Τα νιάτα τα μπερμπάντικα, οι έρωτες, η αχαριστία, οι ακρογιαλιές, τα δειλινά, δοξάστηκαν από τον ρεμπέτη με την χρυσή καρδιά, Βασίλη Τσιτσάνη. Οι πενιές, τα λόγια, το χρώμα της φωνής των τραγουδιών του, παρέα με την Μαρίκα, μας συντρόφευσαν σε κάθε καλοκαιρινό ταβερνάκι, σε κάθε ποτήρι κρασιού, σε κάθε δάκρυ, σε κάθε χορό, σε κάθε ανάμνηση με αγαπημένους φίλους, φίλες.

Οι μουσικές σκιές των Βαγγέλη Παπάζογλου και Μάρκου Βαμβακάρη, φαναιρώνονται σε κάθε στιχάκι, που αγαπήσαμε. Ο Ηπειρώτης μουσικός γεννημένος το μακρινό και αιώνιο 1915, για Νομική ξεκίνησε, η δύναμη της μοίρας ίσως και η θεά της μουσικής τον οδήγησαν σε κουτούκια της εποχής και συγκεκριμένα στο μαγαζί «Μπιζέλια». Έπειτα ήρθε και η πρώτη ηχογράφηση. «Σ’ έναν τεκέ μπουκάρανε» λοιπόν…

Η γερμανική κατοχή, βρήκε τον Τσιτσάνη με το δικό του ρεμπετάδικο, το γνωστό «Ουζερί ο Τσιτσάνης». Η λήξη του πολέμου, φέρνει την Συννεφιασμένη Κυριακή που μοιάζει με την καρδιά μας και τον Βασίλη Τσιτσάνη στην Αθήνα. Εκεί, η Σωτηρία Μπέλλου, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Μαρίκα Νίνου,ο Πρόδρομος Τσαουσάκης έγιναν μουσικοί συνοδοιπόροι του.

Χωρίσαμε ένα δειλινό
με δάκρυα στα μάτια
η αγάπη μας ήταν γραφτό
να γίνει δυο κομμάτια

Πονώ σαν συλλογίζομαι
τα όμορφα τα βράδια
που μου ‘δινες γλυκά γλυκά
όρκους φιλιά και χάδια

Με μια λαχτάρα καρτερώ
και πόνο στην καρδιά μου
ίσως γυρίσεις γρήγορα
ξανά στην αγκαλιά μου…