Η ιστορία της οικογένειας που περιγράφεται εδώ έχει στοιχεία αληθοφάνειας αλλά είναι σπαρμένη και με την εγχώρια πραγματικότητα της σύγχρονης Νιγηρίας. Συνεπώς, μπορεί να λειτουργήσει και παραβολικά εκ μέρους του συγγραφέα αφού με την ώριμη και ακατάπαυστη αφήγησή του, τα γλωσσικά του ιδιώματα και την ακέραιη πορεία του στην ανάλυση του νου των χαρακτήρων του, μοιάζει να εισβάλει στο σώμα της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας του άρρωστου σώματος που λέγεται Νιγηρία και σαν γιατρός πάνω από τον ασθενή να προσπαθεί να αναζητήσει τις αιτίες του θανάτου του. Αν και το Ακουέκε Εμέζι ζει στις ΗΠΑ τα όσα συμβαίνουν στην χώρα καταγωγής του δεν το αφήνουν αδιάφορο, κινείται στα χνάρια της ανάλυσης μιας δύσκολης πραγματικότητας όπου ο πόνος έχει βαθιά ριζώσει. Είναι ο πόλεμος ενάντια στο διαφορετικό που αναδεικνύεται εδώ και το Ακουέκε Εμέζι ως μέλος αυτής της κοινότητας το καταγράφει.

Στον αγώνα της αναγνώρισης μια διαφορετικής φωνής εξίσου ανθρώπινης

Δεν είναι τυχαία μία από τις επιφανέστερες φωνές της σύγχρονης λογοτεχνίας το Ακουέκε Εμέζι, δεν ανήκει τυχαία σε αυτούς που πραγματεύονται καίρια ζητήματα της σύγχρονης εποχής, ζητήματα πραγματικά φλέγοντα που μας προβληματίζουν και δείχνουν προς τα πού βαδίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες, είναι πάντα μοναδικό ο τρόπος που ξεδιπλώνει τις σκέψεις του. Ο τρόπος αφήγησης αναδεικνύει θέματα που δεν είναι εύκολο να τα πραγματευτεί κάποιος ειδικά μέσα από την μυθοπλασία, εκείνος όμως τολμά και με γενναιότητα θίγει, όπως εδώ, το χρόνιο θέμα της διαφορετικότητας, γιατί η διαφορετικότητα δεν είναι μόνο στο φύλο αλλά και στην σεξουαλική προτίμηση, κάτι που ειδικά σήμερα με όλη την συζήτηση που έχει προκύψει είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Ο κόσμος αλλάζει, εξελίσσεται και οφείλουν οι άνθρωποι να αλλάζουν και αυτοί παράλληλα, να προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες με περισσότερο ανοιχτό μυαλό και οξυδέρκεια μακριά από στερεότυπα του παρελθόντος.

Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι δεν είναι ένας θάνατος ενός μόνο ανθρώπου, είναι ο θάνατος της λογικής και το τέλος μιας ανοχής που δεν κράτησε παρά ελάχιστα. Το Ακουέκε Εμέζι καθ’ όλη την αφήγηση μας παρουσιάζει τη ζωή της οικογένειας και του ίδιου του Βιβέκ μέχρι τον σκληρό θάνατό του και την απαξίωση του ονόματός του. Ο Βιβέκ Ότζι εκπροσωπεί όλα εκείνα τα άτομα που θέλουν να ζήσουν ελεύθερα και ανεξάρτητα μακριά από συγκρούσεις και συρράξεις, μακριά από πράξεις βίας, είναι ένα άτομο που απλά θέλει να ζήσει τη ζωή του, αυτή που ο ίδιος την ορίζει. Στα χνάρια του διαπρεπούς Νιγηριανού Τσινούα Ατσέμπε και του βιβλίου του, «Τα πάντα γίνονται κομμάτια», το Ακουέκε Εμέζι διαμορφώνει έναν ολόκληρο κόσμο περισυλλογής γύρω από τα θέματα της συγχώρεσης, της αμαρτίας, της διαφορετικότητας, της ατέλειας και της αδυναμίας του ανθρώπου να έρθει αντιμέτωπος με την ίδια του την υπόσταση. Από την αρχή μέχρι το τέλος, το Εμέζι δεν εφησυχάζει και δεν αναλώνεται σε εύκολες λύσεις σκηνοθετικές, εμμένει στην μάχη που δίνει απέναντι στα δικά του βιώματα ως πολίτης και ως «μηχανή» καταγραφής των δυσκολιών να αποτελείς μέλος μίας κοινωνίας που αυτομαστιγώνεται ελέω ανύπαρκτων ηγετών και ικανών πολιτικών να αλλάξουν την εικόνα διάλυσης που συντελείται. Ως δημιουργός μίας φανταστικής ιστορίας που δεν απέχει από μία πραγματική παρά λίγο μόνο, προσδίδει μία περιρρέουσα ατμόσφαιρα μεταφυσικών γεγονότων και ανεξήγητων συμβάντων που λαμβάνουν χώρα όσο ξετυλίγεται το κουβάρι της περιγραφής του και έρχονται στην επιφάνεια δεδομένα.

Αυτή η ανθρώπινη περιπέτεια του Βιβέκ Ότζι περνά από πολλές φάσεις που άλλοτε δείχνουν φως και άλλοτε σκοτάδι, άλλοτε σημάδια πως η θεϊκή παρέμβαση θα σβήσει τις μαύρες κηλίδες που έχουν εμφανιστεί στην ζωή της οικογένειας, άλλοτε πάλι ακλόνητες αποδείξεις πως η δυστυχία όλο και θα μεγαλώνει γιατί η σωτηρία μοιάζει «πουκάμισο αδειανό» για να θυμηθούμε τον Σεφέρη. Ο συγγραφέας αφήνει στον αναγνώστη ένα αίσθημα αγωνίας, σύννεφα άγνοιας ενίοτε για αυτά που απρόσμενα θα επακολουθήσουν γιατί οι τύχες της οικογένειας είναι μετέωρες μετά από το τραγικό συμβάν. Άλλοτε πάλι αφήνει την ανάγκη για συμπαράσταση απέναντι σε αυτά τα πρόσωπα που θαλασσοδέρνονται στον όλεθρο και τα γεγονότα αυτά μαρτυρούν αναμφίβολα πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβαίνει μόνο στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Ωστόσο, καμία τραγωδία δεν μένει ανέπαφη από την σκληρή και αδυσώπητη ανθρώπινη πραγματικότητα, είναι γέννημα θρέμμα της. Όλα είναι ρευστά και όλα επιδέχονται πολλαπλών ερμηνειών σε αυτό το εκρηκτικό από εξελίξεις μυθιστόρημα καθώς εμπλέκονται όλες αυτές οι πολιτικές συγκυρίες που διαμόρφωσαν νοοτροπίες.

Όλα τα πρόσωπα είναι συνδεδεμένα με την τραγική μοίρα του Βιβέκ Ότζι και ειδικά ο αγαπημένος του ο Οζίτα για τον οποίο γράφει: «Αν δεν αγαπούσα ήδη τον Οζίτα, θα τον είχα αγαπήσει από εκείνο το απόγευμα και μόνο. Που ήρθε να με βρει, που έδωσε νόημα στα πάντα με τα φιλιά του. Που ανοίχτηκε, που μου εμπιστεύτηκε το μυστικό του. Αργότερα την ίδια νύχτα ξύπνησα και τον βρήκα να με φιλάει μαλακά στον λαιμό. Ήταν τρυφερός καθώς ανασήκωνε το λευκό καφτάνι, τρυφερός καθώς μ’ άγγιζε με σαλιωμένα τα χέρια του, τρυφερός καθώς έμπαινε μέσα μου – θα πίστευε κανείς ότι ήταν η δική μου πρώτη φορά, όχι η δική του». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα έντονα συγκινησιακά φορτισμένο, ένα μυθιστόρημα επίκαιρο που μιλάει την φωνή του σήμερα.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι»:

«Ο Πάστορας είπε ότι πρέπει να του κόψουμε τα μαλλιά, επειδή από εκεί έλκουν τα δαιμόνια τη δύναμή τους, όμοια με τους βοστρύχους του Σαμψών»

Διαβάστε επίσης:

Ακουέκε Εμέζι – Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι: Ένα μυθιστόρημα γεμάτο αξέχαστους χαρακτήρες