Μία έκθεση δύο πρωτοπόρων καλλιτεχνών, της Χρύσας (Βαρδέα) και της Χρύσας Ρωμανού, παρουσιάζεται στην Kalfayan Galleries στην Αθήνα. Η έκθεση εντάσσεται στα πλαίσια των ετήσιων αφιερωμάτων σε Έλληνες καλλιτέχνες της μεταπολεμικής περιόδου.

Η Χρύσα (Βαρδέα) έφυγε από την Ελλάδα το 1955 για σπουδές στην Académie de la Grande Chaumière στο Παρίσι για να εγκατασταθεί τελικά στη Νέα Υόρκη, ενώ η Χρύσα Ρωμανού έφυγε το 1961 για το Παρίσι όπου θα εγκατασταθεί μέχρι το 1981, ταξιδεύοντας όμως πολύ συxνά στο Βερολίνο και σε όλη την Ευρώπη. Και για τις δύο εικαστικούς η δεκαετία του ‘60 ήταν μία ιδιαίτερα δημιουργική περίοδος.

Εγκατεστημένη στη Νέα Υόρκη, μεταξύ 1958 και 1962, η Χρύσα (Βαρδέα) επιδόθηκε σε μια συστηματική ενασχόληση με τον τυπογραφικό χώρο και συγκεκριμένα διερεύνησε τα όρια των δυνατοτήτων αναπαράστασης μιας σελίδας εφημερίδας. Εστιάζει κυρίως την προσοχή της στη σημειολογική λειτουργία του αλφάβητου και της γραφής, στο γεωμετρικό χώρο που δομείται μέσα από την σειριακή δομή, την επαναληπτικότητα, το ασυνεχές και την ποικιλομορφία της οπτικής πληροφορίας, τη λειτουργία της γλώσσας ως επικοινωνιακού κώδικα. Η γιαπωνέζικη καλλιγραφία, καθώς και οι βυζαντινές εικόνες υπήρξαν για τη Χρύσα (Βαρδέα) βασικές πηγές έμπνευσης που τροφοδότησαν τις σταθερές επιλογές της στην απεικόνιση του φωτός και της γραφής. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 θα εμφανιστεί το νέον στη γλυπτική της, υλικό στο οποίο θα αφοσιωθεί έκτοτε σε συνδυασμό με το ανοξείδωτο ατσάλι και το πλεξιγκλάς. Το έργο της αποτελεί ένα ποιητικό δοκίμιο για το βίωμα της μεγαλούπολης, την κίνηση του σύγχρονου ανθρώπου στο αστικό περιβάλλον και τη συνεχή ροή εικόνων και μηνυμάτων. Όλα αυτά αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τη συγκρότηση ενός προσωπικού, αυθεντικού κώδικα γραφής.

Μερικά χρόνια αργότερα, στο Παρίσι, η Χρύσα Ρωμανού εστίασε την προσοχή της σε κοινωνικά ζητήματα και την αντιφατικότητα της πραγματικότητας. Την δεκαετία του ‘60 παρουσίασε τρεις σημαντικές σειρές πολιτικών έργων κολάζ,  “Luna Park International”,  “Casino International” και “Reportage”, μία επιλογή των οποίων παρουσιάζονται στην έκθεση. Ήταν η εποχή της κορύφωσης των διαδηλώσεων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, η εποχή που η Pop Art έκανε αισθητή την παρουσία της. Η Χρύσα Ρωμανού ενέταξε με κριτικό τρόπο στο έργο της το διαδεδομένο στην ποπ αισθητική καλλιτεχνικό μέσο του κολάζ για να αποτυπώσει τη βιαιότητα και τον κατακερματισμό της εμπειρίας που εισέπραττε ως πολιτικά και κοινωνικά ευαίσθητη δημιουργός. Άντλησε υλικό από τα φωτορεπορτάζ των περιοδικών και παρουσίασε τα κολάζ του 1965 από τη σειρά των “Λαβυρίνθων” και “Casino International” στη Μπιενάλε του Σάο Πάολο. Σε αυτά της τα έργα η Ρωμανού αντιπαρέβαλε με ψυχραιμία τις υποσχέσεις κατανάλωσης και ευμάρειας με τη μοίρα των πλέον ανυπεράσπιστων κοινωνικών ομάδων, θέλοντας ενδεχομένως να υπαινιχθεί την ανακάλυψη μιας νέας ηλικιακής ομάδας προς εκμετάλλευση από την παγκόσμια αγορά, εκείνη της παιδικής ηλικίας. Τα κολάζ του 1965 αποτελούν μία ευαίσθητη και αιχμηρή ανατομία της ανάδυσης της καταναλωτικής κοινωνίας, πριν ακόμη ολοκληρωθεί η μορφοποίησή της. Η επαναστατικότητα του έργου της έγκειται και στο ότι αντιλήφθηκε πολύ πρώιμα το γεγονός ότι η οπτική κουλτούρα βασίζεται σε αναπαραστάσεις, δεδομένο που αξιοποίησε με ευρηματικότητα.

Χρύσα (Βαρδέα): 1933 – 2013. Σπουδές: Académie de la Grande Chaumière, Παρίσι, California School of Fine Arts, Σαν Φρανσίσκο. Ατομικές εκθέσεις (επιλογή): Betty Parsons Gallery, Νέα Υόρκη (1961), Solomon R. Guggenheim Museum, Νέα Υόρκη (1961), The Museum of Modern Art, Νέα Υόρκη (1963), Walker Art Center, Μιννεάπολης, ΗΠΑ (1968), Whitney Museum of American Art, Νέα Υόρκη (1972), Galerie Denise René, Παρίσι (1973, 1974, 1976, 1978), Musée d’ Art Moderne de la Ville de Paris, Παρίσι (1979), Leo Castelli Gallery, Νέα Υόρκη (1979, 1988, 1991), Εθνική Πινακοθήκη & Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Αθήνα (1992), μεταξύ άλλων. Ομαδικές εκθέσεις (επιλογή): Martha Jackson Gallery, Νέα Υόρκη (1960), Whitney Museum of American Art, Νέα Υόρκη (1962, 1964, 1971), 7η Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1963), The Museum of Modern Art, Νέα Υόρκη (1964, 1966, 1967), Documenta IV, Κάσελ (1968), 36η Μπιενάλε της Βενετίας (1972), Musée d’ Art Moderne de la Ville de Paris, Παρίσι (1979), Εθνική Πινακοθήκη & Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Αθήνα (1980), Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα (2003, 2004, 2009), Museo Nacional Centro de Arte Reina Sofia, Μαδρίτη (2004), Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη (2006), Hirshhorn Museum and Sculpture Garden, Ουάσινγκτον (2007), μεταξύ άλλων. Έργα της υπάρχουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές παγκοσμίως.

Χρύσα Ρωμανού: 1931 – 2006. Σπουδές: Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Αθήνα (με δασκάλους τους Γ. Μόραλη, Α. Γεωργιάδη). Εκθέσεις (επιλογή): Γκαλερί Ζυγός, Αθήνα (1958), 5η Διεθνής Μπιενάλε Χαρακτικής, Ljubljana (1961), Γκαλερί Δεσμός, Αθήνα (1981), Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1965, 1994), Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, Λούντ, Σουηδία (1967), Μπιενάλε της Βενετίας (1976, στο πλαίσιο του Progetto Arcevia), Salon de Mai, Παρίσι (1973, 1974, 1976), Εθνική Πινακοθήκη & Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Αθήνα (1992, 1993), Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολις (1997), Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα (2005). Έργα της υπάρχουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές παγκοσμίως.