Περί δραματουργίας

Στο Μοτέλ που έγραψε ο Βασίλης Μαυρογεωργίου το θρίλερ προσπαθεί να συναντήσει τον κοινωνικό προβληματισμό, η ωμή απεύθυνση προσπαθεί να ενωθεί με το συναίσθημα, η αγωνία προσπαθεί να εξάψει το ενδιαφέρον για την εξέλιξη. Εν τέλει, τίποτα δεν λειτουργεί και όλες οι προσπάθειες μένουν έωλες, καθώς απουσιάζει ο συνδετικός ιστός που δεν είναι άλλος από το σωστά δομημένο κείμενο. Ο σκηνοθέτης έστησε μια ιστορία, η οποία παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον στην εξέλιξή της. Ωστόσο, η συγγραφική αδυναμία να οδηγήσει σε κορύφωση και λύση το έργο, υποσκάπτει το όλο οικοδόμημα, καθώς μένει απλώς σε κάποιους δραματουργικούς εντυπωσιασμούς, κενούς όμως περιεχομένου. 

Η υπόθεση

Ο Σωτήρης, συνεργάζεται με τις αστυνομικές αρχές προκειμένου να καθαρίζει και να απομακρύνει στοιχεία από χώρους στους οποίους σημειώθηκαν εγκληματικές ενέργειες. Με την ιδιότητά του αυτή φτάνει στο μοτέλ το οποίο ανήκει στους γονείς της Άννας, μιας 25χρονης κοπέλας. Η Άννα ζει με την μητέρα και τον πατέρα της, οι οποίοι της συμπεριφέρονται σαν να είναι μικρό παιδί. Η ηρωίδα δείχνει να βολεύεται με αυτή τη συμπεριφορά παλινωδώντας και η ίδια μεταξύ εφηβείας και ενήλικης ζωής, μέχρι τη στιγμή που έρχεται πιο κοντά με τον ηλικιωμένο Σωτήρη. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι όπως φαίνονται και οι άνθρωποι δεν είναι αυτοί που δείχνουν. 

Η παράσταση

Ο Β. Μαυρογεωργίου ακολούθησε σκηνοθετικά την παρατακτική και με πολλές σκηνικές αλλαγές δομή του έργου που έγραψε ο ίδιος. Αυτό όμως κατέστρεψε ολοκληρωτικά την ατμόσφαιρα, καθώς και τον, όποιο, ρυθμό προσπάθησε να βρει η παράσταση κατά τη διάρκειά της. Η μπρεχτικής ατμόσφαιρας θεατρική αίσθηση που προσπάθησε να δημιουργήσει ο σκηνοθέτης απέτυχε επίσης τόσο από υποκριτικής άποψης, όσο και από δραματουργικής, αφού το έργο πάντρεψε την at-yer-face σκηνική αντίληψη και τον υποκριτικό ρεαλισμό με την αποστασιοποίηση από το συναίσθημα. Ως αποτέλεσμα, ό,τι συνέβαινε επί σκηνής έμοιαζε και ακουγόταν υπερβολικά ρεαλιστικό χωρίς όμως να καταφέρνει να δημιουργήσει οποιοδήποτε συναίσθημα στον θεατή. 

Ηθοποιοί

Μέσα σε αυτό το σύμπαν που δημιούργησε ο σκηνοθέτης, κατάφεραν να ανθίσουν υποκριτικά ορισμένοι ηθοποιοί, αποδεικνύοντας την σκηνική τους ικανότητα. Αρχικά, ο Χρήστος Σαπουντζής ο οποίος δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία και στηρίζοντας στους ώμους του όλη την παράσταση. Δίπλα του ανθίζει επίσης σκηνικά η Κλέλια Ανδριολάτου η οποία δημιουργεί ένα λεπτομερές ψυχογράφημα μιας νέας κοπέλας που ζει μπερδεμένη. Η Ιωάννα Μαυρέα υπήρχαν στιγμές που ήταν πολύ καλή, αλλά αντικατόπτρισε την σκηνοθετική σύγχυση της ρεαλιστικής υποκριτικής σε μια συνθήκη αποστασιοποιημένης δραματουργίας. Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Άγγελο Μπούρα

Συντελεστές

Το πολύ καλοφτιαγμένο σκηνικό (σκηνικά-κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης), μολονότι πολύ ωραίο, παραπέμπει σε κάποια Αμερικάνικη επαρχία, παρά σε μια ελληνική και μάλιστα του 21ου αιώνα. Οι φωτισμοί (Στέλλα Κάλτσου) είναι ατμοσφαιρικοί δημιουργώντας κάποια ατμόσφαιρα και προσπαθώντας να ακολουθήσουν το, όποιο, επί σκηνής συναίσθημα. 

Επιλογικά

Το Μοτέλ του Β. Μαυρογεωργίου γράφτηκε για να μιλήσει για κάποια από τα πλέον ακανθώδη θέματα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Ο συγγραφέας προσπάθησε να δημιουργήσει σασπένς και αγωνία, μιλώντας αλληγορικά στην αρχή, πιο ξεκάθαρα αργότερα για τα θέματα αυτά. Ωστόσο, έπλασε αφενός έναν ρεαλιστικό κόσμο και αφετέρου, έναν αλληγορικό, οι οποίοι όμως δεν συναντήθηκαν και δεν παρήγαγαν επίσης την επιθυμητή κάθαρση. Ο θεατής στο τέλος μένει με μια αίσθηση ανικανοποίητου και ατελούς, γεγονός το οποίο οφείλεται στο ότι το κείμενο δεν καταλήγει σε κάποια σαφή λύση. 

Η δραματουργική αυτή αδυναμία κόστισε όμως και στην σκηνοθεσία, αφού ο ίδιος ο Β. Μαυρογεωργίου τις ανέδειξε μέσα από τη σκηνοθετική του ματιά. Εν κατακλείδι, η παράσταση, αναδεικνύει τη σημασία που έχει το κείμενο σε μια παράσταση, δείχνοντας ότι ένα αδύναμο κείμενο μπορεί να καταποντίσει μια ολόκληρη παράσταση.

Διαβάστε επίσης: 

Μοτέλ, του Βασίλη Μαυρογεωργίου στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν