Η ιστορία της ανθρώπινης ψυχής δεν χρειάζεται πολύπλοκες αναλύσεις και εντυπωσιακές αναφορές για να γίνει κατανοητή. Ο σημαντικός Joseph Roth, εδώ εξυφαίνει μία ιστορία από τα παλιά, ένα θέμα χριστιανικής και ηθικής υπόστασης που όμως πάντα θα είναι επίκαιρο γιατί οι άνθρωποι πάντα θα πιστεύουν σε μία ανώτερη δύναμη και σε αυτήν θα ανατρέχουν στις δύσκολες στιγμές τους.

Ο βιβλικός Ιώβ είναι το χαλί πάνω στο οποίο πατάει για να χτίσει τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου της εποχής του, που βιώνει δοκιμασίες απεσταλμένες κατά πως φαίνεται από έναν Θεό, τον δικό του και δικό μας Θεό που έχει γερή κρίση και απέραντη αγάπη. Γραμμένο σαν ένα παραμύθι ενός απλού ανθρώπου όπως πολύ εύστοχα μεταφράζεται και στα ελληνικά, θα μπορούσε να είναι το θέμα μίας ιστορίας που σκοπό έχει να διδάξει πως ο ανθρώπινος πόνος δεν είναι τυχαίος, δεν γίνεται γιατί ο Θεός είναι άδικος αλλά γιατί υπάρχει λόγος. Ο πόλεμος άλλωστε, η αρρώστια και η απώλεια που πολλές φορές προκύπτει από αυτόν σε αυτό το πλαίσιο κινούνται, τα νήματα της μοίρας του καθενός είναι πλεγμένα και μπλεγμένα χωρίς την θέλησή μας.

Ο Roth ανήκει σε μία ευλογημένη γενιά συγγραφέων που γέννησαν και έπλασαν τις ιστορίες τους μέσα από τις στάχτες ενός καταστροφικού Πρώτου παγκοσμίου πολέμου και χάθηκαν πρόωρα μπροστά στον φόβο της επέλασης του τσουνάμι που δεν ήταν άλλο από τον ακόμα πιο ολέθριο και επώδυνο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που ερχόταν με διαστάσεις κατακλυσμού για να παρασύρει στο διάβα του κυρίως ανθρώπους και έπειτα ολόκληρες πόλεις και μνημεία εξέχουσας σημασίας. Έναν πόλεμο που κατάπιε φυσιογνωμίες όπως αυτή του Roth, οι οποίοι δεν άντεξαν να ξαναζήσουν την επανάληψη του ίδιου έργου και μέσα σε μία μελαγχολία για το ματωμένο αύριο είπαν το στερνό αντίο στερώντας τις επερχόμενες γενιές από την τόσο αιχμηρή αλλά συνάμα και τρυφερά ανθρώπινη πένα τους. Αφηγητής και εικονογράφος μίας απερίγραπτα κατά τα άλλα κατατρεγμένης κοινωνίας από τα δεινά και τις συμφορές του πολέμου που μόλις έληξε, φέρνει στο προσκήνιο την ιστορία ανθρώπων που προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους και να ορθοποδήσουν ανακτώντας την χαμένη τους αξιοπρέπεια και αυτοπεποίθηση. Πως όμως να επανακάμψεις τόσο εύκολα όταν ο αέρας των όπλων ακόμα ηχεί και η ανασυγκρότηση κυρίως η ψυχολογική έχει καταστεί όνειρο απατηλό θερινής νυκτός;

Ο Roth για όλα αυτά μιλάει, για τον άνθρωπο που μοχθεί, που μάχεται ενάντια σε συγκυρίες που μυρίζουν μπαρούτι και πολεμούν ενάντια σε θηρία και εχθρούς όπως είναι ο φασισμός. Εμμέσως πλην σαφώς ο ήρωας του Roth είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας του τότε αλλά γιατί όχι και του τώρα απλά σε μία άλλη πιο σύγχρονη μορφή και αυτό γιατί πάντα θέτει σε πρώτο πλάνο τον άνθρωπο που άνισα και άδικα βρίσκεται σε θέση παθητικού παρατηρητή που βλέπει να καταπατάται το βιος του και να συνθλίβεται συθέμελα η προσωπικότητά του και η ελευθερία του από πρόσωπα αδηφάγων και αιμοδιψούντων τσαρλατάνων. Οι τελευταίοι, διαταραγμένοι, άνομα και απρόβλεπτα κινούμενοι, έλαβαν την εξουσία με σκοπό να σπείρουν την οδύνη ανά την Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο και με αυτά τα δεδομένα, ο Roth απελπισμένος ο ίδιος και κυνηγημένος ξεσπαθώνει έναν λόγο κόλαφο για τον πολίτη που υπομένει απροστάτευτος και προπάντων ακάλυπτος την καταπίεση και την καταδυνάστευση του δικαιώματος συμμετοχής του στα κοινά που έχουν μετατραπεί σε αυστηρά ιδιωτικά και ολιγαρχικά.

Τέτοιος φόβος για το αύριο καταλαμβάνει και τον Μέντελ, έναν οικογενειάρχη Εβραίο μιας ρωσικής επαρχίας, ο οποίος φιλήσυχος και πράος ακολουθεί σε όλη του την ζωή το γράμμα του νόμου και της θρησκείας όπως άλλωστε θα έπρεπε να πράττει κάθε πολίτης μίας ευνομούμενης πολιτείας. Ο Μέντελ με προφητικές ενοράσεις για τα μελλούμενα επιχειρεί να μεταναστεύσει με την οικογένειά του στην Αμερική για ένα καλύτερο αύριο, εκεί όπου ήδη έχει μεταφερθεί ο μεγαλύτερος γιος του ο Σερμάγια για μία καλύτερη επαγγελματική και κοινωνική ζωή. Ο Roth σε πλήρη επαφή με την στυγνή πραγματικότητα που θα επακολουθούσε, αρθρώνει έναν λόγο μεστό και πραγματικό, τοποθετώντας τα πράγματα στη θέση τους με μία γλώσσα που αγγίζει τον κόσμο του τότε αλλά πιο πολύ του σήμερα. Τροχοπέδη στο όλο αυτό εγχείρημα του Μέντελ, ο Μενουχίμ, ο άρρωστος γιος του που λαμβάνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο αποτελεί ή θα μπορούσε να συμβολίζει την ειρήνη που αγκομαχά, που βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού μπροστά στον κίνδυνο των χαρακωμάτων. Όλη η οικογένεια του φτωχού πλην τίμιου Μέντελ, που αποζητά χρήματα για την διέξοδο, πασχίζει να φροντίσει το αδύναμο μέλος της και να δώσει την δέουσα προσοχή στον Μενουχίμ καθώς γνωρίζουν πως η φυγή τους θα μπορούσε να σημάνει για αυτόν που θα έμενε μόνος και απροστάτευτος τον οριστικό του χαμό, όπως ακριβώς και η ειρήνη, η οποία θα βρεθεί στον τοίχο πυροβολημένη και κατακερματισμένη.

Ο πατέρας Μέντελ έχοντας συνεχώς ακούραστη στο πλάι του, την Δεβώρα την γυναίκα του, μία απλή, χαρισματική και αξιόμαχη μητέρα που θυμίζει την ίδια την Παναγία, γίνεται θυσία για το καλό των παιδιών του όπως θα έκανε άλλωστε κάθε πατέρας. Μας παρουσιάζει έναν πατέρα με μορφή ιερατική και πατριαρχική, σαν τον πατέρα που ο ίδιος ο Roth δεν γνώρισε γιατί τον έχασε σε μικρή ηλικία. Μας τον εμφανίζει ευσεβή, ταπεινό, ως έναν άνθρωπο που όλη του η ζωή είναι ένας Γολγοθάς και μία λύτρωση μαζί όταν πέφτει και ξανασηκώνεται στα πόδια του έπειτα από το ταξίδι στην Αμερική, όπου στο πίσω μέρος του μυαλού του έχει τον Γιόνας που βρίσκεται στον στρατό και ανησυχεί για αυτόν αλλά και τον Μενουχίμ, για τον οποίο δεν έχει νέα λόγω της έναρξης του πολέμου. Η Αμερική για τον Μέντελ ισοδυναμεί με μία νέα Βαβυλώνα, με την γη της επαγγελίας όπου δουλειές υπάρχουν για όλους, η ευτυχία αποκαθίσταται και οι ζωές κυλούν μακριά από τα τύμπανα του πολέμου. Εν τούτοις, η ζωή κρύβει για μία ακόμα φορά το χαμόγελό της στον Μέντελ αφήνοντας πίσω την ευδαιμονία του πρώτου καιρού όπου έβλεπε τον γιο του να αναπτύσσεται επαγγελματικά και να είναι υπερήφανος για αυτόν. Έτσι όπως και ο Ιώβ ο βιβλικός, έτσι και ο Μέντελ συναντά και έρχεται για ακόμα μία φορά αντιμέτωπος με την μοίρα του και μοιάζει πλέον με σχεδία χαμένη σε ένα πέλαγο αναμνήσεων για την οικογένεια που είχε και για αυτήν που βλέπει να χάνεται. Μήπως όμως στο βάθος κάθε καταιγίδας δεν αναδύεται η ελπίδα και η λάμψη του φωτός της αισιοδοξίας? Ποιο θα είναι αυτό το φως που θα του ξαναδώσει την ελπίδα για ζωή και την χαρά στα γεράματα πλέον του ταλαιπωρημένου βίου του;

Η ιστορία του Μέντελ είναι όπως το καράβι του Οδυσσέα που ψάχνει να βρει την Ιθάκη του, οι δοκιμασίες πολλές, οι δυσκολίες και οι φουρτούνες ακόμα περισσότερες όμως το νησί θα βρεθεί και έτσι όπως ο Οδυσσέας χρόνια αργότερα θα βρεθεί κοντά στους δικούς του ανθρώπους έτσι και ο Μέντελ αν και χτυπημένος από την οδύνη της απώλειας θα δει να ξαναγεννιέται η χαρά και η αισιοδοξία μέσα από μία αποκάλυψη που δεν έλαβε χώρα στην Πάτμο αλλά στην μακρινή Νέα Υόρκη και εκεί θα κοιμηθεί για πάντα χωρίς να ξαναδεί την γενέθλια γη του. Γιατί όπως λέει και ο Emile Chantier: “Η απαισιοδοξία είναι θέμα διάθεσης, η αισιοδοξία όμως είναι θέμα θέλησης”. Ο Roth με αλληγορική ματιά και διάθεση πραγματεύεται την απώλεια ενός κόσμου που φεύγει και ενός κόσμου που λογικά θα αναγεννηθεί γιατί αυτό ορίζει η ιστορία της ανθρωπότητας, οι κρίσεις και οι πόλεμοι είναι αναγκαία κακά για την “αποτοξίνωσή” του.

“Και αναπαύθηκε από το βάρος της ευτυχίας και τη μεγαλοσύνη των θαυμάτων”

Το βιβλίο του Joseph Roth, με τίτλο Ιώβ η ιστορία ενός απλού ανθρώπου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.