«Βλέπουμε γονείς που φέρνουν στον κόσμο παιδιά μόνο και μόνο για να μπορέσουν μια μέρα να τους πουν: είστε τόσο τυχερά που έχετε τέτοιους γονείς! – και έπειτα βλέπουμε αυτά τα παιδιά να βγαίνουν στον κόσμο και να κάνουν τα ίδια».
Ο Βέντεκιντ στο «Ξύπνημα της άνοιξης» ασκεί μια αιχμηρή κριτική για την τραυματική εμπειρία του περάσματος από την εφηβική στην ενήλικη ζωή και για την καταλυτική επιρροή των «μεγάλων» στις αποφάσεις και τη θέαση του κόσμου μέσα από τη φαντασία και την πραγματικότητα των παιδιών. Μέσα από «φέτες ζωής» παρακολουθούμε τη διαδρομή των νέων οι οποίοι εξερευνούν τη σεξουαλικότητά τους, τη φιλία, τη ρομαντική αγάπη, δοκιμάζουν τα όριά τους, έρχονται αντιμέτωποι με τη βία και την παιδική κακοποίηση, την καταπίεση, πληγώνουν και πληγώνονται και στο τέλος οδηγούνται στην καταστροφή· για αυτόν ακριβώς το λόγο και το έργο φέρει τον υπότιτλο Μια παιδική τραγωδία.
Όταν διάβασα το «Ξύπνημα της άνοιξης», σχεδόν αυτόματα γεννήθηκε μέσα μου η σκέψη αφενός να το σκηνοθετήσω και αφετέρου να το διασκευάσω και να το φέρω όλο αντίστροφα. Νομίζω πως όταν παρακολουθήσεις την πλοκή του έργου με γραμμική σειρά, ως θεατής εστιάζεις στο τι θα γίνει μετά, αγωνιάς για την εξέλιξη και ανυπομονείς να δεις ποια θα είναι η κατάληξη για τον κάθε έναν χαρακτήρα ξεχωριστά. Ολοκληρώνοντας λοιπόν την ανάγνωση, το πρώτο πράγμα που αναρωτήθηκα ήταν σε ποια χρονική στιγμή άρχισε το κακό για αυτά τα παιδιά; Τι θα μπορούσε να είχε αλλάξει στην πορεία των γεγονότων ώστε να αποτραπεί το μοιραίο; Έτσι λοιπόν επέλεξα να ακολουθήσω μια αντίστροφη πορεία για το έργο. Να το πιάσω από το τέλος και να γυρίσω στην αρχή ώστε να εμβαθύνω στις αιτίες που οδήγησαν τους νεαρούς πρωταγωνιστές της ιστορίας σε αυτό το απροχώρητο σημείο. Δεν παρακολουθούμε τα πράγματα «όπως έγιναν», προοδευτικά, από το παρελθόν προς το παρόν, αλλά «όπως έχουν γίνει», αναδρομικά, από το παρόν προς το παρελθόν.
Κάπως έτσι λοιπόν γεννήθηκε το «Ξύπνημα της άνοιξης In Reverse». Οι ήρωές του μας συστήνονται στη χρονική στιγμή που έχουν βρεθεί μπροστά σε αδιέξοδα, για να επιστρέψουμε μαζί τους στην αρχή τους, τότε που ήταν γεμάτοι ελπίδες και που ονειρεύονταν έναν καλύτερο κόσμο. Πρόκειται για το χρονικό μιας σειράς αναμνήσεων όπου η αναδρομή στο παρελθόν γίνεται με έναν κινηματογραφικό τρόπο προσέγγισης, μέσα από την υποκειμενική ματιά του Μέλχιορ, ξαναζώντας από την αρχή την κάθε σημαντική στιγμή της ζωής του όπως αυτή αποτυπώθηκε στο μυαλό του.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Μέσα σε αυτή την επιθυμία συμπύκνωσης της μνήμης, η παράσταση απαρτίζεται από έναν θίασο τριών ατόμων τα οποία ενσαρκώνουν επί σκηνής όλους τους ρόλους, μετακινώντας σκηνικά, αλλάζοντας πρόσωπα και φορώντας μάσκες για τους ρόλους των ενηλίκων, ενσωματώνοντας με αυτό τον τρόπο στην παράσταση τη συνθήκη του «θεάτρου εν θεάτρω».
Όσον αφορά τους ενήλικες χαρακτήρες του έργου, ήταν εξαρχής μια πολύ συνειδητή και ξεκάθαρη απόφαση για μένα να τους υποδύονται οι ίδιοι ηθοποιοί που υποδύονται τα παιδιά, φορώντας μάσκες και αλλάζοντας ρούχα. Στα μάτια μου οι ενήλικες χαρακτήρες του έργου κρύβονται πίσω από το προσωπείο μιας αστικής ηθικής που διέπεται από κυνισμό και που έχει για σημαία της το καλό της κοινωνίας. Στερεοτυπικοί χαρακτήρες, γκροτέσκες φιγούρες με τις οποίες δεν μπορεί να ταυτιστεί ο θεατής και που η παρουσία τους επί σκηνής δημιουργεί κάτι το ανοίκειο. Για αυτό τον λόγο και έχουν σκηνοθετηθεί με διαφορετικό τρόπο τα παιδιά και με διαφορετικό τρόπο οι μεγάλοι υπογραμμίζοντας την απόσταση ανάμεσά τους. Πρόκειται για μια κριτική στάση απέναντι στον καθωσπρεπισμό που αναγκάζει τους ανθρώπους να παραμείνουν στη βολή τους. Θεωρώ πως όσο καταστροφική μπορεί να είναι η καταπίεση για ένα παιδί άλλο τόσο επιζήμια μπορεί να είναι η αδιαφορία. Στόχος μου ήταν να εμβαθύνω στις ανθρώπινες σχέσεις για αυτό και από τις σκηνές των μεγάλων απουσιάζει το σασπένς ή οι έντονες συγκρούσεις ώστε να κρατήσουμε μια απόσταση και να εντοπίσουμε με ψύχραιμο μάτι όλες εκείνες τις παθογένειες σε μια προσπάθεια αφύπνισης και ευαισθητοποίησης όχι μόνο ως προς τα παιδιά αλλά και ως προς τον συνάνθρωπο εν γένει.
Η αρχή του έργου βρίσκει τον δεκατετράχρονο Μέλχιορ στο νεκροταφείο, μόλις το έχει σκάσει από το αναμορφωτήριο, να προσπαθεί να αποφασίσει αν αξίζει να ζει ή όχι. Με τη βοήθεια μιας Μασκοφορεμένης Ύπαρξης, θα κάνει ένα νοερό ταξίδι στο παρελθόν ώστε να αποφασίσει πώς θα συνεχίσει. Ας γίνουμε λοιπόν συμμέτοχοι σε αυτή την αντίστροφη πορεία του.
Γιατί πάντα στο τέλος, γυρίζουμε στην αρχή.
***
Πληροφορίες:
«Το Ξύπνημα της άνοιξης In Reverse» του Φρανκ Βέντεκιντ
Από την Σμαράγδα Μαγδαληνή (Απόδοση – Διασκευή – Σκηνοθεσία)
Στο Studio Μαυρομιχάλη από 28 Απριλίου 2025 (κάθε Δευτέρα & Τρίτη, 21:00)