«Σύμφωνα με την περσική μυθολογία, υπάρχει μια μαγική πέτρα που τη βάζεις μπροστά σου και της λες όλα σου τα βάσανα, τους πόνους, όλα σου τα μυστικά… Μέχρι που μια μέρα η πέτρα σκάει, εκρήγνυται. Κι εκείνη ακριβώς τη μέρα λυτρώνεσαι».

 

Από την Ελένη Φιλίππου

 

Παρατημένη σε ένα σπίτι, η Γυναίκα φροντίζει τον Άνδρα της. Χτυπημένος από μια σφαίρα στο λαιμό, έχει πέσει σε κώμα. Η εμπόλεμη κατάσταση της χώρας της πλησιάζει ολοένα και πιο κοντά, από τους μακρινούς βομβαρδισμούς, στους κοντινούς δρόμους, έπειτα έξω στην αυλή του σπιτιού και τέλος, μέσα στο ίδιο το σπίτι. Χωρίς λεφτά και χωρίς νερό, το ένστικτο της επιβίωσης και της συντήρησης της ζωής της οικογένειάς της οδηγούν την Γυναίκα στο να σπάσει το παθητικό καλούπι του ρόλου της και να δράσει: Μέσα από τον μονόλογό της, θα βουτήξει στα άδυτα, ανίερα και απαγορευμένα μονοπάτια της γυναικείας ψυχοσύνθεσης και θα τολμήσει να επαναστατήσει όταν, για πρώτη φορά, νιώσει τι σημαίνει να είσαι, να αισθάνεσαι ότι είσαι, να ξέρεις ότι μπορείς να είσαι άνθρωπος: Με δικαιώματα. Με φωνή. Με θέλω. Με επιθυμίες.

 

Με το λογοτεχνικό βραβείο Γκονκούρτ στο χέρι του, ο Ραχίμι μεταπηδάει από την λογοτεχνική αφήγηση στην κινηματογραφική, δίνοντας στην λογοτεχνική ηρωίδα του την μορφή της υπέροχης Φαραχανί για να μιλήσει τις σκέψεις αμέτρητων γυναικών που η μπούρκα σκεπάζει. Η ομορφιά όμως στο κείμενο του Ραχίμι είναι η οικουμενικότητα των θεμάτων που αναθεματίζει, πυροδοτεί και καταγγέλλει μέσα από την πρωταγωνίστριά του. Αν και μουσουλμάνα, η χωρίς όνομα Γυναίκα εξομολογείται στον επίσης χωρίς όνομα Σύζυγο, φόβους, μυστικά, παράπονα και όνειρα που αντηχούν οικεία σε οποιαδήποτε αυτιά, ανεξαρτήτου θρησκείας, τόπου και φύλου. Παρότι ο πόλεμος φαινομενικά δείχνει να αποτελεί δράση που λαμβάνει χώρα δορυφορικά της κεντρικής ιστορούμενης δράσης, ο Ραχίμι, καθόλου τυχαία, εκθέτει την Γυναίκα ολοένα περισσότερο στην εμπόλεμη κατάσταση μέχρι τελικά Πόλεμος και Γυναίκα να γίνουν ένα. Και ο φόβος της Γυναίκας για την επικινδυνότητα του έξω να γίνει φόβος για την επικινδυνότητα των όσων η ίδια βγάζει από μέσα της και τα ρίχνει σαν βόμβες δίπλα, μπροστά ή πάνω στον Άνδρα της.

 

Ο Άνδρας, για πρώτη φορά στέκεται αμίλητος και ακούει. Ο Ραχίμι φροντίζει πολύ αριστοτεχνικά να μας διαβεβαιώσει για αυτό, με εξαιρετικά γκρο-πλάνα που υπονοούν αντίδραση στα λεγόμενα της Γυναίκας. Το σκηνικό δωματίου που βρίσκεται το ζευγάρι, απαλλαγμένο από κάθε διάκοσμο, θυμίζει μεν θεατρική σκηνή, αλλά δεν επηρεάζει καθόλου τον ρεαλισμό των τεκταινόμενων. Με τα γυμνά, λιτά πλάνα το βλέμμα μένει καρφωμένο, χωρίς περισπασμούς στην αντιφατικά ταυτόχρονη δυναμική και στωική ερμηνεία της Φατιχανί. Στην αόρατη μα τρανταχτά υπαρκτή αλληλεπίδραση μιας Γυναίκας που παραληρεί στο δράμα της και ενός Άνδρα, που αν και σε κώμα, αποπνέει φόβο μονάχα στην σκέψη ότι μπορεί να ξυπνήσει. Με ένα τέλος που έρχεται να αμφισβητήσει του ποιός τελικά είναι η μεταφορική πέτρα της Υπομονής, ποιός πρέπει να σπάσει για να λυτρωθεί ο άλλος και ποιός πρέπει, μεταφορικά πάλι, να σκοτώσει και τι, ο Ραχίμι δίνει ένα πολιτικό κείμενο/ντοκουμέντο που επαναστατεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που επαναστατεί η ηρωίδα του: φράση τη φράση, αποκτάει σιγά- σιγά οντότητα, τολμάει να κοιταχτεί στον καθρέφτη και να βρει την δύναμη να παλέψει ενάντια σε ό,τι την απειλεί.

 

Σκηνοθεσία: Ατίκ Ραχίμι

Σενάριο: Ζαν-Κλοντ Καριέρ, Ατίκ Ραχίμι

Πρωταγωνιστούν: Γκολσιφτέ Φαραχανί, Χαμίντ Τζαβαντάν, Μασί Μροβάτ

Διάρκεια: 102΄

Διανομή: Strada Films