H ιδέα της περφόρμανς ξεκίνησε, όταν κατά τη διάρκεια των διαδικτυακών προβών, όλοι εμφανιζόμασταν με πολύ πρόχειρα ρούχα, γιατί βέβαια ήμασταν στα σπίτια μας, σαν αντίσταση και για να διασκεδάσουμε, έβαλα ένα σακάκι με πούλιες που μου είχε χαρίσει ο Άγγελος Μέντης στα γενέθλιά μου. Μετά αποφάσισα να το φοράω στις πρόβες κι επειδή θύμιζε κάτι από κλόουν, σκέφτηκα να κρατάω μια κορδέλα. Έτσι το ένα έφερε το άλλο, έπειτα προστέθηκε και η κίνηση, μετά από έναν αυτοσχεδιασμό που μας ζήτησε η Αργυρώ Χιώτη να κάνουμε.

Οι πρόβες στην καραντίνα είχαν πολύ την αίσθηση μιας παρέας που είχε συμφωνήσει να βρίσκεται μία συγκεκριμένη ώρα, και είχαν πολύ την αίσθηση του ιδιωτικού. Το γεγονός ότι θα έβλεπα αυτή την ομάδα σχεδόν κάθε μέρα μου έδινε κουράγιο, γιατί είχα την αίσθηση ότι ερχόμουν σε επαφή με ανθρώπους, ότι δεν ήμουν μόνη, και ότι μου ζητιόταν να κάνω κάτι πολύ δημιουργικό. Αυτό αποδείχτηκε ότι ήταν πολύ προσωπικό και με μια αίσθηση ότι έκανα μία δουλειά που, επειδή δεν την μοιραζόμουνα στον ίδιο χώρο με άλλους, δεν υπήρχε δηλαδή το εξωτερικό μάτι για να την κρίνει τη στιγμή που γεννιόταν, ήταν πιο ελεύθερη, χωρίς ίχνος αυτολογοκρισίας και με ένα τεράστιο θάρρος.

Αυτό που γεννήθηκε το θεωρώ κάτι σαν κειμήλιο, ένα τραγούδι που βγήκε από μέσα μου, πέντε τραγούδια που βγήκαν από το εσωτερικό μας ταξίδι, στο να εκφέρουμε μια φωνή, μια γλώσσα συνεννόησης. Δεν είναι τυχαίο που σαν υλικό πρόβας χρησιμοποιήθηκε από το βιβλίο “Τα Μονοπάτια των Τραγουδιών” του Μπρους Τσάτουιν, που αναφερόταν στην περιπλάνηση των αβορίγινων στη χώρα τους. Η έννοια περιπλάνηση ήταν πολύ σημαντική για τις πρόβες μας, μια περιπλάνηση εσωτερική σε τόπους εγκλεισμού.

Οι διαδικτυακές παραστάσεις είχαν την προσμονή ότι θα επικοινωνούσαμε την εργασία μας με ένα καινούριο τρόπο και αυτό ήταν πρωτόγνωρο, δεν ξέραμε ακριβώς τι θα συμβεί. Αλλά το θέατρο έχει μια αλληλομετάδοση ενέργειας, που διαδικτυακά είναι αδύνατον να επιτευχθεί. Μου έλειπαν μετά τις παραστάσεις οι άλλοι συμμετέχοντες, να μιλήσουμε για την εμπειρία μας, να χαζολογήσουμε. Το σπίτι ξαφνικά έγινε χώρος δημόσιος. Ανοίγει βέβαια δρόμους που ακόμα ίσως δεν γνωρίζουμε πώς ακριβώς θα εξελιχθούν και είναι πολύ χρήσιμο το μέσο γιατί σε φέρνει αντιμέτωπο με μια κοινότητα δουλειάς.

Ολοκληρώνουμε τις πρόβες μας στο ΕΜΣΤ και νομίζω πως η παράστασή μας θα είναι μια τελείως διαφορετική εμπειρία, με τους χυμούς της παρούσας συνάντησης. Ανυπομονώ να δω και να ανταλλάξουμε τις ιδέες μας με τους άλλους, για το καινούριο που θα φέρει η προσαρμογή στον χώρο. Ένας νέος χώρος είναι ένας καινούριος κόσμος. Και θέλω να ακουμπήσει λίγο το βλέμμα μου στο βλέμμα των θεατών. Να μοιραστούμε κάτι σχεδόν συνωμοτικό, το κομμάτι του εαυτού μου που προσφέρω και που θα με ξεκουράσει να το αποχωριστώ. Να πω ένα αντίο σε αυτό που κουβαλούσα μέχρι τώρα.


Διαβάστε επίσης:

No man is an island entire of itself: To live-art έργο από την ομάδα Vasistas για λίγες ημέρες στο ΕΜΣΤ