Ο σημαντικός δάσκαλος της ΑΣΚΤ κι από τους κορυφαίους εν ζωή έλληνες δημιουργούς, παρουσιάζει στην ιστορική γκαλερί αντιπροσωπευτικά έργα μιας παραστατικής ζωγραφικής, που τον καθιέρωσε στη σύγχρονη καλλιτεχνική ιστορία του τόπου.

Με άξονα το ανθρώπινο σώμα, η έκθεση ιχνηλατεί την αναμέτρηση του Χρόνη Μπότσογλου με διαχρονικά ερωτήματα, όπως ο έρωτας και η έννοια του βιωμένου χρόνου, ο κύκλος της ζωής και του θανάτου. Μέσα από τρεις ενότητες, που αποτέλεσαν σταθμοί στη γόνιμη παραγωγή του Μπότσογλου, ο ζωγράφος βυθίζεται μνημονικά ως άλλος μύστης στον κόσμο των “δικών” του για να αναγνωρίσει αγαπημένες φωνές και σκιές. Ο καλλιτέχνης παρουσιάζεται μάλιστα ως Νεκρομάντης, που ανακαλεί στη μνήμη του τους νεκρούς (δάνειο έργο της συλλογής Σωτήρη Φέλιου από την περίφημη “Νέκυια”).

Στην πρώτη ενότητα ο δημιουργός αποκαλύπτεται σε μια σειρά έργων που αποτυπώνουν την επώδυνη σωματική και πνευματική αποσύνθεση της μητέρας του. Πρόκειται για ένα “ημερολόγιο” γιατί αποτυπώνει τις απόπειρες συμφιλίωσης του καλλιτέχνη απέναντι στην κατάρρευση και τη φθορά. Μέσα από την ιστόρηση του θανάτου της μάνας, ο Μπότσογλου πραγματεύεται τη δική του θνητότητα.

Στη δεύτερη σειρά ο καλλιτέχνης αφιερώνει έργα στους μεγάλους δασκάλους του παρελθόντος, από τους οποίους αντλεί δάνεια. Πρόκειται για μια σπαρακτική επίκληση οικείων ειδώλων στα πορτρέτα του Γιαννούλη Χαλεπά και του Αλμπέρτο Τζιακομέτι, του Βίνσεντ Βαν Γκογκ και του Γιώργου Μπουζιάνη, του Πικάσο και του Φράνσις Μπέικον «εν είδει φόρου τιμής», όπως αναφέρει ο ίδιος, στους “πατέρες”, που διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ζωγραφικής πράξης και σκέψης του. Στην ουσία, ο καλλιτέχνης αυτοπροσωπογραφείται σε αυτές τις μυθοπλαστικές αναπαραστάσεις των καλλιτεχνών, στις οποίες προβάλλει τον εαυτό του, εξομολογούμενος ότι «όλα αυτά τα φανταστικά πορτρέτα, που ξεκινούν από κάποιες φωτογραφίες των προσώπων ή φωτογραφίες αυτοπροσωπογραφιών, είναι θεατρικές παραστάσεις συναισθηματικά φορτισμένου ιδεολογικού θιάσου, συμβολικές μορφές που ντύνονται πρόσωπα, τα οποία αγάπησα στα όνειρά μου, όπως οι σταρ του σινεμά κλέβουν τις επιθυμίες μας».

Στα τελευταία έργα ο καλλιτέχνης «αφηγείται» την ερωτική πράξη με ερωτικές σκηνές αποκαλυπτικές κι άγριες σε ορισμένες περιπτώσεις. «Η ερωτική πράξη αποτελεί το βασικό ένστικτο της ζωής και η στάση που κρατάμε απέναντι στον έρωτα μας καθορίζει», λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, που θεωρεί πως η συγκεκριμένη ενότητα είναι η πιο παρακινδυνευμένη, αλλά και από τις πιο σοβαρές δουλειές του, καθώς όσο προχωρεί στο γήρας, τόσο κυριαρχεί το ερωτικό στοιχείο έναντι του πεισιθάνατου.

Κι έχει νόημα μια ανάγνωση του έργου του Μπότσογλου, όπως τη διατύπωσε ο πρόσφατα χαμένος Άγγελος Δεληβορριάς, κάπως διαφορετική: «Όχι δηλαδή ακριβώς ως κατάβαση, ως κάθοδο της συνείδησης στα ερέβη ενός κόσμου οπωσδήποτε σημαντικού, αμετάκλητα όμως παρωχημένου. Αλλά ως ανάδυση, ως άνοδο των αναμνήσεων σ’ ένα δοξαστικό που θα μπορούσε να προσληφθεί και ως διακήρυξη πίστης στην επίκαιρη πάντοτε αλήθεια ότι: ο χρόνος της μνήμης μας είναι και ο χρόνος της ύπαρξής μας».

Την έκθεση επιμελείται ο ιστορικός τέχνης Γιώργος Μυλωνάς