[Είναι μάλλον προφανές ότι το παρακάτω είναι γεμάτο spoilers]

Είτε ως το αυθίπαρκτο ερπετό που αποπλάνησε την Εύα είτε ως ο όμορφος και λαμπρός άγγελος Lucifer που είπε κάποια στιγμή «non serviam!» (δεν Σε υπηρετώ) και έγινε έκπτωτος (αρκετά πιο ενδιαφέρουσα εκδοχή), ο Διάβολος βρίσκεται ως το αντίπαλο δεος στον πιο διαδεδομένο μύθο της ιστορίας της ανθρωπότητας. Το Καλό και το Κακό, το Φως και το Σκοτάδι, στην αιώνια αναμέτρηση τους με αντίτιμο τις ανθρώπινες ψυχές, διατρέχουν το σύνολο σχεδόν των θρησκειών σε όποια γωνία του πλανήτη και αν δημιουργήθηκαν. Ο μανιχαϊσμός, ένας όρος που χρησιμοποιείται πολλές φορές για να περιγράψει τομείς όπως η πολιτική ή η τέχνη, αποτέλεσε μια εξαιρετικά διαδεδομένη και γεωγραφικά εκτενή θρησκεία που γεννήθηκε από τα κυρήγματα του Ιρανού Προφήτη Μάνι, 250 περίπου χρόνια μ.Χ.. Η εξαιρετικά απλή της φόρμα (το Καλό εναντίον του Κακού) την καθιέρωσε ως την τελευταία πραγματικά ισχυρή θρησκεία μέχρι και την άνοδο του Ισλάμ στις χώρες της Ανατολής.

Η δυαδικότητα του Καλού και του Κακού, τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα στην κοσμοαντίληψη και μυθολογία της ανθρώπινης Ιστορίας, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από την τέχνη- αντίθετα, θα έλεγε κανείς, ορίζει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της. Όταν δε μάλιστα η εποχή θολώνει τις διαχωριστικές γραμμές των απλοϊκών διαχωρισμών και όταν οι αντιφάσεις της Ιστορίας αναδύονται, τότε είναι και που η Τέχνη αρχίζει και αναμετράται με τους ενδιάμεσους χώρους ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο και παράγει αριστουργήματα (το κεφάλαιο νουάρ για παράδειγμα, που είναι περισσότερο γκρι παρά noir, δηλαδή μαύρο).

Για να ξεπεράσει βέβαια η ανθρωπότητα (και κατ’ επέκταση η τέχνη) τους απλοϊκούς αφορισμούς των μονοσήμαντων ιδιοτήτων καλοσύνης και κακίας, μέχρι δηλαδή ολόκληρη η κοσμοαντίληψή μας αποδεχθεί την αρμονική συνύπαρξη τους (και κάποια στιγμή, αντικατάστασή τους από άλλες πιο χρήσιμες έννοιες), το Καλό και το Κακό θα συνεχίσουν να αντιμάχονται. Σε αυτήν την άνιση μάχη βέβαια, είναι σαφές ότι το Φως κερδίζει πάντα το σκοτάδι, και ας βρισκόμαστε σε ένα σύμπαν που τυλίγεται από άπειρο σκοτάδι που λεκιάζουν λιλιπούτειες εστίες φωτός. Για την ώρα, είμαστε ακόμα στην εποχή των heroes και των villains, και 9 στα 10 φινάλε τέτοιων μονομαχιών είναι προκαθορισμένα. Ας δούμε όμως, μερικές μονάχα ταινίες που τόλμησαν (;) να αντιστρέψουν λίγο την προβλέψιμη έκβαση των πραγμάτων και να αφήσουν τις δυνάμεις του Σκότους να θριαμβεύσουν στο τέλος:

Συνήθεις Ύποπτοι (The usual suspects, 1995)

Οι Συνήθεις Ύποπτοι έφτιαξαν το μύθο τους χάρη σε ένα αριστοτεχνικά δομημένο σενάριο. Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες καθ’όλη την διάρκεια μιας ταινίας που πιθανότατα θα ήταν ένα μέτριο αστυνομικό δράμα αν δεν κατέληγε στην μεγαλύτερη απάτη, σε ένα κινηματογραφικό ψέμμα που ανατινάζεται σε ένα αξέχαστο φινάλε όπου ο Κακός γελοιποιεί κάθε καλό ήρωα αλλά και κάθε θεατή.

Ο ύποπτος της οδού Άρλινγκτον (Arlington Road, 1999) (αν δεν το έχετε δει μην διαβάσετε παρακάτω ούτε λέξη)

Μια κάπως υποτιμημένη και παραγνωρισμένη ταινία που επίσης χαρίζει στο Κακό μια θριαμβευτική επικράτηση. Στα υπέρ (του Κακού πάντα) είναι ότι το μέσο που χρησιμοποιεί είναι αυτό που υποτίθεται ότι θα το νικούσε: Η ταινία προφητεύει άθελά της την τρομουστερία της εποχής Μπους αφήνοντας να εννοηθεί πως στην αναζήτηση του εχθρού πρέπει πρώτα κανείς να κοιτάζει τον εαυτό του.

Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους (No country for old men, 2007)

 

Βγαλμένη μέσα από τις σελίδες του Κόρμακ ΜακΚάρθι, που ούτως ή άλλως ασχολείται με πιο ουσιώδεις αντιθέσεις από το καλό και το κακό, και κατασκευασμένη με τον κυνισμό των αδερφών Κοέν, η ταινία παρακολουθεί την διαδρομή αίματος ενός παρανοϊκού δολοφόνου με απαράδεκτη κουπ (ο Χαβιέ Μπαρδέμ) καθώς αναζητά ένα μικρολωποδύτη και μια βαλίτσα με λεφτά. Το Κακό εδώ είναι ασταμάτητο, αδίστακτο και επιβλητικά ανίκητο.

Zodiac (2007)

 

Ένας serial killer στο Σαν Φραντσίσκο, μερικοί ικανότατοι  άνθρωποι από διάφορους χώρους στο κατόπι του (αστυνόμοι, ρεπόρτερ, σχεδιαστές), δεκαετίες ολόκληρες ενός εμμονικού ανθρωποκυνηγητού. Στο τέλος της ημέρας, ο δολοφόνος παραμένει κάπου εκεί έξω και οι άνθρωποι που τον αναζητούν έχουν αφιερώσει επί ματαίω την ενέργεια των καλύτερών τους χρόνων. Ίσως η καλύτερη ταινία του Ντέιβιντ Φίντσερ, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα.

Se7en (1995)

 

O ίδιος σκηνοθέτης εδώ, σε μια από τις κορυφαίες κινηματογραφικές στιγμές των ‘90s. Ο Κέβιν Σπέισι στον ρόλο ενός εξολοθρευτή άγγελου με σχέδιο τόσο ισχυρό και αποτελεσματικό που όλοι οι εμπλεκόμενοι στο κατόπι του δεν είναι παρά μαριονέττες στην παράστασή του. Αξέχαστο το σκοτεινό φινάλε στα χρυσαφένια λιβάδια και το «what’s in the box» του θερμόαιμου Μπραντ Πιτ, με έναν αδύναμο Μόργκαν Φρίμαν να προσπαθεί να σώσει την ψυχή ενός κόσμου που καταβυθίζεται αργά στο σκοτάδι.

Δαιμονισμένος Άγγελος (Angel Heart, 1987)

 

Από την εποχή του μωρού της Ρόζμαρι, όταν ο ίδιος ο Διάβολος αναλαμβάνει τον ρόλο του Κακού δεν το κάνει για να παίξει- είναι βέβαιο ότι θα κερδίσει στο τέλος (εκτός βέβαια και αν τα βάλει με τον Σβαρτζενέγκερ στο ανεκδιήγητο End of Days). Ο Μίκι Ρουρκ αναλαμβάνει μια υπόθεση για λογαριασμό ενός Λουίς Σάιφερ (Ρόμπερτ ντε Νίρο). Κατά την διάρκεια μιας υποβλητικής και πανέμορφης ταινίας, θα καταλάβει πως όταν πουλάς στην ψυχή σου σε αυτόν, δεν υπάρχει τρόπος να την πάρεις πίσω.

Φόβος Ενστίκτου (Primal Fear, 1996)

 

Ο Έντουαρτ Νόρτον ντεμπουτάρει στον κινηματογράφο για να σώσει ένα δικαστικό δράμα που θα ήταν μάλλον ξεχασμένο χωρίς αυτόν- από εκεί ξεκινάει μια σπουδαία καριέρα που ωστόσο θα κορυφωθεί μόλις τρια χρόνια μετά (Fight Club, American History X) και ύστερα θα χαθεί σε μέτριες ή λιγότερο σπουδαίες ταινίες. Η ανατροπή του φινάλε θα αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για πολλές ταινίες.

Chinatown (1974)

Η ταινία του Ρόμαν Πολάνσκι αποτελεί σκηνοθετικό και σεναριακό υπόδειγμα που διδάσκεται μέχρι σήμερα. Ίσω το καλύτερο νουάρ μετά την εποχή των νουάρ, συνοψίζεται στην οριστική αποτυχία του –όποιου- καλού με την φράση: «Forget it Jake, it’s Chinatown»

Η σιωπή των Αμνών (Silence of the Lambs, 1991)

 

Ένας από τους πιο κακούς Κακούς της μεγάλης οθόνης, ο δρ. Χάνιμπαλ Λέκτερ, βοηθάει μια νεαρή και φιλόδοξη πράκτορα του FBI (Τζόντι Φόστερ) για να βρει έναν μανιακό δολοφόνο- στο τέλος της ημέρας, το Καλό θα νικήσει το μικρό κακό, αλλά το μεγαλύτερο Κακό θα κερδίσει την παρτίδα. Ο Άντονι Χόπκινς σε έναν εμβληματικό ρόλο, θα κερδίσει το Όσκαρ με σκάρτα 15’ λεπτά εμφάνισης.

Bonnie and Clyde (1967)

Η ταινία του Άρθουρ Πεν αποτελεί ένα κινηματογραφικό κειμήλιο που όρισε μια ολόκληρη εποχή, ενώ καθιέρωσε τον Γουόρεν Μπίτι και την Φέι Νταναγούει ως το πιο ερωτεύσιμο ζευγάρι της μεγάλης οθόνης (στο νούμερο δυο, πάλι η Φέι Νταναγουέι αλλά αυτή τη φορά με τον Στιβ Μακουίν, και στο τρια πάλι η ίδια με τον Τζακ Νίκολσον. Τι, όχι;). Εδώ το Κακό κερδίζει στο τέλος, μόνο που το Κακό δεν είναι το ζευγάρι των ληστών- το κακό κραδαίνει τα ημιαυτόματα που γαζώνουν την αθωότητα και τον ρομαντισμό, το Κακό είναι το ίδιο το σύστημα.

Bonus: Οι πέντε πιο εμβληματικοί Σατανάδες της μεγάλης οθόνης!

5. Al Pacino στο «Ο δικηγόρος του Διαβόλου»

4. Robert deNiro στο «Δαιμονισμένο Άγγελο»

3. Tom Waits στο «Ο φανταστικός κόσμος του δρ. Παρνάσσους»

2. Jack Nicholson στο «Οι μάγισσες του Ίστγουικ»

1. Billy Crystal στο «Διαλύοντας τον Χάρι»

Εννοείται, δια χειρός Γούντι Άλεν.

Και για αποφώνηση, ο ένας και μοναδικός άνθρωπος που πρόλαβε να πουλήσει όντως την ψυχή του στον Διάβολο, μόνο και μόνο για να γεννηθούν τα blues.