‘Μία αυστηρή επιλογή αντικειμένων απώτερων εποχών, από μουσεία και ιδιωτικές συλλογές μεταφέρεται ζωγραφικά σε χάρτινο υπόστρωμα, χωρίς συνδηλώσεις στο φόντο.

Αυτή η ζωγραφική αναπαραγωγή με τα αρχαιοελληνικά, κυρίως γυναικεία ειδώλια από τερακότα μαζί με αγαλματίδια μικρών ζώων κι ερμαφρόδιτων όντων, ακόμη μαζί με αναθηματικές ή επιτύμβιες στήλες, καθώς τα τοποθετεί σαν αναρτήσεις σε ένα κατ’ ενώπιον ίδωμα, παράγει μία σκηνογραφία “βουβής συνομιλίας” και ησυχίας που φαίνεται να δημιουργεί μία αόριστη, αλλά δυναμική συνοχή γειτνιάσεων.

Σε αυτή την προγονική φαινομενολογία και τη νέα της ποιητική έκφανση, όπου μέσα από τη ζωγραφική διαδικασία αναδεικνύονται με μυστική γοητεία οι μύχιες πεποιθήσεις για τη ζωή των αντικειμένων σε ένα νέο πλασματικό περιβάλλον και χρόνο, είναι εύλογο να παράγεται εκείνο το είδος στοχασμού που αποδεσμεύει σχεδόν αυτόματα τις δυνάμεις του φαντασιακού.’

Απόσπασμα απο το κείμενο της Θάλειας Στεφανίδου, που συνοδεύει την έκθεση.