Ο Χώρος Τέχνης, The Art Foundation εγκαινιάζει την Πέμπτη 24 Ιουνίου δύο εκθέσεις με άκρως καλοκαιρινά θέματα. Συγκεκριμένα

η πρώτη έχει τίτλο Rooms to let. Συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Ασπασία Κουλύρα & Αντώνης Στοατζίκης, Αλέξανδρος Μαγκανιώτης, Lab of Architecture (Μαρία Κεχρινιώτη, Ρένα Στολίδου, Δημήτρης Ψυχογυιός, Σωτήρης Ψυχογυιός), Ανδρέας Παπαναστασίου, aka lab architects (Χρυσή Αραμπατζή, Μυρτώ Ζηρίνη, Στάθης Καταρόπουλος), Κ.Ν. Πάτσιος, Πάρις Λεγάκης, Έλενα Χρυσάνθου, Χριστίνα Αγγελοπούλου, Πάνος Σκουλούδης, Πένυ Σκούρα.

Τα ενοικιαζόμενα δωμάτια ανά την επικράτεια φτιαγμένα γρήγορα και στο πόδι ακολούθησαν ασθμαίνοντας το κύμα των τουριστών, Ελλήνων και ξένων, αποτελώντας χωρίς να το θέλουν, λόγω της προχειρότητας και της επινοητικότητάς τους, μνημεία νεοελληνικής λαϊκής τέχνης.

Τσιμεντόλιθοι και πλάκες αμιαντοτσιμέντου πρόχειρα σοβαντισμένοι με τσίγκινες οροφές, παράθυρα και πόρτες από την κοντινή κατεδάφιση ή το ερειπωμένο και ακατοίκητο κτίσμα πιο πάνω, ένας σομιές κάτω από το στρώμα της γιαγιάς και να το, το κατάλυμα.

Στη θέση του εν λόγω καταλύματος 45 – 50 χρόνια μετά στέκεται σήμερα αγέρωχο το σύγχρονο παράπηγμα – πιο αυθαίρετο παρά ποτέ, ένα άσπρο τσιμεντένιο κουτί κολλημένο σε εκατοντάδες άλλα ίδια ή παρόμοια με τα απαραίτητα κλιματιστικά, το πάρκινγκ μπροστά και τις πλαστικές καρέκλες του γύφτου.

Ο ήχος της φύσης δίνει τη θέση του σταδιακά σε εξατμίσεις μοτοσυκλετών, νεοελληνικών ασμάτων και beach parties πρόσκαιρης αισθητικής. Με το πέρας του καλοκαιριού τα σύγχρονα αυτά μνημεία παραμένουν βουβά, θλιβερά μνημεία κάποιας βιβλικής καταστροφής περιμένοντας σαν φοίνικες να ξαναζωντανέψουν από τις στάχτες τους το επόμενο καλοκαίρι, περισσότερα και χειρότερα από ποτέ.

Δεκαεφτά καλλιτέχνες μετατρέπουν τα έντεκα δωμάτια της αυλής του TAF σε ισάριθμες εγκαταστάσεις που μεταφέρουν τον επισκέπτη στο πρόσφατο παρελθόν της ελληνικής τουριστικής αυτοσχέδιας και πολλές φορές αυθαίρετης «βιοτεχνίας». Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το κλιματιστικό μου.

Την ίδια ημέρα εγκαινιάζεται και η ατομική έκθεση-εγκατάσταση της Μαίρης Σχοινά, Ωδές Αιγαίου (χαρακτική σε τρεις διαστάσεις). Με αυτή τη μεγάλης έκτασης εγκατάσταση που εκτείνεται στον κύριο εκθεσιακό χώρο του TAF, η Μαίρη Σχοινά επιχειρεί να αποδώσει το απέραντο του υποθαλάσσιου χώρου, το φωτεινό του βάθος, την κινούμενη -από τις διαθλάσεις και τη διάχυση του φωτός- ακινησία της προγονικής θάλασσας και τη γοητεία που εκπέμπει ο διαρκώς μεταβαλλόμενος χρωματικός χώρος, της διαφάνειας, της φόρμας, της ήρεμης έντασης και του μυστικισμού της υποθαλάσσιας ζωής.

Πηγή έμπνευσης της Μαίρης Σχοινά υπήρξε η θάλασσα στις Μικρές Κυκλάδες, ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών -Αμοργός, Κέρος, Κουφονήσια, Ηρακλειά και Σχοινούσα-που κρατούν στον κόρφο τους μια θάλασσα όπου το φως με τις αλλοιώσεις του αποκαλύπτει έναν υποθαλάσσιο κόσμο χρωμάτων σε συνεχείς εναλλαγές και μεταμορφώσεις.
Εκεί το φως είναι πράγματι ο δημιουργός ενός άλλου κόσμου, μυστικού, απόκρυφου.
Έτσι, δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί πως τα αέρινα μεταξωτά πανό της Μαίρης Σχοινά με τις άπειρες μεταμορφώσεις του θαλασσινού νερού επάνω τους, ξεκινούν όλα από την ξυλογραφία.

Αυτό είναι το μυστικό της. Στη δουλειά της η Σχοινά παίρνει το ξύλο, χαράζει
πάνω του το σχέδιό της ανάλογα με τα νερά και τις ίνες του, τιθασεύει τις σκληρές του επιφάνειες, αξιοποιεί τις μαλακές, τοποθετεί εναλλακτικά τα χρώματά της στον κύλινδρο και τυπώνει στην πρέσα της τις ξυλογραφίες της.

Παντού τα έργα της διαπερνά διαύγεια και χρωματική καθαρότητα. Τα χρώματα, ωστόσο, διεκδικούν κι αυτά τη διαφάνεια που παίρνουν από το φως -την πηγή όλων των χρωμάτων: το απόλυτο και υπερβατικό ελλαδικό φως.

Τις εικόνες της αυτές, η Σχοινά τις επεξεργάζεται φωτοτεχνικά για να τις τυπώσει ψηφιακά σε, εξαιρετικής ποιότητας και διαφάνειας, ζωικό λευκό μετάξι φερμένο από την Κίνα.