Ο Άντον Τσέχωφ σκιαγραφεί χαρακτήρες τόσο από τα αστικά κέντρα, όσο και από την επαρχία της προεπαναστατικής Ρωσίας, μεγεθύνοντας με γλαφυρό τρόπο, αλλά πάντα με συμπάθεια, τις συνήθειες, τις εμμονές τους, τους φόβους τους, την προσήλωσή τους στα μικροσυμφέροντά τους, την αφέλειά τους, αλλά και την πονηριά τους. Επί σκηνής, παρελαύνουν χαρακτηριστικοί τύποι της εποχής και της κοινωνίας του: από δασκάλες και νταντάδες, μέχρι παπάδες και οδοντίατροι. Όλοι οι ήρωες παραδίδονται, πανανθρώπινοι και παντοτινοί, στην κρίση όλων μας για το «χθες», το «σήμερα» και το «αύριο». Η Ελένη Ράντου τιτλοφόρησε τη διασκευή της «Βότκα Μολότοφ», κλείνοντας το μάτι στους θεατές για τη θεατρική «έκρηξη» γέλιου και συγκίνησης που ετοιμάζονται να βιώσουν.

***

-Πρωταγωνιστείτε στην κωμωδία «Βότκα Μολότοφ», πίσω από το κείμενο της οποίας έχουμε 3 πένες. Θέλετε να μας πείτε περισσότερα για αυτό;

Η παράσταση «Βότκα Μολότοφ» βασίζεται πάνω στα διηγήματα – και όχι θεατρικά έργα – του Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ. Τη θεατρική διασκευή των διηγημάτων έχουν αναλάβει ο Αμερικανός συγγραφέας Νιλ Σάιμον και η δική μας υπέροχη Ελένη Ράντου. Ταξιδεύουμε λοιπόν με βάρκα τον Τσέχωφ και κουπιά μας την Ελένη Ράντου και τον Νιλ Σάιμον.

-Τι το ιδιαίτερο έχει, κατά τη γνώμη σας, το χιούμορ του Τσέχωφ;

Ο Τσέχωφ όταν μιλούσε για τα ‘’μεγάλα του’’ θεατρικά έργα συνήθιζε να λέει πως «εγώ γράφω κωμωδίες». Βαθιά ανθρώπινος και συναισθηματικός, διεισδύει στον ψυχισμό των ηρώων και φωτίζει με αγάπη τις ανθρώπινες ρωγμές και τις αδυναμίες. Καταφέρνει να δημιουργεί πυκνές ατμόσφαιρες, που νομίζεις μερικές φορές πως δεν χωράει να περάσει ούτε ο αέρας. Αυτό ίσως να μην το άντεχε ο θεατής εάν δεν υπήρχε παντού και αόρατα διάσπαρτο το κωμικό στοιχείο. Αντίστοιχα λοιπόν λειτουργεί και στις κωμωδίες του. Το αστείο πηγάζει από την κατάσταση. Οι ήρωες του – συνήθως απλοί καθημερινοί – πάσχουν. Κάτι τους απασχολεί, κάτι τους βασανίζει και ο τρόπος που επιλέγουν να το αντιμετωπίζουν προκαλεί το αυθόρμητο γέλιο. Δεν είναι αστείοι οι ήρωες, αλλά η κατάσταση και ο τρόπος που την αντιμετωπίζουν. Ο θεατής ή ο αναγνώστης πολύ εύκολα και γρήγορα ταυτίζεται μαζί τους γιατί είναι φτιαγμένοι με πολλή αγάπη από τον συγγραφέα.

Εν κατακλείδι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Τσέχωφ είναι η μαγική συνύπαρξη και ισορροπία του κωμικού με το δραματικό στοιχείο.

-Το έργο του Νιλ Σάιμον λεγόταν «Ο καλός γιατρός» (“The Good Doctor”). Προτιμάτε τον εκρηκτικό τίτλο της δικής σας παράστασης;

Νομίζω ότι δεν υπάρχει ιδανικότερος τίτλος για τη σημερινή εποχή. Είναι κάτι το οποίο εξάλλου έχει αποδειχθεί γιατί στο παρελθόν την παράσταση είχε ανεβάσει με μεγάλη επιτυχία η Ελένη Ράντου. Ο τίτλος της παράστασης έχει εντυπωθεί ανεξίτηλα στο μυαλό των θεατών που την έχουν παρακολουθήσει και όχι μόνο. Τη «Βότκα Μολότοφ» τη θυμάσαι ακόμη κι αν δεν έχεις δει την παράσταση, είναι ένας τίτλος που από μόνος του μπορεί να αποτελέσει αφορμή για να τη δεις.

-Επί σκηνής βλέπουμε να εξελίσσονται διάφορες ιστορίες καθημερινής τρέλας. Ξεχωρίζετε κάποια συγκεκριμένη;

Οι ιστορίες που βλέπουμε επί σκηνής, αλλά και αυτές που έχουν παραμείνει ως διηγήματα μέσα στο βιβλίο του Τσέχωφ, είναι όλες απολαυστικές. Μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω, αλλά αν πρέπει, με αγγίζουν ιδιαίτερα «Το δώρο» και «το λαχείο».

-Η παράσταση «Βότκα Μολότοφ» έχει πρωτότυπη μουσική, γραμμένη από τον Γιάννη Μαθέ. Τι προσθέτει αυτό κατά τη γνώμη σας στην θεατρική εμπειρία;

Τον Γιάννη Μαθέ τον γνωρίζω χρόνια. Είναι ένας πολύ ταλαντούχος και γλυκός άνθρωπος. Ο ρόλος της μουσικής σε μία παράσταση είναι εξίσου σημαντικός με τους υπόλοιπους ρόλους γιατί ‘’παίζεις’’ μαζί της. Η μουσική μαρτυράει την κατάσταση που έπεται ή προηγείται. Η μουσική αποτυπώνει συναισθήματα. Η μουσική γίνεται κείμενο. Σαν να υπάρχει ακόμα ένας “αόρατος” ηθοποιός. Ο Γιάννης Μαθές τα κατάφερε θαυμάσια και τον ευχαριστούμε πολύ!

-Τι καθιστά στα μάτια σας μια κωμωδία επιτυχημένη;

Δυνατό κείμενο, σωστός ρυθμός, καλή επικοινωνία ηθοποιών, έξυπνη σκηνοθεσία.

-Αυτήν την περίοδο η «Βότκα Μολότοφ» περιοδεύει. Θα θέλατε να μας πείτε για μια πρόκληση που αντιμετωπίζετε σε αυτό το θεατρικό ταξίδι, αλλά και κάτι που σας γοητεύει σε αυτό;

Η πρόκληση της παράστασής μας – όπως και κάθε παράστασης πιστεύω – είναι το να καταφέρουμε να κρατήσουμε τη δροσιά της και τη ζωντάνια της μέχρι τέλους. Προσωπικά με προκαλεί και με γοητεύει να αναμετριέμαι σε κάθε παράσταση με τον εαυτό μου και τις δυνάμεις μου. Στόχος μου είναι να μείνει αμείωτος ο ενθουσιασμός μου και κάθε φορά μου υπενθυμίζω πως ναι μεν έχουν προηγηθεί πολλές παραστάσεις, όμως σήμερα οι θεατές θα δούνε το έργο για πρώτη φορά και αξίζουν τον καλύτερο μας εαυτό.

-Υπάρχει κάποιο μελλοντικό σας σχέδιο που θα θέλατε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες και αναγνώστριες του CultureNow;

Είμαι πολύ χαρούμενη που θα συμμετέχω στη νέα σειρά του Αnt1 «Ο Πρώτος από εμάς», σε σκηνοθεσία του Πιέρου Ανδρακάκου. Πρόκειται για μια σειρά που πραγματεύεται απόλυτα σύγχρονες καταστάσεις. Οι ήρωες καλούνται να αντιμετωπίσουν προβλήματα, να απολαύσουν χαρές, να κυνηγήσουν στόχους, να συμφιλιωθούν με απώλειες και να ανταποκριθούν σε γεγονότα εντελώς γνώριμα σε όλους μας σήμερα.

Τα γυρίσματα της σειράς έχουν ήδη ξεκινήσει και περιμένω με αγωνία τον Σεπτέμβριο…

Με αγωνία επίσης περιμένω να ολοκληρωθούν τα γυρίσματα της ταινίας «Έχω κάτι να πω» στην οποία συμμετέχω, πρωταγωνιστεί ο Αντίνοος Αλμπάνης, ενώ τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Στράτος Τζίτζης.

Διαβάστε επίσης: 

Βότκα Μολότοφ, από την Ελένη Ράντου σε περιοδεία στην Αττική – Καλοκαίρι 2023