Το δις εξαμαρτείν ΟΥΚ

… Στη Λεωφόρο της Δύσεως εκτός από την επική σκιά της Γκλόρια Σβάνσον κυκλοφορούν και κάποιες εμμονές. Μερικές από αυτές είναι σκέτη καταστροφή ενώ άλλες, πέρα από τη δεδομένη καταστροφική τους έπαρση, έχουν και θεραπευτικό χαρακτήρα.

Με τις τελευταίες σαν ακλόνητο άλλοθι μπήκα στο λούκι της ζωγραφικής, ζωγραφικής με τον δικό μου τρόπο και σε συγκεκριμένα μεγέθη έργων για να χωρούν και να βολεύονται στο χώρο του γραφείου μου. Έτσι περιτριγυρισμένος από μολύβια, στυλό και χρώματα άλλοτε γράφω κι άλλοτε ζωγραφίζω.

Οι ιδέες έρχονται από μικροπράγματα συνήθως, που σιγά σιγά παίρνουν διαστάσεις παραμυθιού και μιας αμφιθυμίας, που την χαρακτηρίζω σαν ύποπτη ενηλικίωση ενός αενάως ανήλικου. Καταθέτω λοιπόν παρορμητικά τις γραμμές, τα σχέδια, τις μπογιές κι όλα τα σχετικά σαν μέρος μιας αυτοσχέδιας κούρας, που, αν μη τι άλλο, στο τέλος μου αφήνει την ικανοποίηση μιας πολύ προσωπικής μοναχικής τελετής χωρίς άλλους καλεσμένους. Κι όμως, μέσα σε τρία χρόνια από την προηγούμενη «ανεπανόρθωτη» έκθεση των ζωγραφιών μου, μαζεύτηκε αρκετό τελετουργικό υλικό.

Ζωγραφικές λοιπόν των τριών τελευταίων χρόνων στον ίδιο χώρο με τη θάλασσα των γραπτών μου και τις ίδιες μυρωδιές καφέ και αποστασίας από την πραγματικότητα έρχονται τώρα να εκτεθούν στη «Genesis». Σκεφτόμουν να την ονομάσω «Τραβάτε με κι ας κλαίω» αλλά μου φάνηκε υπερβολικά ναρκισσευόμενος τίτλος κι έτσι κατέληξα στο «ΟΥΚ». Το «ουκ» είναι μεν κλασσικά υπονομευτικό αλλά ποτέ δεν πλάσαρα τον εαυτόν μου ιδιαίτερα αμπαλαρισμένο με τη σοφία και τα εκλεκτά παράγωγά της.

Μπορεί να είναι θέμα μιας ελλειμματικής ιδέας που έχω για το άτομό μου αλλά και μιας χαράς για αληθινή επικοινωνία στους άχαρους καιρούς να βρίσκομαι στον τόπο που ο φίλος μου Γιώργος Τζάνερης φιλοξενεί τόσους και τόσους σημαντικούς καλλιτέχνες. Για μένα είναι ιδιαίτερη τιμή να συνγιορτάζω μαζί του τα δέκα χρόνια της φιλόξενης γκαλερί Genesis οπότε προσθέτω εδώ και τις ευχές μου για μακροημέρευση και επιτυχία.

… Όσο για το «δις», άσχετα με το μαθηματικό του πρόσημο, μου αρέσει ηχητικά, γιατί χαϊδεύει ένα σωρό κομψές καταστάσεις, όπως δυσανεξία, δυσπεψία, δυσεύρετος, δισεκατομμύριο, δύσμοιρος και φυσικά δίσεκτο, που συμβαίνει να είναι το τρέχον έτος και πάει λέγοντας. Αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες που δεν μας πτοούν. Ας είμαστε καλά……

Καλλιτεχνική Διεύθυνση – Επιμέλεια έκθεσης: Γιώργος Τζάνερης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ

Ο Γιάννης Ξανθούλης γεννήθηκε το 1947 στην Αλεξανδρούπολη, από γονείς πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης. Εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε βιβλία και θεατρικά έργα για παιδιά, καθώς και θέατρο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος (είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ) σε εφημερίδες και στο ραδιό­φωνο. Με πωλήσεις που υπερβαίνουν τα 1,5 εκ. αντίτυπα, ανάμεσα στα πιο γνωστά του μυθιστορήματα είναι: Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα (1984), Το πεθαμένο λικέρ (1987), Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας (1989), Το ροζ που δεν ξέχασα (1991), Η εποχή των καφέδων (1992), Οικογένεια Μπες-Βγες (1994), Το τρένο με τις φράουλες (1996), …ύστερα, ήρθαν οι μέλισσες (1998), Ο Τούρκος στον κήπο (2001), Το τανγκό των Χριστουγέννων (2003), Ο θείος Τάκης (2005), Του φιδιού το γάλα (2007), Κωνσταντινούπολη – Των ασεβών μου φόβων (2008), Η εκδίκηση της Σιλάνας (2009), Δεσποινίς Πελαγία (2010), Ο γιος του δάσκαλου (2012), Την Κυριακή έχουμε γάμο (2015), το οποίο βραβεύτηκε ως το καλύτερο μυθιστό­ρημα της χρονιάς, και Εγώ, ο Σίμος Σιμεών (2017). Βιβλία του έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ζει στην Αθήνα