Χρονικό νέου ελληνικού αγγλόφωνου συγκροτήματος στα πρώτα του βήματα στην Ελλάδα των αρχών της δεκαετίας του 2010:

Έχει κυκλοφορήσει το πρώτο του άλμπουμ σε cd ή μόνο σε βινύλιο (πολύ συχνό φαινόμενο). Αν το κυκλοφόρησε στο διάστημα 2013-2014 δεν αποκλείεται (αν και είναι μάλλον σπάνιο) να το έχει κυκλοφορήσει μόνο σε κασέτα.

Σε κάθε περίπτωση έχει φροντίσει να κυκλοφορεί το άλμπουμ του και σε ψηφιακή έκδοση. Αν η κυκλοφορία έχει γίνει σε βινύλιο ή κασέτα τότε η έκδοση περιλαμβάνει έναν μοναδιαίο κωδικό έτσι ώστε ο κάθε αγοραστής να το κατεβάσει σε ψηφιακή εκδοχή δωρεάν. Ανεξαρτήτως του τύπου της έκδοσης το άλμπουμ είναι οπωσδήποτε διαθέσιμο για ψηφιακή αγορά  στο i-tunes, αν όχι και σε άλλες πλατφόρμες.  Συχνότατα είναι διαθέσιμο και στο Bandcamp όπου τα έσοδα από την πώληση πάνε κατευθείαν στο συγκρότημα, χωρίς μεσάζοντες. Στην ίδια αυτή πλατφόρμα είναι συχνά ενεργοποιημένη η λειτουργία που επιτρέπει στον αγοραστή να ορίσει ο ίδιος την τιμή που επιθυμεί να πληρώσει για να το κατεβάσει.

Πολύ συχνά το άλμπουμ είναι διαθέσιμο και για streaming στο Spotify. Κάποιες φορές δεν είναι διαθέσιμο στο Spotify. Αν δεν είναι διαθέσιμο συνήθως αυτό συμβαίνει λόγω επιρροής Thom York (Radiohead) ο οποίος από νωρίς τάχτηκε ανοιχτά εναντίον του streaming χρησιμοποιώντας μάλιστα ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα.

Το συγκρότημα έχει οπωσδήποτε σελίδες στο Facebook και στο Twitter. Οπωσδήποτε και κανάλι στο You Tube (με βίντεο από ζωντανές εμφανίσεις, teasers, τραγούδια από το άλμπουμ με φωτογραφία του εξώφυλλου, ίσως και στίχους). Συχνότατα έχει και σελίδα στο Soundcloud. Ενίοτε και στο Instagram. Πολύ συχνά έχει και official page στο web η οποία μάλιστα ενημερώνεται τακτικά.

Όλο και συχνότερα παρατηρείται το φαινόμενο να έχει και έστω ένα official video clip στο You Tube. Και μάλιστα όχι κάποιο πρόχειρο κλιπ. Μικρή παραγωγή μεν, αλλά παραγωγή με τα όλα της. Με σπιντάτο επαγγελματικό μοντάζ, ακόμη και με επαγγελματικών προδιαγραφών φωτογραφία πολλές φορές.

Το συγκρότημα κάνει τακτικά live. Τις περισσότερες φορές μαζί με ένα ή δύο άλλα συγκροτήματα. Οπωσδήποτε μια – δυο φορές το χρόνο στο Six D.o.g.s που είναι πάγια ανοικτό σε τέτοιες προτάσεις αλλά και σε διάφορους άλλους (μικρότερου ή ίσου βεληνεκούς) χώρους οι οποίοι άλλωστε έχουν πολλαπλασιαστεί μέσα στην περίοδο που δρα το ανώνυμο συγκρότημα της ιστορίας μας. Σε πείσμα των καιρών. Σε πείσμα των «χρόνων της κρίσης».

Α… δεν ανέφερα το σημαντικότερο: τη μουσική. Το επίπεδο συνολικά της σκηνής (και άρα και του συγκροτήματος της ιστορίας μας) έχει ανέβει κατακόρυφα τα τελευταία αρκετά χρόνια. Το γράφω σε κάθε ευκαιρία και –κυρίως – το  ακούω γύρω μου συνέχεια.  Στην παραγόμενη μουσική. Στον εκτελεστικό τομέα που έχει ανέβει εντυπωσιακά. Η παραγωγή έχει ανέβει επίσης. Συχνά λείπει μια κάποια πρωτοτυπία στις συνθετικές ιδέες αλλά αυτό είναι πλέον ζητούμενο της ποπ/ροκ κουλτούρας διεθνώς. Δεν είναι ελληνικό φαινόμενο.

Το συγκρότημα δείχνει να τα έχει όλα. Έχει φροντίσει για τα πάντα. Με επαγγελματική αφοσίωση.

Υπάρχει όμως ένα πράγμα που δεν έχει.

Δεν έχει δισκογραφική εταιρεία.

Έκανε κάποια προσπάθεια να βρει εταιρεία. Με το που τελείωσαν οι ηχογραφήσεις και οι μίξεις του άλμπουμ και πριν προχωρήσει στο mastering, σχεδόν σίγουρα χτύπησε την πόρτα της Inner Ear, πιθανόν να χτύπησε και την πόρτα της Puzzlemusik ή/και της Sound of Everything, πιθανότερο ακόμη να έκανε κρούση και στην Feelgood (πρώην Sony) ή σε κάποια άλλη από τις πρώην πολυεθνικές. Κρατούσε μικρό καλάθι για την όλη ιστορία «εύρεση εταιρείας». Όμως με συλλογικές διαδικασίες αποφασίστηκε να δοκιμαστεί και αυτό παρότι κάποια από τα μέλη του συγκροτήματος επέμεναν εξαρχής ότι δεν χρειάζονται κανέναν και «καμιά εταιρεία» πάνω από το κεφάλι τους και ότι  θα έπρεπε να κυκλοφορήσουν το άλμπουμ μόνοι τους.

Όπερ και εγένετο.

Το κυκλοφόρησαν μόνοι τους.

Τι να την κάνουν την εταιρεία; Όλα τα χρήματα για την ηχογράφηση και την έκδοση τα βάζουν οι ίδιοι. Την ψηφιακή έκδοση μπορούν να την στήσουν και μόνοι τους. Όλα μόνοι τους τα κάνουν έτσι κι αλλιώς. Τι να την κάνουν την εταιρεία; Για τη διανομή στα δισκοπωλεία; Θα τα πάνε οι ίδιοι σε 2-3 στην Αθήνα και (πιθανόν) σε ένα στη Θεσσαλονίκη. Και κυρίως θα τα πουλάνε στα live. Θα φτιάξουν και t-shirts να πουλάνε στα live.

Ούτε για την προώθηση (promotion) χρειάζονται την εταιρεία. Ξέρουν τρεις ανθρώπους σε ηλεκτρονικά περιοδικά, θα παίξει και ο τάδε στο τάδε ραδιόφωνο που είναι fan και θα τα καταφέρουν. Έτσι σκέφτηκαν.

Αποτέλεσμα: Το συγκρότημα κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ μόνο του. Κατάφερε να δώσει κάποιες συνεντεύξεις από γνωριμίες που ήδη είχε. Το άλμπουμ όμως δεν πήρε κριτικές. Ίσως δύο μόνο. Από ραδιόφωνο πολύ σκόρπια πράγματα. Λίγο από εδώ, μια φορά από εκεί, καθόλου παραπέρα. Συνεντεύξεις, τυχόν παρουσιάσεις και κριτικές άπλωσαν πάρα πολύ στο χρόνο. Εμφανίστηκαν σποραδικά μία – μία μέσα σε ένα διάστημα 8 – 10 περίπου μηνών. Με αποτέλεσμα να χαθούν μέσα στον όγκο των πληροφοριών και να μην καταγραφούν στην συνείδηση του κόσμου. Με αποτέλεσμα να μην δημιουργηθεί μία πρώτη μαγιά κοινού που να τους παρακολουθεί (πέρα από τον ευρύτερο προσωπικό τους κύκλο).

Τα social media (κυρίως το facebook) κινήθηκαν περισσότερο ικανοποιητικά και έδωσαν μια ψευδαίσθηση προόδου. Κέρδισαν κάποιο μικρό κοινό από εκεί. Δημιουργήθηκε ένας μικρός πυρήνας fans. Αλλά σύντομα έκαναν τον κύκλο τους και τα  like προερχόταν λίγο πολύ από τους ίδιους ανθρώπους. Συναυλιακά έμειναν στα ίδια επίπεδα. Εξακολούθησαν να παίζουν με ακόμη ένα ή δύο συγκροτήματα που είναι στην ίδια φάση. Στους ίδιους λίγο-πολύ χώρους που έπαιζαν και πριν. Κατάφεραν βέβαια να παίξουν σε ένα καλοκαιρινό φεστιβάλ (ο φίλος – του φίλου που τους είχε κάνει εκείνη τη συνέντευξη σε εκείνο το ηλεκτρονικό περιοδικό το κανόνισε).  Εντωμεταξύ έκαναν πρόβες, προχώρησαν εξελίχθηκαν, έγραψαν καινούργια τραγούδια. Το υλικό πιέζει να βγει. Έφτασε η ώρα για το δεύτερο άλμπουμ…

Cut!

Το παραπάνω είναι ένα τυπικό παράδειγμα αγγλόφωνου συγκροτήματος της περιόδου του πρώτου μισού της δεκαετίας του 2010. Ένα τυπικό παράδειγμα συγκροτήματος που εμφανίστηκε στη δισκογραφία με δικές τους δυνάμεις, χωρίς τν υποστήριξη κάποιας δισκογραφικής εταιρείας. Είτε από συνειδητή επιλογή, είτε επειδή τα πράγματα ήρθαν έτσι ώστε δεν έκλεισε συμφωνία με μια εταιρεία. Υπήρξαν και υπάρχουν και θα υπάρξουν δεκάδες τέτοια. Κάποια λίγα προχώρησαν και  στην ηχογράφηση και την  “do it yourself” κυκλοφορία και δεύτερου άλμπουμ πριν διαλύσουν. Τα περισσότερα διέλυσαν ένα με δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους. Και εντωμεταξύ άλλα συγκροτήματα πήραν τη θέση τους. Και όλη αυτή η προσπάθεια συνεχίζεται αέναα. Και καινούργια συγκροτήματα παίρνουν τη θέση αυτών που διαλύονται. Και μετά διαλύονται και αυτά με τη σειρά τους και ούτω καθεξής. Και δεν μένει μία συγκροτημένη παρακαταθήκη. Δεν δημιουργείται μία συνέχεια. Δεν δημιουργείται μία συγκροτημένη αγγλόφωνη σκηνή. Σκόρπια όμορφα άλμπουμ, ακόμη πιο σκόρπια πανέμορφα τραγούδια χαμένα μέσα στη δίνη του πρόσφατου παρελθόντος. Βουτηγμένα στη λίμνη της λήθης από την οποία περιστασιακά μόνο ίσως κάποια από αυτά βγαίνουν για μία ανάσα αέρα πριν βουτήξουν και  πάλι πίσω στα σκοτεινά νερά.

Κι όμως υπάρχει προφανής λύση. Μία λύση που έχει περάσει σαν σκέψη από το μυαλό ορισμένων μελών αυτών των συγκροτημάτων και όπως πέρασε (αν πέρασε), έτσι έφυγε. Μία λύση που δεν τόλμησαν να εφαρμόσουν.

Ποια είναι η λύση; Και γιατί ισχύει κυρίως για τα αγγλόφωνα και όχι για τα συγκροτήματα με ελληνικό στίχο ή για τα jazz σχήματα; Και γιατί δεν την εφαρμόζει κανείς;

Ερωτήματα που θα βρουν την πιθανή απάντηση τους στο επόμενο «Άρση – Θέση».