέδια με λάδια και σινική μελάνη, με αφετηρία την μνήμη και την μνημοτεχνική, τις εικόνες και τις αναμνήσεις, η Ανναλίνα Φωτοπούλου δημιουργεί μία σειρά από έργα με τίτλο Lament (Μοιρολόι), με αφετηρία όλα τα συναισθήματα του πόνου, της θλίψης και του πένθους που δεν εξέφρασε με τον λόγο, αλλά πάνω στον καμβά, σαν καρέ από κινηματογραφική ταινία. Τα έντονα δυνατά χρώματα σε αντίφαση και αντίθεση με τον πόνο των συναισθημάτων, δημιουργούν εικόνες, οικείες και άκρως ρεαλιστικές, σε έναν καμβά που πάλλεται από δύναμη και ζωή.

“Ο γόος, το κλάμα, το τραγούδι που εκφράζει την οδύνη, ο θρήνος που γίνεται τραγούδι, μία σπαρακτική κραυγή, παραδοχή του πεπρωμένου και του αναπόφευκτου. Η φωνή, ο ήχος που δεν βγήκε ποτέ, το ιερό γυναικείο καθήκον που δεν εκπληρώθηκε. Ο θάνατος συγκλονίζει, παρακινεί, κλειδώνει – ξεκλειδώνει το συναίσθημα και τελικά καθαίρει την ψυχή και τα βιώματα. Ένα απέραντο μαύρο η μνήμη με φωτεινές στιγμές, σχήματα, αισθήσεις, μουσικές που αναδύονται, οσμές που επιστρέφουν από τα βάθη του χρόνου, αγγίγματα που προσπαθούμε να αναβιώσουμε να ξαναπολαύσουμε. Αυτό που μένει μετά το πένθος είναι οι μορφές των ανθρώπων που δεν είναι πια μαζί μας αλλά μας συνοδεύουν πάντα, ζουν μέσα μας, κοιτάζουν μέσα από τα μάτια μας, γεύονται μέσα από το στόμα μας μιλούν μέσα από τη σκέψη μας”, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Ανναλίνα Φωτοπούλου.