Η γραμμή που ακολούθησε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, σχεδιάζοντας τη γεωμετρία της τραγωδίας, συγγενεύει περισσότερο με κλασική φόρμα. Αλλά αποκτά ενδιαφέρον η όλη απόδοση του θεατρικού δρώμενου, με κάποια στοιχεία «νεωτερικά» στο ύφος, τη μουσική και την κίνηση. Αυτά τα χρησιμοποιεί αποφορτίζοντας το ασήκωτο βάρος ενός δύσκολου θεματικού πυρήνα. Την τραγικότητα, την πλοκή που χαρακτηρίζει ολιστικά ένα ψυχολογικό θρίλερ, τον επιδιωκόμενο ορθολογισμό και την υπαρξιακή διερεύνηση, επιδέξια προσφέρει στο κοινό.

Ένα κοινό, αφοσιωμένο στη δράση και που είναι αμετάκλητα παρόν. Φωτίζονται με σαφή τρόπο και ερμηνεύονται ψυχαναλυτικά οι σκηνές που δείχνουν την ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στην παράβαση του ηθικού νόμου. Οι συνακόλουθες ψυχικές / συναισθηματικές κλιμακώσεις σκιαγραφούν ένα πεδίο «πράξης» με επίκεντρο το έλεος. Κωμικοτραγικά στοιχεία ανάμεσα στους δύο δούλους, τον Κορίνθιο και τον Θηβαίο, συμπληρώνουν το τελικό αποτέλεσμα ενός καλοδουλεμένου δράματος. Συμπερασματικά η σκηνοθετική οπτική οικοδομεί με ανθηρό τρόπο μια στέρεη και ατόφια θεατρική κατασκευή.

Ερμηνεία Οιδίποδα – Αποδόμηση τυράννου

Ο Δημήτρης Λιγνάδης, ώριμος, μεστός, άλλοτε με κίνηση δωρική και άλλοτε με πλουραλιστική, ανταποκρίνεται με εντέλεια στο ρόλο. Υπηρετεί τους συμβολισμούς με σύνεση, χωρίς φραστικές ακρότητες και επικίνδυνες καινοτομίες.. Διάφανη / δουλεμένη άρθρωση, «έμμετρη» δραματική ένταση, συμπαγής υπόκριση, βαθμιαίες ψυχολογικές μεταπτώσεις, πλαισιώνουν αριστοτεχνικά το υποδυόμενο πρόσωπο. Αξιοσημείωτη η ενεργειακή σκηνική του «κυκλοφορία», ικανή να μεταδώσει τα μηνύματα και να απο-συμβολίσει κάθε τι αμφίσημο, με το απαιτούμενο πάθος. Νερό ρέει άφθονο στη σκηνή και προειδοποιεί για την αυτόκλητη εξορία του Οιδίποδα και τον επικείμενο «εξαγνισμό» του. Συντετριμμένος ζητά τον οίκτο του Κρέοντα, τον οποίο προγενέστερα και κατά τη ροή του έργου επεδίωκε να θανατώσει. Συγκλονίζει το θεατή η κάθοδος του ανυποψίαστου τυράννου, – θύμα κακών συγκυριών- καθώς με πόνο και γενναιότητα κτίζει τη σκηνή της συντριβής.

Ανάλυση χαρακτήρων

Η Αμαλία Μουτούση ως Ιοκάστη, κινείται ανάμεσα στην αναγκαία θυμική ορμή και την ψύχραιμη συμπεριφορά. Θα έλεγε κανείς πως θα μπορούσε λίγο παραπάνω για μια τέτοια θεατρική περσόνα του δικού της βεληνεκούς. Επειδή ολόκληρη η ερμηνευτική της «εξάρτυση», παραπέμπει σε μία βαθιά εσωτερικότητα ξεγελάει φαινομενικά, για βραχύβιο βέβαια διάστημα. Νομίζεις δηλαδή πως δεν εξάντλησε την ευρεία γκάμα του ταλέντου της. Σε πλήρη αντίθεση με το «φαίνεσθαι» της ηρωίδας της, η έμπειρη ηθοποιός καταθέτει γενναιόδωρα το δικό της σφριγηλό θεατρικό αποτύπωμα. Υπηρετεί με ζήλο, μέτρο, αισθαντική δύναμη και ευσυνειδησία το δραματουργικό υπόβαθρο του έργου.

Ο Κρέων του Νίκου Χατζόπουλου δεν αποδόθηκε έτσι ώστε να φανεί η ισχύς της προσωπικότητας του ήρωα, που προοικονομεί τη δύναμη του μετέπειτα ισχυρού άντρα. Η λεκτική απόχρωση, ανεπαρκώς στιβαρή, δε συνάδει με τη δυναμική του λόγου. Ξεχώρισαν οι Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, ως Τειρεσίας, Γιώργος Ψυχογιός, ως θεράπων του Λαΐου και Νικόλαος Χανακούλας, ως εξάγγελος. Ο Γιωργής Τσουρής, σκηνικά αυτοτελής, με το παραδοσιακό τραγούδι «Ποιος είν´ αυτός;», συγκινεί με την ευφωνία και τη μουσική του επάρκεια. Η όλη υποκριτική του ευχέρεια, ως μέλος του χορού, δεν περνάει απαρατήρητη.

Αξιολόγηση

Πρόκειται για μια πυκνή σε λόγο, έκφραση και κίνηση δημιουργία που στα βασικά της σημεία σε αποζημιώνει με την αδιαμφισβήτητη ποιότητά της. Ο λόγος, μέσα από την καθόλα άρτια και υποδειγματική μετάφραση του Γιάννη Λιγνάδη, δεσπόζει στη σκηνή, υποστηρίζοντας την αυθεντικότητα του δράματος. Οι μουσικές συνθέσεις παραπέμπουν σε παραδοσιακά ελληνικά ακούσματα, με ψήγματα εκκλησιαστικών ρυθμών και ηπειρώτικα μοιρολόγια. Έτσι συνυφαίνονται άψογα με το λυρικό στοιχείο, τα «κομβικά» τοπία και τις έντονες κορυφώσεις της τραγωδίας. Οι ενστάσεις αφορούν στα κοστούμια του χορού, στην κόμμωση της Ιοκάστης και στο κοστούμι του Τειρεσία που αποπνέει αύρα ερεβώδη. Επίσης κάποιοι ηθοποιοί του χορού δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς σε σχέση με άλλους στην εξέλιξη του καλλιτεχνικού προϊόντος. Ως σύνολο, όμως, η παρουσία του χορού προώθησε επάξια την προοδευτική βελτίωση της πλοκής, με πλήθος καταιγιστικών εικόνων και ηχοχρωμάτων. Τα κεραμικά ομοιώματα βρεφών, παρά την πολύπλευρη σημειολογική τους διάσταση, αισθητικά εναρμονίζονται αμυδρά με το κάλλος και την καθαρότητα της παράστασης.

Ενδιαφέροντα σκηνικά / αξιοπρόσεκτα κοστούμια Πάρις Μέξης, προσεγμένοι φωτισμοί Αλέκος Γιάνναρος, επιβλητική μουσική Μίνως Μάτσας, φιλολογικός σύμβουλος Νίκος Μανουσάκης, εύρυθμη κίνηση Κική Μπάκα και σωστή φωνητική διδασκαλία Κατερίνα Κοζαδίνου.

Αποσπάσματα

«Ποιος είμαι;»
«Ο Πολύβιος δεν ήτανε πατέρας σου»
«Η αλήθεια μόνο έναντι θανάτου δίδεται».
«Αν θέλεις το καλό σου μην ψάχνεις, μην προσπαθείς να μάθεις ποιος είσαι».

«Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή, μία αριστουργηματική τραγωδία, αξιόλογη για τη δομή της, διαχρονική για το απότοκό της, χωρίς καμία ηθικοπλαστική πρόθεση. Από την αλαζονεία στην ταπεινότητα, μία χρήσιμη γέφυρα ορθολογικής σκέψης και συμπεριφοράς. Η μοίρα του Οιδίποδα μας ξυπνά από το λήθαργο του «ιδιώτη» και μας θυμίζει την έννοια του πολίτη. Παρακαταθήκη, η κάθε κοινωνία να στηρίζεται σε σεμνούς / υπεύθυνους ανθρώπους. Ανθρώπους που θα αναζητούν την αλήθεια και θα πληρώνουν οδυνηρά το οποιοδήποτε τίμημα του πεπρωμένου (;) ή της επιλογής τους.


Διαβάστε επίσης:

Αμαλία Μουτούση: Η τέχνη είναι πράγμα της καρδιάς μου

Ο «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή ταξιδεύει στην Ελλάδα