Η έκθεση, σχεδιασμένη για την πόλη της Κυπαρισσίας στην οποία το κυπαρίσσι και ο μυθικός Κυπάρισσος χάρισαν το όνομά της, θα διαρκέσει έως και τις 10 Σεπτεμβρίου.

Με οδηγό τον μυθικό Κυπάρισσο, με συντροφιά τη λογοτεχνία και την ποίηση όπου το κυπαρίσσι ριζώνει και αφθονεί, με έμπνευση την ελληνική παράδοση και χειροτεχνία όπου το κυπαρίσσι στέκει ολόρθο, λαλεί κι ανθίζει στηρίζοντας την εκάστοτε σύνθεση, με τον νου να προσεγγίζει το ελληνικό ετούτο δεντρί, άλλοτε ως σύμβολο πένθους και άλλοτε ως σύμβολο γλεντιού, ή σήμα λυγερόκορμης νεανικής ανδρικής ή γυναικείας παρουσίας, ομορφιάς και χαράς, με το βλέμμα στραμμένο στο στιλπνό ελληνικό τοπίο και ειδικότερα στην πρασινοϋφασμένη Κυπαρισσία με τα αιωνόβια ραδινά κυπαρίσσια κα τα μικρά λυγερά της κυπαρισσόπουλα, «Το Κυπαρίσσι» υποδέχεται τους θεατές του.

Στο πλαίσιο της εκθεσιακής δράσης, εξήντα διακεκριμένοι Έλληνες εικαστικοί προχωρούν στη σύσταση ενός αυτοτελούς οργανικού πεδίου με εικαστικές, πλαστικές και συμβολικές αναφορές σε μια αναγνωρίσιμη τόσο φορμαλιστικά όσο και συμβολιστικά ελληνική ραδινή οντότητα που χαρακτηρίζει το ελληνικό τοπίο σε τέτοιο βαθμό ώστε να έχει ενταχθεί απόλυτα οργανικά τόσο σε διαχρονικές τοπιογραφικές αναπαραστάσεις του από σπουδαίους ζωγράφους όπως ο Κωνσταντίνος Παρθένης, ο Σπυρίδων Παπαλουκάς ή ο Κωνσταντίνος Μαλέας, όσο και να απεικονίζεται επαναληπτικά σε πιο σχηματοποιημένες εκδοχές στη μαρμαροτεχνία, την ξυλογλυπτική, την κεντητική και την κοσμηματοποιία. Το πανώριο κυπαρίσσι πρωταγωνιστεί εξάλλου με την ίδια χάρη στο δημοτικό τραγούδι, τα παραδοσιακά ελληνικά παραμύθια και τη λόγια λογοτεχνία και ποίηση, μέσα από τις λέξεις της οποίας συχνά ζωντανεύει και οργώνεται ως λυγερό έμβιο και κυπαρισσόκομο ον, συμβολίζοντας με τρόπο παράδοξο την ομορφιά και τη θλίψη, τον θάνατο και την αθανασία ταυτόχρονα. Στην έκθεση, παράλληλα με τα έργα των συμμετεχόντων εικαστικών, παρουσιάζεται επίσης ένας μικρός πυρήνας αντικειμένων από ιδιωτικές συλλογές που συμπληρώνουν συμβολικά το εικαστικό αφήγημα.

Ο τίτλος της έκθεσης προτείνεται ως ένα ανοιχτό πεδίο συνύπαρξης παλαιών και νέων συμβάντων και εικόνων, ανοιχτών διαλόγων ελαφριάς ύλης και αιωρούμενων επιτόπιων περιπάτων του βλέμματος και του νου, δίνοντας διακριτό τόπο σε πολυσχιδείς προσεγγίσεις και σε προφανείς ή και αθέατες συγκλίσεις και εσοχές μιας εκλεκτικής διαχρονικής εξιστόρησης που επιβεβαιώνει και ενδυναμώνει την οργανική συνέχεια της ελληνικής πρωτογενούς δημιουργίας.

Γνώριμο ήδη στους Μυκηναίους, το Κυπαρίσσι απαντάται και ως τοπωνύμιο στις πινακίδες της Γραμμικής Β΄, ενώ η λέξη [ku-]pa-ri-so διασώζεται στην αρχαία ελληνική ως κυπάρισσος, (στην ελληνιστική κυπαρίσσιον και στη μεσαιωνική κυπαρίσσιν). Με άγνωστη ετυμολογία, αποδίδεται στη λατινική ως cupressus (στην γειτονική Ιταλία εξάλλου αφθονεί και καθορίζει το τοπίο της), ενώ η επίσημη ονομασία του Cupressus sempervirens (κυπάρισσος ο αειθαλής), υποδηλώνει τη σχέση του με την αιωνιότητα. Δένδρο κωνοφόρο και αειθαλές, ανήκει στην οικογένεια των Κυπαρισσοειδών που περιλαμβάνει 18 είδη που συναντούνται από τη Βόρειο Αμερική, ως τις χώρες της Μεσογείου και τη Δυτική Ασία. Τα περισσότερα είδη του είναι δέντρα που φτάνουν σε ύψος τα 30 μέτρα έχοντας σχήμα οβελίσκου με συμπαγή κόμη, ενώ κάποια είναι θαμνώδη. Οι κώνοι του, τα κυπαρισσόμηλα έχουν στρογγυλό σχήμα και σκληρά αγκαθωτά λέπια.

Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία και τον Οβίδιο, ο Κυπάρισσος ήταν ένας όμορφος νέος από την Κέα, γιος του Τήλεφου, εγγονός του Ηρακλή και αγαπημένος του Απόλλωνα. Σύντροφό του είχε παντού ένα εξημερωμένο ιερό ελάφι. Μία καλοκαιρινή μέρα, ενώ το ελάφι κοιμόταν ξαπλωμένο στη χλόη, ο Κυπάρισσος το σκότωσε από απροσεξία με ένα ακόντιο. Απαρηγόρητος, ο Κυπάρισσος ζήτησε από τον Ουρανό και τους υπόλοιπους θεούς να πεθάνει, μα τα δάκρυά του να κυλούν αιώνια. Έτσι, οι θεοί τον μεταμόρφωσαν σε κυπαρίσσι. Το σκουροπράσινο λυγερό πανέμορφο δέντρο έγινε το δέντρο της θλίψης και οι σφικτοί καρποί του, τα κυπαρισσόμηλα, τα κρυσταλλωμένα δάκρυα του Κυπάρισσου.

Στο εξής, στους αρχαίους ήδη πολιτισμούς αλλά και έως τις ημέρες μας, το κυπαρίσσι συνδέθηκε με το πένθος αλλά και με την αθανασία. Σε ένδειξη πένθους, κλωνάρια κυπαρισσιού κρέμονταν έξω από την πόρτα του σπιτιού μετά το θάνατο αγαπημένου προσώπου. Με κλαδιά κυπαρισσιού στολίζονταν τα σώματα των νεκρών και επάνω τους έκαιγαν τις νεκρικές σωρούς. Στα χριστιανικά χρόνια ισχυρός παρέμεινε ο συμβολισμός του. Επιπλέον, λόγω του σχήματός του, οι Χριστιανοί θεώρησαν ότι συνέδεε τη γη με τον ουρανό. Φυτεμένο ήδη από την αρχαιότητα κοντά στους νεκρούς, με την αρωματική ρητίνη του νικά την οσμή του θανάτου, ενώ ο ραδινός κορμός του βοηθά τις ψυχές των προσφιλών νεκρών να σκαρφαλώσουν στα λιγνά κλαδιά του, αναζητώντας την ουράνια βασιλεία. Το κυπαρίσσι αποτελεί έτσι διαχρονικό σύμβολο μνήμης και ιερότητας ενώ εξακολουθεί να φυτεύεται όχι μόνο σε πένθιμους τόπους μα και σε γεννήσεις παιδιών αλλά και σε επετειακές επισκέψεις του αρχηγού της εκκλησίας σε θρησκευτικούς τόπους.

Το ξύλο του κυπαρισσιού, χρησιμοποιήθηκε ήδη από τους αρχαίους χρόνους στο χτίσιμο ιερών ναών, στη δόμηση σπιτιών (κυπαρισσόροφος), στην ναυπηγική, στην κατασκευή σαρκοφάγων. Από κυπαρίσσι κατασκευάζονταν ο σκελετός των κτιρίων της Μινωικής εποχής, όπως τα ανάκτορα της Κνωσού, ενώ το σπίτι του Οδυσσέα στην Ιθάκη, όπως παραδίδει ο Όμηρος, ήταν φτιαγμένο από κυπαρισσόξυλα επίσης. Ο σκελετός στήριξης της στέγης του Παρθενώνα, ήταν φτιαγμένος από ξύλο κυπαρισσιού επίσης, ενώ τα κείμενα των νόμων του Σόλωνα ήταν χαραγμένα σε πλακίδια από το ίδιο ξύλο. Οι στόλοι της Αιγύπτου, και των Φοινίκων είχαν ναυπηγηθεί από ξυλεία Κρητικού κυπαρισσιού, ενώ, σύμφωνα με τη Βίβλο, η κιβωτός του Νώε, ήταν επίσης κατασκευασμένη από κυπαρίσσι του όρους Σιών. Ο Θεόφραστος αναφέρει επίσης ξυλεία κυπαρισσιού, αποθηκευμένη για τέσσερις γενιές, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στις πόρτες του μεγάλου ναού της Εφέσου. Το ιερό δάσος της κρητικής Ρέας ήταν δάσος από κυπαρίσσια, ενώ κυπαρίσσια φύτρωναν και έξω από το σπήλαιο της Ίδης, όπου γεννήθηκε ο Δίας. Σύμφωνα πάλι με τον σπουδαίο ιατρό της αρχαιότητας Διοσκουρίδη, το κυπαρίσσι έχει στυπτικές και ψυκτικές ιδιότητες και τα φύλλα του, μαζί με γλυκό κρασί και σμύρνα, ωφελούν πολλαπλά.

«Το Κυπαρίσσι, σύμβολο της αθανασίας, μπορεί, λένε, να ζήσει ακόμα και περισσότερο από χίλια χρόνια. Έμβιο γλυπτό, ευθυτενές, γεμάτο χάρη και πρωταγωνιστής διαχρονικός του ελληνικού τοπίου, αντιβαίνοντας την αρχετυπική εγγραφή του στην κοιλάδα του πένθους και ορθώνοντας την ίδια στιγμή το λυγερό εκείνο ερωτικό ανάστημα που κάνει το βλέμμα και τη νεανική γραφή του Σικελιανού να σκιρτά, αναζητεί τον ουρανό εξακολουθητικά, αντιστεκόμενο στον άνεμο. Αντιστεκόμενο στη λήθη και επικαλούμενο τη μνήμη των προσφιλών. Τιμώντας την εύφορη Κυπαρισσία και το κυπαρίσσι ως ελληνική διαχρονία μορφής και εννοιολογίας, οι συμμετέχοντες εικαστικοί, καταθέτουν τα έργα τους δημιουργώντας και ξεδιπλώνοντας μια παλίμψηστη ποικιλμένη ενδοχώρα συμβόλων και μύθων, ομορφιάς και ρυθμού, λόγου πεζού, ποιητικού και δημώδους, εικόνων και ήχων, βελονιών και υφάνσεων, λαξεύσεων και χαράξεων που προσδοκούν να γεμίσουν ξέχειλα το κυπαρισσοχάρακτο κασελάκι του βλέμματος και του νου», σημειώνει με αφορμή την έκθεση η Ίρις Κρητικού.

Στην έκθεση συμμετέχουν:
Χρήστος Αλατσάκης, Αγγελική Αντωνέα, Νεκτάριος Αποσπόρης, Άννα Αχιλλέως, Κική Βουλγαρέλη, Μαρία Γαλανάκη, Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού, Μαρία Γέρουλα, Νεκταρία Γιακμογλίδου, Κατερίνα Γραφανάκη, Μαρία Γρηγορίου & Γιάννης Παπαδόπουλος, Μαρία Διακοδημητρίου, Χριστίνα Δουζένη, Νίκη Ελευθεριάδη, Ελένη Ζούμπα, Δέσποινα Καλλιγά, Μάρκος Καμπάνης, Εβίτα Κανέλλου, Κατερίνα Κασσαβέτη, Κωνσταντίνος Κουτούμπας, Ρόδη Κωνσταντόγλου, Κωνσταντίνος Λαδιανός, Τάσος Λιακόπουλος, Μαρία Λιναρδάκη, Janet Λιοδάκη, Τάσος Μαδαμόπουλος, Λυδία Μαργαρώνη, Μηνάς Μαυρικάκης, Πανδώρα Μουρίκη, Μάνος Μπατζόλης, Αθηνά Μπίκου, Ισμήνη Μπονάτσου, Ρούλη Μπούα, Αλέκα Μυρίλλα, Ισαβέλλα Ντάσση, Χρίστος Παπαδάκης, Αρίσταρχος Παπαδανιήλ, Γιώργος Παπαδομανωλάκης, Πωλίνα Παπανικολάου, Νίκος-Γιώργος Παπουτσίδης, Χριστίνα Παρασκευοπούλου, Μαρία Πετράτου, Δημήτρης Πετρολέκας, Βαγγέλης Πολύζος, Μπάμπης Πυλαρινός, Μιχάλης Σακαλής, Κατερίνα Σαράφη, Ιφιγένεια Σδούκου, Ζωή Σεκλειζιώτη, Αντωνία Σιμάτου, Ελένη Σιούστη, Παρασκευή Σπύρου, Χρήστος Στανίσης, Αλεξία Ταλιαδώρου, Ιωάννα Τερλίδου, Νίκος Τριανταφύλλου, Βάσω Τρίγκα, Χρήστος Τσουμπλέκας, Μαρία Χάνιου.

Με αφορμή την έκθεση σχεδιάζεται ομώνυμη έκδοση.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Αγγελική Αντωνέα (λεπτομέρεια έργου)