Αν γύρεις λιγάκι το σώμα σου προς τα εμπρός, άξαφνα το κεφάλι σου θα βρεθεί βυθισμένο σε μια άλλη διάσταση! Οι νεκροί δεν είναι πλέον νεκροί, οι ζωντανοί συμπεριφέρονται σαν φαντάσματα. Αυτό που ένα λεπτό πριν ήταν προφανές, τώρα είναι παράξενο και αδιαπέραστο. Άννα! Άκουσε τη σιωπή της σκηνής.

Λέει ο Μπέργκμαν δια στόματος Βόγκλερ.

Μιλάει για μια πραγματική καταβύθιση. Ένα ταξίδι που ο κάθε ηθοποιός πρέπει να είναι σε θέση να το κάνει. Στη σκηνή. Εκεί είναι το πεδίο. Όπου όλα μπορούν να πάρουν μια άλλη μορφή, να μετασχηματιστούν, να ειπωθούν, να ακουστούν, να βιωθούν και να υπάρξουν. Δεν πρόκειται για μαγεία αλλά για αίσθηση. Μια δεξιότητα που οι ηθοποιοί αναπτύσσουν και πορεύονται με αυτή. Μια αίσθηση που τους κάνει να φέρουν το τραύμα τους πάνω στη σκηνή και να το διαχειρίζονται απέναντι στο κοινό. Πάντα διαμεσολαβημένα. Μέσα από ένα κείμενο μέσα από έναν ρόλο. Τόσο «αληθινά» και τόσο «ψεύτικα».

Ποιοτικές πληροφορίες ή ψιλά γράμματα; θα έλεγε κανείς.

Ο Μπέργκμαν όμως το ζητάει και το θεωρεί προϋπόθεση για ένα ηθοποιό.

Photo Credit: Ραφαήλ Σουλιώτης | Από πρόβα του έργου «Μετά την πρόβα»

Μέσα από αυτή την προϋπόθεση λοιπόν προσπαθούν οι ήρωες του «Μετά την πρόβα» να υπάρξουν πάνω στη σκηνή. Κατ’ επέκταση και οι ηθοποιοί της παράστασης. Προσπαθούν και οι μεν και οι δε να δημιουργήσουν αυτόν το μεγάλο χώρο της απόλυτης ησυχίας, για να συναντηθούν παρουσία κοινού και αυτό που θα πουν να είναι εκκωφαντικό. Όχι για να ακουστεί έτσι απλώς, αλλά για να μείνει. Στο χώρο του θεάτρου. Και να μην φύγει ποτέ. Να είναι εκεί. Και οι επόμενοι να το έχουν ως παρακαταθήκη. Έτσι μόνο μπορεί να λειτουργήσει το θέατρο, μέσα από τη συνέχεια.

Το «Μετά την πρόβα» είναι ένα έργο τέτοιου είδους. Είναι δομημένο πάνω σε οικογενειακές σχέσεις, σχεδόν αιμομικτικές που παρουσιάζονται με αφορμή μια πρόβα, πάνω στη σκηνή. Για την ακρίβεια μια πρόβα που τέλειωσε και αναμένεται η παράσταση. Σε αυτόν τον χρόνο εμφανίζεται ένα τρίγωνο που οι κορυφές του είναι πρόσωπα σχεδόν αλυσοδεμένα μεταξύ τους, δέσμια της ηθικής του θεάτρου. Κανένας δεν μπορεί να τα καταφέρει στο θέατρο αν τον απασχολεί πολύ η ζωή του. Η έξω από αυτό ζωή του.

Τρία πρόσωπα που αντικατοπτρίζει το ένα στο άλλο εικόνες, μνήμες, εκδοχές και πορείες που δεν έπρεπε να γίνουν. Πρόσωπα που το αποτύπωμα τους είναι τόσο ισχυρό ώστε φωτίζει τα μάτια των υπολοίπων. Κανένας δεν εγκαταλείπει. Κανείς δεν φεύγει αμαχητί. Συγκρούονται, λαβώνονται και μαζεύονται για να συνεχίσουν.  Νικητής δεν υπάρχει. Οι ήρωες παίρνουν ένα μικρό ή μεγάλο μερίδιο και πορεύονται με αυτό. Είναι αρκετό όμως για να τους κρατήσει στην επιφάνεια. Να τους ξαναβάλει στο παιχνίδι.

Το Θέατρο όμως κερδίζει πάντα. Όλα τα κρατάει εκεί μέσα, στην κοιλιά του. Τα συντηρεί και τα αναπαράγει. Μόλις εμφανιστεί ο πρώτος θεατής ο χώρος ζωντανεύει. Τα σκηνικά αρχίζουν και γίνονται πιο ορατά πιο αδρά.  Υπάρχουν. Άγγελοι, δαίμονες, καθημερινοί άνθρωποι συνδέονται μέσα σε αυτό το χώρο και φτιάχνουν τη δική τους πραγματικότητα για όσο διαρκεί μια παράσταση. Μία ώρα, δύο ώρες….

Έτσι έχουν τα πράγματα. Έτσι πρέπει να έχουν.

Διαβάστε επίσης: 

Μετά την πρόβα, του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν σε σκηνοθεσία Βαλάντη Φράγκου στο θέατρο Θησείον