Κάθε τόσο κυκλοφορούν στο διαδίκτυο οι γνωστές λίστες του τύπου: «αν γεννήθηκες το ‘80/’90 κλπ, θα ξέρεις τα:», και ακολουθούν εικόνες με τον Μάμρα και τον Μιάουθ, τα παγωτά πατούσα και αυτοκόλλητα Panini με τον Γιώτη Τσαλουχίδη και το μουστάκι του Νίκου Τσιαντάκη. Είναι πολύ πιθανό οι ‘’τρίγυρω από τα πρώτα –άντα’’ να παραφετιχοποιούν την νοσταλγία των παιδικών τους χρόνων, ή ίσως όντως η ανεμελιά να είναι το μεγάλο ζητούμενο της εποχής. Σε κάθε περίπτωση, αυτό το καλοκαίρι η Netflix υλοποίησε την σειρά-φαντασίωση κάθε (30αρη) νοσταλγού της παιδικότητάς του. Το Stranger Things των Matt και Ross Duffer είναι μια τηλεοπτική ταινία οχτώ επεισοδίων-κεφαλαίων που λειτουργεί και ως φόρος τιμής για όλη την κινηματογραφική παράδοση της δεκαετίας.

Για την σειρά την ίδια, είναι καλό να αφήσει κανείς τις (εντάξει, λίγο προβλέψιμες) εκπλήξεις της: Ένα παιδί εξαφανίζεται μυστηριωδώς στα δάση μιας κωμόπολης της Ιντιάνα, και για την αναζήτησή του δημιουργούνται διάφορες συντροφιές. Η παρέα του μικρού (τα nerdάκια του σχολείου που περνούν 10ωρα παίζοντας dungeons and dragons και έχουν γουόκι-τόκι), μια παρέα εφήβων στο κατώφλι της σεξουαλικής ωρίμανσης, ένας απρόθυμος αστυνομικός και η μητέρα του που βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κατάρρευσης. Μαζί τους, ένα παράξενο κορίτσι (χαρισματική η Millie Bobby Brown στο ρόλο της Eleven) με τηλεκινητικά χαρίσματα. Από την άλλη πλευρά, στο κατόπι τους είναι σκοτεινές κυβερνητικές ομάδες και φυσικά, το τέρας του δάσους- άλλωστε, το stranger things είναι στον πυρήνα του ένα monster story.

 

Παράλληλα με την παραπάνω πλοκή, η σειρά αφοσιώνεται στο να εκφράζει την αγάπη της στην κινηματογραφική παράδοση που την επηρέασε. Οι δίδυμοι αδερφοί Duffer άλλωστε, γεννήθηκαν το 1984. Το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι αγάπησαν τα Goonies, τον E.T., τον Stephen King (Stand by Me, the Thing) και μια ολόκληρη αισθητική και φιλιμική μυθολογία. Οι τίτλοι αρχής της σειράς είναι σε φιλμ με κόκκο και ο τίτλος εμφανίζεται με neon γράμματα και μελαγχολικά συνθεσάιζερ. Η Winona Ryder επανεμφανίζεται (στο ρόλο της νευρωτικής μητέρας) μετά από χρόνια, και μαζί της ο Matthew Modine (στο ρόλο του λιγομίλητου αρχικακού των ανώνυμων κυβερνητικών). Όχι τυχαία: η Winona του Ψαλιδοχέρη, του Φονικού Πάθους, του Σκαθαροζούμη, ήταν ένα αγαπημένο goth εφηβικό sex symbol, ενώ ο Modine είναι μια πολύ χαρακτηριστική ‘80s φάτσα: To Metal Jacket και το Birdy ήταν αρκετά για αυτό (ενώ δεν τα ξεπέρασε και ποτέ και ο ίδιος).

Περισσότερο από όλα, o E.T. διαποτίζει την αισθητική και ατμόσφαιρα του έργου. Η θρυλική σκηνή με το ποδήλατο βρίσκει μια άξια αναφορά (κάπου στο όγδοο επεισόδιο, με το βαν που τινάσσεται στον αέρα), ενώ και το ‘’μασκάρεμα’’ της Eleven είναι ευθεία αναφορά στις απολαυστικές προσπάθειες της μικρούλας Drew Barrymore να ντύσει και στολίσει τον αγαπημένο αυγουλομάτη εξωγήινο. Για την ακρίβεια, η σειρά πετυχαίνει αυτό που δεν
κατάφερε ένας ακόμα μανιακός νοσταλγός, ο JJ Abrams (νέο Star Wars, νέο Star Trek), με την ταινία Super 8 πριν μερικά χρόνια. Αλλά η σειρά δεν μένει εκεί- Τα κινηματογραφικά παραμύθια της εποχής είχαν συνήθως πολύ τρομακτικούς δράκους, και η σειρά δεν ντρέπεται να αποκαλύψει τους παιδικούς μας εφιάλτες: Τα χέρια που προσπαθούν να διαπεράσουν τους τοίχους είναι μια καλή υπενθύμιση του τρόμου σε κάθε επίσκεψη του Freddie Kruger στον ‘’Εφιάλτη στο δρόμο με τις Λεύκες’’, ενώ τα περίεργα ‘’κουκούλια’’ που φτιάχνει το τέρας είναι ευθεία αναφορά στο gore του Alien.

Το ότι στην ιστορία μας υπάρχει ένα δάσος κρύβει πύλες για μια παράλληλη διάσταση είναι μια απ’ευθείας σύνδεση με το Twin Peaks του David Lynch (μια δεύτερη είναι ότι ο σχεδιαστής των τίλων αρχής είναι ίδιος!). Πολλές σκηνές της παρέας των παιδιών, είτε όταν περπατάνε παράλληλα με τις ράγες του τρένου είτε όταν συσκέπτονται, είναι πιστές αντιγραφές σκηνών από τα Goonies και το Stand by Me. Ένα ακόμα ολόκληρο κεφάλαιο θα μπορούσε να γραφτεί για την μουσική επένδυση –αρκούν οι Clash και το ανατριχιαστικά επαναλαμβανόμενο μοτίβο του Should I stay or should I go.

 

Όλα αυτά είναι πολύ όμορφα, και όντως η σειρά βλέπεται εύκολα και σε μια νύχτα. Μετά το ταξίδι στην νοσταλγία ωστόσο, συνήθως ακολουθεί η μελαγχολία. Άλλωστε γυρνάμε πίσω προσπαθώντας να ξαναβρούμε την ομορφιά που κάποτε μας είχε στοιχειώσει ή συγκλονίσει. Οι κινηματογραφικές (περί κινηματογράφου πρόκειται, και ας είναι τηλεόραση) περιπλανήσεις είναι πάντα μια διασκεδαστική βόλτα, αλλά ποια ανάγκη ακριβώς εξυπηρετει;

 

Είμαστε σε μια δεκαετία που συνεχώς ‘’αναβιώνονται’’ όλα εκείνα που κάποτε στοίχειωναν και συγκλόνιζαν. Ξανά Star Wars, πάμε για τον επόμενο Indiana Jones, δώστου οι κινηματογραφικές μεταφορές των υπερηρωικών κόμικ από το ’70 μέχρι το 2000, remake των remake κ.ο.κ.. Το Stranger Things δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα. Μπορεί να το κάνει συνειδητά και να μην ντρέπεται, μπορεί να πατάει τα σωστά κουμπιά, μπορεί να είναι καλοφτιαγμένο και διασκεδαστικό, αλλά είναι ακόμα κομμάτι μιας παλιάς μυθολογίας και όχι μιας νέας. Και αυτό δείχνει πολλά για τις σειρές της χρονιάς, μιας και είναι ως τώρα η καλύτερη τους.