Οι συναντήσεις έχουν ομορφιά και δίνουν χαρές. Πόσο μάλλον όταν γίνονται με ανθρώπους που κανείς εκτιμά, σέβεται, θαυμάζει. Τολμώ να πω ότι είχα και συνεχίζω να έχω αυτή τη θεάρεστη τύχη καθώς, εργαζόμενη στον χώρο της δημοσιογραφίας, ασχολούμαι τα τελευταία χρόνια με συνεντεύξεις, τις οποίες δημοσιεύει –άλλη τύχη και αυτή- το περιοδικό ΒΗΜΑgazino.

Συνεντεύξεις, όμως, που δεν είναι ακριβώς συνεντεύξεις, αλλά συζητήσεις ελεύθερες, καθώς απλώνονται πέρα από το έργο των ανθρώπων, τους οποίους θέλω να συστήσω στο αναγνωστικό κοινό. Γι’ αυτό, ο τρόπος της δουλειάς μου διαφέρει από εκείνον των εφημερίδων που θέλουν να βγάλουν την είδηση και το ρεπορτάζ μέσα από τη συνέντευξη, και τον οποίον υπηρετούσα κι εγώ κάποτε. Πηγαίνω στις συναντήσεις χωρίς συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο, χωρίς χαρτιά, με την σκέψη να γίνω το ενδιάμεσο ομιλητή-αναγνώστη για να μεταφέρω μέρος των γνώσεών του, αλλά και για να σκιαγραφήσω την προσωπικότητά του. Πηγαίνω μελετημένη και αφήνω τη συνομιλία να εξελιχθεί, ωσάν ο/η απέναντί μου και η αφεντιά μου να ήμασταν δυο φίλοι που ‘τα λέμε’ μετά από καιρό ή δυο άγνωστοι που μυρίζονται και προσπαθούν να βρουν κοινά σημεία και αναφορές. Δημιουργείται έτσι μια ατμόσφαιρα συμπάθειας κι ένα απελευθερωτικό κλίμα χαλαρότητας, που επιτρέπουν στον εκάστοτε ‘απέναντί μου’ να αναπτύξει την σκέψη του και να εκφράσει στοιχεία του βαθύτερου εαυτού του. Ψάχνουμε μαζί νοήματα και ορισμούς για καινούργιους τόπους, ανασύρουμε μνήμες, σκαλώνουμε σε λέξεις και συναισθήματα, χωρίς βεβαίως να παραμελείται και η αφετηρία της συνέντευξης, που είναι το έργο του συνομιλητή μου.

Η ‘κουζίνα’ πριν από τη δημοσίευση μιας τέτοιας συνέντευξης, είναι πολλή και ζόρικη, αφού παίζει με τα όρια της υπομονής: η απομαγνητοφώνηση κρατά αρκετές ώρες, καθώς οι πέντε και έξη ή και δέκα χιλιάδες λέξεις πρέπει να μπουν στο χαρτί κι έπειτα να μελετηθούν, να μειωθούν, να συμπυκνωθούν, να γίνουν δύο ή τρεις χιλιάδες για να δημοσιευτούν, χωρίς τίποτα το ουσιαστικό να κοπεί, χωρίς να αλλοιωθεί το ύφος, χωρίς να αλλάξουν οι λεκτικές ιδιορρυθμίες. Διάβασμα, συμμάζεμα, διάβασμα, σύμπτυξη, διάβασμα, μετάθεση των ερωταπαντήσεων μέχρι να πάρει η συνέντευξη- συζήτηση την τελική φόρμα διαλόγου και να μοιάζει –γιατί όχι- με θεατρικό κείμενο. Και, κυρίως, μέσα από όλο αυτό, να έχει την εντύπωση ο αναγνώστης ότι βρίσκεται κάπου εκεί κοντά και κρυφακούει, κάτι που σημαίνει ότι μικρές λέξεις, ακόμη και επιφωνήματα, θα δώσουν την ατμόσφαιρα και το άρωμα της συζήτησης. Το να περνάς δυο ώρες –ή ακόμη και πέντε, όπως στην περίπτωση της καθηγήτριας Ελένης Αρβελέρ ή και ημέρες, όπως στην περίπτωση της εικαστικού κυρίας Βάνας Ξένου- με έναν ή μία μουσικό, φιλόσοφο, ιστορικό, ζωγράφο, λογοτέχνη, ηθοποιό, Έλληνα ή ξένο, είναι μια σπουδαία εμπειρία και –επιμένω- μια μεγάλη τύχη! (Μόλις συνειδητοποίησα ότι κανένα από όλα αυτά τα επίθετα δεν έχουν γένος θηλυκό!) Ανεξαρτήτως αυτού –ούτε και ο δημοσιογράφος έχει-, ναι, χαίρομαι πολύ με αυτές τις εργασίες!

Άξιο αναφοράς είναι η διαφοροποίηση ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες. Οι άνδρες, όσο και αν εντυπωσιάζει, είναι πολύ πιο ελεύθεροι στην προσέγγιση και στην κουβέντα!

Ξεδιπλώνουν τον λόγο τους και καταθέτουν τις δικές τους αλήθειες με ευκολία –κάποιες φορές και με αφέλεια- στον συνομιλητή τους, εκφράζουν με κινήσεις, με χαμόγελα ή με μορφασμούς τα συναισθήματά τους, φέρνουν στην επιφάνεια μικρές αναμνήσεις, συγκινούνται, μετακινούνται, με άλλα λόγια, χρησιμοποιούν και τη γλώσσα του σώματος για να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν κάτι. Αντιθέτως, οι γυναίκες είναι εξαιρετικά προσεκτικές και μετρημένες. Επανέρχονται στις απαντήσεις για να επιβεβαιώσουν την ορθή διατύπωση του λόγου τους, μήπως και δημιουργηθεί κάποια παρεξήγηση, μήπως και κάπου εκτεθούν –κάτι που εξορκίζουν. Υπάρχουν και φορές που αναιρούν τα λεχθέντα τους. Κάποιες θέλουν να γνωρίζουν εκ των προτέρων τα πλαίσια της συζήτησης, θέλουν να ελέγχουν τις απαντήσεις τους. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις αλλοδαπές ή τις Ελληνίδες που έχουν περάσει το μεγαλύτερο μέρος του βίου τους σε άλλη χώρα και έχουν υιοθετήσει την ξένη νοοτροπία. Είναι περισσότερο ελεύθερες από εμάς, τις γηγενείς. Το αποτέλεσμα είναι ευδιάκριτο στις δημοσιεύσεις, καθώς μπορεί ο λόγος των δικών μας γυναικών να είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένος και συχνά περισπούδαστος, απουσιάζει όμως η χάρις του αυθορμητισμού και η ελευθερία της έκφρασης, στοιχεία που συγκινούν τον αναγνώστη.

Τις συνεντεύξεις μου τις έχω αγαπήσει. Έτσι, όταν ο εκδοτικός οίκος «Πολύτροπον» μου πρότεινε την έκδοσή τους, χάρηκα πάρα πολύ. Όπως κατάλαβα ότι χάρηκαν και οι συνομιλητές/τριές μου, όταν τους ανακοίνωσα την ένταξη των συνεντεύξεων σε έναν τόμο. Πολλοί τις θεώρησαν ως αρχειακό υλικό, που πρέπει να υπάρχει σε μία βιβλιοθήκη. Η επιλογή, δεν το κρύβω, ήταν δύσκολη, καθώς δεν θα μπορούσε ένας τόμος να συμπεριλάβει εκατοντάδες συνεντεύξεις, κι έτσι αποφασίσαμε να γίνει με τα εξής κριτήρια: α) in memoriam για τους ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή, β) τη διεθνή εμβέλεια κάποιων ελλήνων δημιουργών, γ) τις νεωτεριστικές θεωρίες ξένων προσωπικοτήτων. Οι δημιουργοί που περιλαμβάνονται στο βιβλίο «ΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ –Είκοσι τρεις συνεντεύξεις και μία συζήτηση», με αλφαβητική σειρά, είναι: η θεατρική συγγραφέας Λούλα Αναγνωστάκη, ο σκηνοθέτης Λευτέρης Βογιατζής, ο τέως διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Άγγελος Δεληβορριάς, η εικαστικός Διοχάντη, η ηθοποιός Ολυμπία Δουκάκη, ο γάλλος φιλόσοφος και σινολόγος, Φρανσουά Ζιλιέν (μεγάλο βραβείο φιλοσοφίας), ο αμερικανός ιστορικός και οικονομολόγος Χάουαρντ Ζιν, ο καθηγητής ιστορίας και αρχαιολογίας Πέτρος Θέμελης, η εικαστικός Βάνα Ξένου, ο βιολονίστας Λεωνίδας Καβάκος, ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης, ο καθηγητής αρχαιολογίας Μανόλης Κορρές, ο εικαστικός Γιάννης Κουνέλλης, ο διευθυντής ορχήστρας Θεόδωρος Κουρεντζής, ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης, ο γάλλος φιλόσοφος Εντγκάρ Μορέν, η ιστορικός Ζακλίν ντε Ρομιγί, ο αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαριγιαννίδης, ο σκηνοθέτης Θεόδωρος Τερζόπουλος, ο ζωγράφος Παναγιώτης Τέτσης, ο εικαστικός και σκηνοθέτης Γιαν Φαμπρ, ο ηθοποιός Μηνάς Χατζησάββας, η εικαστικός Χρύσα. Επίσης, το βιβλίο περιλαμβάνει και μία συζήτηση ανάμεσα σε δύο συγγραφείς με θέμα τον σύγχρονο λόγο στη λογοτεχνία: τον Γιώργο Βέλτσο και τον Δημήτρη Δημητριάδη.

Μέσα από τις καταθέσεις όλων αυτών των ανθρώπων –τους οποίους ευχαριστώ βαθύτατα για την εμπιστοσύνη τους και για τη χαρά που μου έδωσαν-, ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη αποσπάσματα της αρχαίας και σύγχρονης ιστορίας, η ομορφιά της αρχαιολογικής σκαπάνης και των μύθων, η πολυπλοκότητα της πολιτικής, η ασκητική της μουσικής, τα όρια της λογοτεχνίας, η γοητεία του θεάτρου, του κινηματογράφου και των εικαστικών τεχνών. Πρόκειται για συζητήσεις που μοιάζουν με θεατρικά μονόπρακτα που ανοίγουν στοχαστικούς δρόμους και που, συγχρόνως, δίνουν ανάγλυφα 25 σπάνια πορτρέτα. Κλείνοντας, θα ήθελα να πληροφορήσω όσους/ες ενδιαφέρονται ότι την άνοιξη του 2018 θα κυκλοφορήσει και ένας δεύτερος τόμος με συνεντεύξεις, ο οποίος θα εστιάζει στους Έλληνες δημιουργούς.


Το βιβλίο της Σόνιας Ζαχαράτου, Οι Απέναντι – Είκοσι τρεις συνεντεύξεις και μία συζήτηση, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πολύτροπον.