Τρεις τρελοί: ένας Ρώσος, ένας Γάλλος και ένας Κινέζος, μοναδικές περιπτώσεις στην παγκόσμια λογοτεχνία. Και οι τρεις είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Και οι τρεις αποτελούν μέλη εκείνης της προνομιακής ομάδας που πρέπει να διαφυλάξει τη σωστή λειτουργία του κράτους. Και οι τρεις τρελαίνονται.

Ξεφεύγουν από την ομάδα και ανακαλύπτουν την ταυτότητά τους μέσα στον παραλογισμό. Βασιλιάς, κατά συρροή δολοφόνος ή υποψήφιο θύμα κανίβαλων, οι άνθρωποι αυτοί δηλώνουν το ίδιο πράγμα:

Η επαφή με το κράτος τρελαίνει!

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Το ημερολόγιο ενός τρελού»

Νικολάι Γκόγκολ

Μαδρίτη, 30 Φεβρουαρίου

Μόλις, λοιπόν, λογάριασα πως η Γη είναι βαρύς πλανήτης και αν καθίσει επάνω στο φεγγάρι θα λιώσει κυριολεκτικά τις μύτες μας, θα τις κάνει σκόνη, πανικοβλήθηκα· φόρεσα αμέσως τις ψηλές κάλτσες και τα παπούτσια μου κι έτρεξα στο μέγαρο της καγκελαρίας για να δώσω εντολή στα σώματα ασφαλείας να προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες για ν’ αποτραπεί η προσσελήνωση της Γης. Οι ευγενείς με τα ξυρισμένα κεφάλια, αυτοί που συνάντησα μπαίνοντας στο κτίριο, ήταν ευφυέστατοι, κι έτσι, μόλις αναφώνησα: «Κύριοι, ας σώσουμε το φεγγάρι· η Γη θέλει να καθίσει επάνω του!», κινητοποιήθηκαν αμέσως για να εκτελέσουν την ηγεμονική μου προσταγή.

Πολλοί σκαρφάλωσαν στον τοίχο και προσπάθησαν να κατεβάσουν το φεγγάρι. Την ίδια στιγμή μπήκε στο μέγαρο ο καγκελάριος. Μόλις τον είδαν οι ευγενείς, σκόρπισαν γύρω τρέχοντας. Μονάχα εγώ έμεινα ακίνητος, καθότι ο βασιλιάς. Προς μεγάλη μου έκπληξη όμως, ο καγκελάριος μού έριξε μια μπαστουνιά και με πήγε πίσω στο δωμάτιο μου. Έτσι εξουσιάζουν τα λαϊκά ήθη κι έθιμα στην Ισπανία!

Γκυ ντε Μωπασάν

2 Ιουλίου. ― Το κράτος μπορεί να σκοτώνει γιατί έχει το δικαίωμα να διορθώνει τα μητρώα του. Όταν σκοτώνει στον πόλεμο διακόσιες χιλιάδες ανθρώπους τούς διαγράφει με μια μολυβιά από το Μητρώο του. Τελείωσε. Μα εμείς που δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα μητρώα των Δημαρχείων, οφείλουμε να σεβόμαστε τη ζωή. Μητρώο, δοξασμένη θεότητα που βασιλεύεις μέσα στα Δημαρχεία, σε χαιρετώ. Είσαι πιο δυνατή από τη Φύση!

3 Ιουλίου. ― Τι παράξενη και γλυκιά ηδονή πρέπει να είναι ο φόνος: να ‘χεις μπροστά σου το πλάσμα ζωντανό, με σκέψη, κι έπειτα να του ανοίγεις μια μικρή τρύπα, να βλέπεις να τρέχει αυτό το κόκκινο υγρό που είναι το αίμα, αυτό που κάνει τη ζωή, και να μην έχεις πια μπροστά σου παρά έναν σωρό από σάρκες, μαλακό, κρύο, αδρανή, χωρίς σκέψη!

5 Αυγούστου. ― Εγώ που πέρασα τη ζωή μου δικάζοντας και καταδικάζοντας, σκοτώνοντας με τους λόγους μου, σκοτώνοντας με την γκιλοτίνα εκείνους που σκοτώνουν με το μαχαίρι, εγώ! Εγώ! Αν έκανα σαν όλους τους δολοφόνους που καταδίκασα, εγώ! Εγώ! Ποιος θα το μάθαινε;

15 Αυγούστου. ― Ο πειρασμός! Ο πειρασμός μπήκε μέσα μου και με τρώει σαν σκουλήκι. Περπατάει μέσα σε όλο μου το σώμα, στο μυαλό μου που δεν συλλογίζεται πια παρά αυτό: να σκοτώσω· [στα μάτια μου, που έχουν ανάγκη να δουν αίμα, να δουν θάνατο· στ’ αυτιά μου, που τα διαπερνά κάτι άγνωστο, φρικτό, σπαρακτικό και παράφρον, όπως η τελευταία κραυγή ενός πλάσματος· στα πόδια μου, που αναριγούν από την επιθυμία να προχωρήσουν, να φτάσουν στο σημείο όπου θα τελεστεί η πράξη· στα χέρια μου, που τρέμουν από την ανάγκη να σκοτώσουν. Πόσο ωραίο πρέπει να ’ναι, πόσο σπάνιο, αντάξιο ενός ανθρώπου ελεύθερου, ανώτερου από τους άλλους, κύριου της καρδιάς του, που επιζητά εκλεπτυσμένες αισθήσεις!]

Λου Χσουν

Ξέρω πώς δουλεύουν. Δεν θέλουν να σκοτώσουν εν ψυχρώ, δεν τολμούν, φοβούνται τις συνέπειες. Όμως έφτιαξαν μια συμμορία και στήνουν παγίδες παντού για να µε κάνουν να σκοτωθώ µόνος µου. Το κατάλαβα απ’ την συμπεριφορά αντρών και γυναικών στον δρόμο τις προάλλες, και απ’ τον τρόπο του μεγάλου µου αδελφού προχθές. Τι λαχταράνε; Να βγάλω το ζωνάρι του και να κρεμαστώ απ’ το πατερό. Τότε θα χορτάσουν µε την καρδιά τους, χωρίς να κατηγορηθούν για φόνο. Γι’ αυτό είναι όλο χαμόγελα. Και αν το θύμα τους φοβάται να σκοτωθεί, και αρρωστήσει, και αδυνατίσει, αυτοί πάλι θα χαμογελάνε.

Τρώνε µόνο πεθαμένους! Θυμάμαι που διάβαζα κάπου για ένα πρόστυχο ζώο µε κακό βλέμμα. Ύαινα το λένε και τρώει πτώματα. Ακόμη και τα μεγάλα κόκαλα τα ροκανίζει και τα καταπίνει. Ούτε που να το σκέφτεσαι! Οι ύαινες έχουν σχέση µε τους λύκους και οι λύκοι ανήκουν στα κυνοειδή. Τις προάλλες το σκυλί των Τσάο µε κοίταζε επίμονα. Προφανώς είναι και αυτό στο κόλπο. Συνένοχός τους είναι. Ο γέρος κατέβασε το κεφάλι για να µην δω το βλέμμα του, αλλά εγώ δεν ξεγελάστηκα!

Ο πιο ελεεινός είναι ο μεγάλος µου αδελφός. Άνθρωπος είναι και αυτός. Γιατί δεν φοβάται; Γιατί συμφώνησε µε τους άλλους να µε φάνε; Το συνήθισε και δεν το παίρνει πια για έγκλημα; Ή μήπως ξέρει πως είναι κακό, αλλά κάνει την καρδιά του πέτρα;

Από τον αδελφό µου θ’ αρχίσω να παλεύω µε τους ανθρωποφάγους. Με τον αδελφό µου θα προσπαθήσω ν’ αλλάξω μυαλά στους ανθρωποφάγους.