Μόλις ανακοινώθηκε το βραβείο Νόμπελ για το έτος 2021 κανείς δεν γνώριζε τον συγγραφέα, τουλάχιστον όχι όλοι για να είμαι ακριβής. Στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο γνωστός μιας και κανένα του μυθιστόρημα δεν είχε μεταφραστεί ως τότε στα ελληνικά. Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα (Abdulrazak Gurnah) τιμάται με το συγκεκριμένο βραβείο για το σύνολο του έργου του και όχι για κάποιο συγκεκριμένο βιβλίο όπως πολλοί θεωρούν. Το εν λόγω μυθιστόρημα ανήκει στο λεγόμενο μεταποικιοκρατικό είδος λογοτεχνίας, δηλαδή μια σύγχρονη και σημερινή ματιά στη μεγάλη χρονική περίοδο κατά την οποία δυνάμεις ευρωπαϊκές επεκτάθηκαν και κατέλαβαν η καθεμία για τα δικά της συμφέροντα χώρες της Αφρικής, τόσο της Βόρειας όσο και της Νότιας. Η αδηφάγος αποικιοκρατική πολιτική των παραδοσιακών μεγάλων δυνάμεων όπως για παράδειγμα, της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας και λιγότερο της Πορτογαλίας και της Ιταλίας ενδυνάμωσε την παρουσία των χωρών αυτών στο παγκόσμιο στερέωμα και εδραίωσε δίχως αμφιβολία την ηγεμονία τους παρά την θέληση των γηγενών πληθυσμών προφανώς.

Ένα παιδί στα χαλάσματα μιας διαλυμένης χώρας αναζητά τις τύχες του

Χάρη στις εκδόσεις Ψυχογιός, ο Γκούρνα έγινε γνωστός στο ελληνικό κοινό και δίκαια γιατί η γραφή από τη μία και η πάντα επίκαιρη θεματική του από την άλλη θέτει στον αναγνώστη του σήμερα προβληματισμούς και ανησυχίες για το τι μέλλει γενέσθαι σε έναν κόσμο που ολοένα και μεταβάλλεται, δυστυχώς προς το χειρότερο. Μπορεί οι εποχές να αλλάζουν, οι άνθρωποι όμως παραμένουν ίδιοι και διαπράττουν με μαθηματική ακρίβεια τα ίδια και χειρότερα πολλές φορές λάθη. Ο Γιουσούφ που είναι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ένα παιδί που δεν πρόλαβε να χαρεί την παιδική του ηλικία διότι ήδη από πολύ νωρίς βίωσε την σκληρότητα της σκλαβιάς στα χέρια ενός κάποιου “θείου” Αζίζ, ενός δουλεμπόρου που επιβεβαιώνει το γεγονός πως το δουλεμπόριο δρούσε με βαρβαρότητα πολύ πριν φτάσουν στην Αφρική οι Ευρωπαίοι άποικοι, οι οποίοι ουσιαστικά συνέχισαν αυτή την βάναυση συνήθεια.

Αυτή η αποικιοκρατική πολιτική για την οποία διαβάζουμε δημιούργησε παράλληλα και αναπόφευκτα μία πραγματικότητα που θύμιζε πυριτιδαποθήκη καθώς η παρουσία των μεγάλων δυνάμεων σε χώρες όπως η Ινδία, η Ινδονησία, η Γαλλική Πολυνησία, η Χαβάη δεν έγινε ποτέ με τη σύμφωνη γνώμη του γηγενούς πληθυσμού. Η στρατηγική των κυβερνώντων να επιβάλλουν με βία και αυταρχισμό τις πολιτικές τους, προκαλούσε αντιδράσεις από τους εξουσιαζόμενους λαούς, οι οποίοι απεχθάνονταν φυσικά την παρουσία τους και επιθυμούσαν το τέλος της καταπίεσης από τον ξένο ζυγό. Οι λογοτέχνες δεν θα μπορούσαν να μην λάβουν το λόγο σε αυτή την αλλόκοτη και απαράδεκτη συγκυρία, καθώς έγιναν οι ίδιοι κοινωνοί των πολλαπλών αντιδράσεων των ανθρώπων και με τη γραφή τους ουσιαστικά επέκριναν με καυστικό τρόπο τις απαράδεκτες μεθόδους καταστρατήγησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αλαζονείας της εξουσίας των συμπατριωτών τους.

Η Κατερίνα Σχινά που ανέλαβε με επιτυχία τη μετάφραση του βιβλίου γράφει στο σύντομο μα εξαιρετικά διαφωτιστικό επίμετρο τα εξής ενδιαφέροντα που ουσιαστικά ρίχνουν περισσότερο φως στην κοσμοθεωρία και φιλοσοφία του συγγραφέα, κάτι που τον οδήγησε να βραβευτεί επάξια για το σύνολο του έργου του: «Για πολλούς, ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα είναι ο συγγραφέας που δίνει φωνή στους αγνοημένους, τους περιθωριοποιημένους, τους καταπιεσμένους που παγιδεύτηκαν στην παραφροσύνη της ιστορικής στιγμής, σε μια Αφρική έρμαιο των Αράβων δουλεμπόρων και των άπληστων Ευρωπαίων αποικιοκρατών. Για άλλους δεν είναι παρά ο κλασικός μεταποικιακός μετανάστης που αποσταθεροποιεί την εθνική ταυτότητα και αναστατώνει τις αυστηρά οροθετημένες κατηγορίες, αφού ανήκει τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση». 

Ο Γκούρνα είναι ένας στρατευμένος συγγραφέας που αντλεί έμπνευση από το δικό του παράδειγμα και τα δικά του βιώματα όταν και εκείνος βρέθηκε σε μια ξένη χώρα άγνωστος μεταξύ αγνώστων να πρέπει να επιβιώσει μέσα σε ένα ξένο περιβάλλον και έχοντας για μόνο εχέγγυο τα αγγλικά, τα οποία είχαν ενδοφλεβίως εγχυθεί καθώς ουσιαστικά “η αγγλική ήταν μητρική του προτού καν πατήσει το πόδι του στην Αγγλία – οι αποικιοκράτες τού την είχαν φέρει μέσα στο σπίτι του”. Κατανοεί λοιπόν κανείς πως ο Γιουσούφ θα μπορούσε να είναι ο καθρέφτης του μικρού Αμπντουλραζάκ μέσα σε ένα άλλο πλαίσιο σαφώς, σε κάθε περίπτωση οι πληγές της ψυχής ενός μικρού παιδιού που βιώνει μια τέτοια πραγματικότητα εγχαράσσεται αναμφίβολα στον σκληρό του δίσκο διότι έχει πλήρη ενσυναίσθηση των όσων συμβαίνουν γύρω του. Ο μικρός Γιουσούφ θα παίξει έναν κομβικό μα τόσο δύσκολο ρόλο ήδη από πολύ νωρίς και θα λάβει μέρος σε ένα θέατρο εξελίξεων με τραγικές συνέπειες για την παιδική του ψυχή καθώς θα αντικρύσει σε όλο της το μεγαλείο την ανθρώπινη βαναυσότητα έχοντας πλήρη επίγνωση πως δεν πρόκειται να ξαναδεί τους γονείς του, αυτούς που μέσα του νιώθει πια ως μια μακρινή ανάμνηση.

Με όπλο βιβλία όπως Η καρδιά του σκότους του Τζόζεφ Κόνραντ, βιβλίο το οποίο μνημονεύεται και στο επίμετρο, ο Γκούρνα επαναφέρει στο προσκήνιο μια εποχή τόσο δραματική, τόσο άγρια και τόσο απάνθρωπη θυμίζοντας πως οι άνθρωποι είναι ικανοί τόσο για το καλύτερο όσο και για το χειρότερο, με τη δεύτερη συγκυρία να υπερτερεί καθολικά της πρώτης αιώνες τώρα. Ο Γιουσούφ μέσω του Γκούρνα καθηλώνει τον αναγνώστη και τον κάνει κοινωνό μιας πραγματικότητας που δυστυχώς δεν έχει πάψει να διαιωνίζεται στο σήμερα, με την παιδική εκμετάλλευση στις υπό ανάπτυξη χώρες να είναι δυστυχώς ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Άρα τα μηνύματα πολλά και οι διδαχές ακόμα περισσότερες σε έναν κόσμο που οφείλει να γίνει πιο δίκαιος, μας λείπει όμως ένας Αριστείδης και μια ισχυρή Θέμιδα για να εκπροσωπήσουν την αναγκαία απονομή της.

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Παράδεισος»:

«Έκλαιγε συχνά για τη μητέρα του και τον πατέρα του. Άλλοτε, πάλι, πανικοβαλλόταν μπροστά στο ενδεχόμενο να ξεθωριάσει η εικόνα τους στη μνήμη του»

«Ο Γιουσούφ ένιωθε ότι το νήμα της ζωής του κυλούσε μέσα από τα χέρια του και το άφηνε να ξετυλίγεται δίχως αντίσταση»

Διαβάστε επίσης:

Αμπντουλραζάκ Γκούρνα – Παράδεισος: Μια ιστορία ενηλικίωσης από τον νομπελίστα συγγραφέα