Υπάρχουν μερικά πράγματα στη ζωή μου, που ακόμα παραμένουν ένα όνειρο και φυσικά έτσι ακριβώς θα συνεχίσουν  να είναι, γιατί στα 38 χρόνια ζωής μου δεν μπόρεσα ούτε το μαγικό λυχνάρι του Αλαντίν να βρω, ούτε το μαγικό ραβδάκι. Μένω λοιπόν έτσι να εντυπωσιάζομαι και να ονειροβατώ κάθε φορά που ένας δελεαστικός τίτλος βιβλίου φτάνει στα χέρια μου.  Και τα «Αόρατα Κορίτσια» της Μανίνας Ζουμπουλάκη ήταν ένα από αυτά.

Την Μανίνα Ζουμπουλακη, δεν την γνώριζα προσωπικά, και παρόλο που είχα μια συγκεκριμένη εικόνα στο μυαλό μου και έναν συγκεκριμένο τρόπο γραφής, η συνάντηση μας αυτή, και κυρίως το συγκεκριμένο βιβλίο, είναι η απόδειξη ότι οι σπουδαίες γυναίκες δεν επαναπαύονται, δεν μένουν στις δάφνες τους και φυσικά, εντελώς αβίαστα, έχουν πάντα τον τρόπο να σε κάνουν να τις θυμάσαι για χρόνια.

Έφτασα στο χώρο του βιβλιοπωλείου των εκδόσεων Παπαδόπουλος μεσημέρι Δευτέρας. Το γεγονός και μόνο ότι βρίσκεται στην Μασσαλίας, έναν αγαπημένο μου δρόμο, έκανε αμέσως τη διαφορά. Ο χώρος μικρός, διακριτικός και λιτός, φιλοξενεί αποκλειστικά τα βιβλία του εκδοτικού οίκου και  γεμάτος με χρωματιστά εξώφυλλα αμέσως σου τραβά την προσοχή και σε βάζει στη διαδικασία να αγγίξεις το κάθε ένα από αυτά. Ανάμεσα σε όλα αυτά τα εξώφυλλα με υποδέχτηκε και η Χριστίνα Παπαδοπούλου, μια ήρεμη δύναμη –προσωπική εκτίμηση- της οικογένειας, ακριβώς το στυλ ανθρώπου που χαίρομαι να συναντώ και να συνομιλώ μαζί του για αγαπημένα θέματα όπως οι εκδόσεις, το παρελθόν και το μέλλον τους.

Περιμένοντας την κυρία Ζουμπουλάκη να φτάσει στο χώρο, είχα τη χαρά να ακούσω την υπέροχη ιστορία των εκδόσεων Παπαδόπουλος, με τον προπάππου να ανοίγει τα πρώτα βιβλιοπωλεία σε Άδανα, Μερσίνα και Ταρσό από το 1912 έως το 1921 και τον γιό του Ιωάννη στη συνέχεια να φεύγει στο Παρίσι και να εργάζεται στον ιστορικό οίκο Hachette. Με την επιστροφή στην πατρίδα το 1945 ανοίγει το πρώτο βιβλιοπωλείο στην οδό Περικλέους στο Σύνταγμα, και το 1953 πλέον, ο Κυριάκος Παπαδόπουλος (γιός του Ιωάννη) ξεκινάει τον εκδοτικό οίκο και εκδίδει το πρώτο βιβλίο για παιδιά.

Με 63 χρόνια παρουσίας στο χώρο των εκδόσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στο παιδικό βιβλίο, συνεχίζουν δυναμικά να εκδίδουν βιβλία υψηλής αισθητικής για όλες τις ηλικίες και δεν εκπλήσσομαι που τελικά στα μάτια φίλων γονέων, οι εκδόσεις Παπαδόπουλος είναι στην κορυφή των προτιμήσεων τους. Παρόλο που στην συζήτηση μας με την Χριστίνα Παπαδοπούλου αναφερόμαστε στην μεγάλη μερίδα ελλήνων που δεν διαβάζουν και στην αλματώδη αύξηση του κόστους στην παραγωγή βιβλίων, καταλήγουμε στο γεγονός ότι ο κόσμος μπορεί να αναγνωρίσει το καλό, το ξεχωριστό και το ποιοτικό, και είναι αυτός τελικά ο λόγος  που με έφερε απόψε και εμένα σε αυτό το ραντεβού.

Η πόρτα ανοίγει, η Μανίνα Ζουμπούλακη μπαίνει στο χώρο. Συστηνόμαστε, μιλάμε για τα παιδιά της, ρωτώ διακριτικά να μάθω ολόκληρη την πορεία της μέχρι σήμερα, δεν μου το αρνείται, ειλικρινής και με χιούμορ, έτσι ακριβώς όπως την φανταζόμουν, ξεκλειδώνει κάθε λουκέτο επιφύλαξης που μπορεί να είχα στο μυαλό μου. Μιλάμε για τα Αόρατα Κορίτσια, «το καλύτερο βιβλίο της καριέρας της» όπως είναι η προσωπική γνώμη της κυρίας Παπαδοπούλου, και πολλών επίσης φίλων που την διαβάζουν και την ακολουθούν χρόνια τώρα, και χαίρομαι που έχω τη χαρά να συναντηθούμε με αφορμή το συγκεκριμένο βιβλίο. Με την άνεση του λόγου που την χαρακτηρίζει, σχολιάζει σχετικά «πάντα πιστεύεις ότι το καλύτερο βιβλίο σου είναι το τελευταίο, ίσως επειδή δεν έχεις στο μυαλό σου το προηγούμενο αλλά το πιο πρόσφατο».

Τα Αόρατα Κορίτσια είναι κάτι πολύ περισσότερο από όσα μαρτυράει ο τίτλος τους. Είναι μια ιστορία για την προσφυγιά, για τον έρωτα, το απρόβλεπτο, για τον αγώνα της επιβίωσης, ένα βιβλίο για την απρόσωπη Αθήνα, για την μοναξιά του διαφορετικού, για όσα έχει ακούσει από τους δικούς της ανθρώπους, για όσα βλέπει η ίδια να συμβαίνουν γύρω της. Ένα βιβλίο που ξυπνάει αναμνήσεις στους μεγαλύτερους και μαγνητίζει τους νεότερους.  Σίγουρα όμως δεν είναι ένα ακόμα βιβλίο με ένα ακόμα επίκαιρο θέμα. Γιατί η Μανίνα Ζουμπουλάκη, είναι το ίδιο μοναδική όπως και η γραφή της.

Της ζητάω  την αφορμή για το συγκεκριμένο βιβλίο. Μου απαντάει με ειλικρίνεια «δεν υπάρχει συγκεκριμένη αφορμή. Οι ιστορίες που άκουγα και ακούω από συγγενείς, παππούδες και γονείς ήταν με έναν αφηρημένο τρόπο  η αιτία. Μπορεί το προσφυγικό, όπως το ζούμε σήμερα, να ήταν η αφορμή. Θα ήθελα να σου πω ότι τα Αόρατα Κορίτσια είναι φόρος τιμής στις γιαγιάδες μου, αλλά ίσως ακουγόταν ως υπερβολή. Οι ώρες εργασίας, οι ώρες έρευνας είναι εκείνες που τελικά με πάνε προς μία κατεύθυνση, με τραβάνε ή με σπρώχνουν χωρίς να το καταλάβω…»

 

Και η Αθήνα, τι ρόλο παίζει στη ζωή της; «Η Αθήνα είναι ένας θησαυρός για έναν συγγραφέα, για έναν καλλιτέχνη. Μια βόλτα σε διαφορετικά σημεία της πόλης και αμέσως σου δίνει ιδέες, εικόνες, και συναισθήματα. Ένα ολόκληρο τσίρκο είναι η Αθήνα, σε κάνει να αισθάνεσαι ότι είσαι ελεύθερος. Όχι στην υπερβολή, αλλά όσο χρειάζεται ώστε να σκέφτεσαι έξω από το ίδιο σου το κεφάλι…»

Ένας χείμαρρος, θαυμάζω την άνεση με την οποία απομυθοποιείται ή απομυθοποιεί το σύστημα που κάποτε ζούσε ανάμεσα του και κατάφερνε να μένει αυθεντική. Την ρωτώ για το αν η μητρότητα την έκανε πιο ευαίσθητη σε θέματα όπως το μεταναστευτικό και η διαφορετικότητα, και για το αν οι επιτυχημένες γυναίκες τελικά κλαίνε… «Όλα αυτά με ευαισθητοποιούσαν και πριν γίνω μητέρα. Φρικάρω με τα παιδιά που πνίγονται στο Αιγαίο, αλλά όχι επειδή έχω και εγώ παιδιά. Αλλά επειδή αυτό που συμβαίνει είναι φρικτό, απάνθρωπο και μας προσβάλει ως ανθρώπους. Όσον αφορά το Επιτυχημένη, δεν νιώθω καθόλου έτσι και λίγο αυτός  ο τίτλος με κομπλάρει… Κλαίω σπάνια, κυρίως από κούραση και γινάτι. Κλαίω όταν σκέφτομαι αγαπημένους μου που δεν ζουν πια, κλαίω στις κηδείες, στους γάμους, μια φορά έβαλα τα κλάματα περιμένοντας στην ουρά μιας δημόσιας υπηρεσίας…»

Και αν ήταν αόρατη για μια εβδομάδα; Ποια «θέλω» θα υπήρχαν στην κορυφή της λίστας για πραγματοποίηση; «Θα τσέκαρα τι κάνουν τα παιδιά μου όταν δεν είμαι από πάνω τους. Θα έμπαινα σε μαγαζιά και θα δοκίμαζα ρούχα, θα έβλεπα πως κάνουν σεξ οι άλλοι άνθρωποι… Αστειεύομαι. Γιατί τελικά και ως αόρατη,  ούτε το προσφυγικό θα μπορούσα να λύσω, ούτε τις τρύπες στα οικονομικά της Ελλάδας να κλείσω. Δυστυχώς, τα σοβαρά ζητήματα δεν λύνονται από μια αόρατη συγγραφέα, ούτε καν από μια ορατή…».

Με τα Αόρατα Κορίτσια στα χέρια μου και τις λέξεις της Μανίνας Ζουμπουλάκη στα αυτιά μου, καταλαβαίνω πλέον καλύτερα ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο και πως οι όμορφες γυναίκες και το έργο τους, όμορφα ωριμάζουν…

Λίγο πριν το τέλος της συνάντησης μας, ζητώ από την συγγραφέα και την οικοδέσποινα να διαλέξουν ένα αγαπημένο τους βιβλίο από το χώρο.

Η φιλοξενούμενη συγγραφέας διάλεξε τα «Άδεια Δωμάτια» του Χρήστου Τερζίδη, μια ιστορία για όσους παλεύουν ενάντια στην εικόνα που οι άλλοι έχουν πλάσει για αυτούς.

Η οικοδέσποινα διάλεξε το παραμύθι «H Κοτούλα Τούλα» της Emma Levey, ενώ με τη σειρά μου διάλεξα το «Πώς να κάνετε έναν ελέφαντα να χορέψει» των Άγγελου Αγγέλου και Έμης Σίνη, όλα από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.

Ευχαριστούμε πολύ το βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Παπαδόπουλος, και την Χριστίνα Παπαδοπούλου προσωπικά,  για τη φιλοξενία, και φυσικά, την Μανίνα Ζουμπουλάκη για αυτήν τη συνομιλία και  γνωριμία με τα δικά της Αόρατα Κορίτσια.