Το έργο
Σύμφωνα με την «Ποιητική» του Αριστοτέλη, ο «Οιδίποδας Τύραννος» αποτελεί το τέλειο έργο, καθώς η σύνθεση του μύθου και της πλοκής είναι περίπλοκη και όχι απλώς σύνθετη, ενώ παράλληλα στο μύθο δεν υπάρχει κάτι που να μένει χωρίς εξήγηση, «αδικαιολόγητο να μην υπάρχει τίποτα στην πλοκή του μύθου και αν υπάρχει να βρίσκεται έξω από την τραγωδία, όπως στον Οιδίποδα του Σοφοκλή» (Αριστοτέλους, «Ποιητική». Μετ. Στάθης Ιω. Δρομάζου. Κέδρος, 1982: 275). Συνεπώς, η Σοφόκλεια τραγωδία δύναται να προκαλέσει, κατά τον Αριστοτέλη, «φόβο» και «οίκτο», αποτελώντας «δείγμα καλύτερου ποιητή» (Αριστοτέλους, Ποιητική». Μετ. Στάθης Ιω. Δρομάζου. Κέδρος, 1982: 263).
Ο Οιδίποδας, ο οποίος κατάγεται από τον οίκο των Λαβδακιδών, ήταν γιος του βασιλιά της Θήβας, Λάιου. Ενώ όμως η βασίλισσα Ιοκάστη κυοφορούσε ακόμα τον Οιδίποδα, ο Λάιος έλαβε χρησμό κατά τον οποίο, το παιδί που επρόκειτο να γεννηθεί θα σκότωνε τον ίδιο και θα πλάγιαζε με τη μητέρα του. Έτσι, αμέσως μετά τη γέννηση του μωρού, ο βασιλιάς διέταξε έναν βοσκό να το πετάξει από τον Κιθαιρώνα. Προηγουμένως, είχαν τρυπήσει και δέσει μεταξύ τους τα πόδια του μωρού, το οποίο και ονομάστηκε Οιδίποδας (οίδημα+πους-πόδι).
Στον εικοστό-πρώτο αιώνα, ο Ρόμπερτ Άικ διασκεύασε τη Σοφόκλεια τραγωδία μεταφέροντας και προσαρμόζοντάς την απόλυτα στη σημερινή εποχή. Εν προκειμένω, ο Βρετανός συγγραφέας ανέδειξε τη διαχρονικότητα της αρχαιοελληνικής τραγωδίας, ενώ παράλληλα φώτισε τις σύγχρονες πτυχές του Οιδιπόδειου δράματος. Πέτυχε επίσης να δημιουργήσει αγωνία για την τύχη του ήρωα, αναβιώνοντας τον Αριστοτελικό ‘έλεο’ και ‘φόβο’. Τέλος, με το κείμενό του έδωσε λογικές απαντήσεις στο, κατά τον Αριστοτέλη, «αδικαιολόγητο» στοιχείο, το οποίο λαμβάνει χώρα εκτός της τραγωδίας. Πιο συγκεκριμένα, στη συζήτηση την οποία δεν έκαναν πρωτύτερα ο Οιδίποδας και η Ιοκάστη σχετικά με το θάνατο του Λάιου. Ο συγγραφέας στο μέρος αυτό όχι μόνον παρείχε ενδιαφέρουσες εξηγήσεις, αλλά αφενός, τις προσάρμοσε στα σημερινά δεδομένα και αφετέρου, άνοιξε έναν νέο δραματουργικό κύκλο αναφερόμενος στο φλέγον ζήτημα της παιδικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης.
Η παράσταση
Ο Άικ με αυτή του τη σκηνοθεσία παρέδωσε στο αθηναϊκό κοινό μια παράσταση πλήρη, από κάθε άποψη. Τοποθετώντας τη δράση στα γραφεία ενός πολιτικού συνδυασμού, εν αναμονή των αποτελεσμάτων μιας εκλογικής αναμέτρησης, ανέδειξε τη σημασία της πολιτικής και του καλού ηγέτη, αφού και η Σοφόκλεια τραγωδία εκκινεί με τον λαοφιλή και αποτελεσματικό Οιδίποδα, τον οποίο αγαπάει η πόλη του. Η παράσταση του Άικ υπογραμμίζει τη διαχρονική σημασία της πολιτικής αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας έως και τον εικοστό πρώτο αιώνα, δεδομένου του ελλείματος αξιόπιστων πολιτικών σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο σκηνοθέτης λοιπόν θέτει στο επίκεντρο τόσο της παράστασης, όσο και του έργου τον χαρακτήρα του ήρωα, γύρω από τον οποίο πλέκεται όλη η δράση. Επιβεβαιώνει με αυτό τον τρόπο τη Σοφόκλεια θεώρηση της τραγωδίας, κατά την οποία ο άνθρωπος πασχίζει να ανατρέψει την, ήδη προδιαγεγραμμένη, μοίρα του. Η προσπάθειά του αυτή άλλωστε, κατά τον Σοφοκλή, είναι που τον καθιστά τραγική φιγούρα, αλλά και ανθρώπινο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Εξαιρετικής σκηνοθετικής σύλληψης ήταν επίσης η επί σκηνής αντίστροφη μέτρηση η οποία άρχισε με την έναρξη της παράστασης και συνεχίστηκε έως και την αποκάλυψη της αλήθειας υπογραμμίζοντας έτσι τη σημασία του χρόνου, όπως έχει ήδη αποτυπωθεί στην αρχαιοελληνική γραμματεία. Ο Άικ χρησιμοποίησε προς όφελος της παράστασης την πρότερη γνώση του κοινού αναφορικά με την έκβαση του μύθου. Έτσι, πορεύθηκε σε μια καβαφικής συλλογιστικής σκηνοθεσία, φωτίζοντας τις «περιπέτειες» και «γνώσεις» της διαδρομής που ακολούθησε ο ήρωας προκειμένου να οδηγηθεί στην αποκάλυψη της αλήθειας.
Οι Ηθοποιοί
Ο Νίκος Κουρής (Οιδίποδας) ενσάρκωσε με ρεαλισμό τόσο τον παντοδύναμο, αρχικά, ηγέτη, όσο και το εγκαταλελειμμένο βρέφος που σπαρακτικά αποζητά τη μητέρα του. Η Καριοφυλλιά Καραμπέτη (Ιοκάστη) με μοναδική υποκριτική δεινότητα απέδωσε το δύσκολο ρόλο της μάνας-συζύγου. Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι συνεργάστηκε αγαστά προκειμένου να δείξει την τραγικότητα που κρύβει αυτό το σμίξιμο, προκαλώντας ρίγη συμπάθειας στο κοινό το οποίο μαγνητίστηκε από τον αρχετυπικό τους δεσμό. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος (Κρέων) με την ψύχραιμη, μετρημένη και λελογισμένη του παρουσία απέδειξε, για άλλη μια φορά, τις υποκριτικές του ικανότητες. Η Ράνια Οικονομίδου (Μερόπη) με το ρόλο που υποδύθηκε ισορρόπησε την αρχαία τραγωδία με τη σύγχρονη διασκευή της, καθώς με μοναδική μαεστρία κινήθηκε μεταξύ τραγικού και, ενίοτε, κωμικού, επιφορτίζοντας το ρόλο της με έντονη σημειολογική και δραματουργική σημασία. Πολύ καλός ήταν επίσης ο Κώστας Νικούλι (Τειρεσίας), ενώ η απλότητα του Σωκράτη Πατσίκα (Οδήγος) παρέπεμψε σημειολογικά στο ρόλο του λαού στο εκάστοτε παιχνίδι της εξουσίας. Οι ηθοποιοί που ενσάρκωσαν τα τρία παιδιά του Οιδίποδα και της Ιοκάστης υπήρξαν επίσης εξαιρετικοί: Δανάη-Αρσενία Φιλίδου (Αντιγόνη), Γιώργος Ζιάκας (Ετεοκλής) και Γιάννης Τσουμαράκης (Πολυνείκης). Ο Γ. Τσουμαράκης επιφορτίστηκε επίσης να φέρει εις πέρας έναν δύσκολο ρόλο, και το κατάφερε επάξια, καθώς κλήθηκε να υπερασπισθεί την ερωτική και προσωπική ελευθερία των ανθρώπων στον εικοστό-πρώτο αιώνα. Ο Τάκης Σακελλαρίου (Μέντωρ), όπως και η Χαρά Γιώτα (Ιόλη) υπογράμμισαν και ανέδειξαν σημαντικές στιγμές του έργου, μολονότι κινήθηκαν σε δευτερεύοντες δραματουργικά ρόλους.

Οι Συντελεστές
Η εξαιρετική διασκευή της τραγωδίας που έκανε ο Ρόμπερτ Άικ συνοδεύθηκε από μια ανάλογης αξίας μετάφραση στα Ελληνικά (Νίκος Χατζόπουλος). Το σκηνικό (Hildegard Bechtler) μαγνήτιζε το κοινό τόσο με τη λειτουργικότητα και το ρεαλισμό του, όσο και με την καλλιτεχνική του αξία. Εξίσου σύγχρονα και υψηλής αισθητικής ήταν τα κοστούμια της παράστασης (Wojciech Dziedzic). Συνολικά, η όψις της παράστασης αφενός, τοποθετούσε εξ αρχής το κοινό στο χρόνο δράσης του έργου και αφετέρου, κατείχε αυτούσια σημειολογική αξία. Ενδεικτικό είναι ότι στο τέλος φανερώθηκε η σημασία του χρόνου, καθώς και του χώρου και των αντικειμένων του, στη δόμηση της ανθρώπινης διαδρομής στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Η σταδιακή απομάκρυνση των σκηνικών αντικειμένων από το χώρο οδήγησε τον ήρωα εκεί που βρισκόταν εξ αρχής, δηλαδή στο κενό, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μόνον που κατά την επίπονη και κοπιαστική διαδρομή απόκτησης υλικών αγαθών, εξουσίας και ισχύος, ο ήρωας έχασε την ουσία της ζωής, γεγονός που τον οδήγησε και στην αναζήτηση της ταυτότητάς του. Ο συγγραφέας-σκηνοθέτης λοιπόν θέλησε να δείξει ότι το ανελέητο κυνήγι των εφήμερων αγαθών οδηγεί τον άνθρωπο σε μια αναζήτηση που εν τέλει τον φέρνει αντιμέτωπο με την, αναπόφευκτη, μοίρα του.
Εν κατακλείδι
Ο Άικ με τον «Οιδίποδά» του απέδειξε τη διαχρονικότητα των μηνυμάτων των έργων της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Με κάποιες δραματουργικές προσθήκες ή μετατροπές στον αρχικό μύθο, τον οποίο δεν τροποποίησε στο ελάχιστο ο Άικ, υπογράμμισε τη σημασία των νοημάτων της πρωτότυπης τραγωδίας. Ζητήματα τα οποία ανέδειξε ο Βρετανός συγγραφέας-σκηνοθέτης, όπως αυτά της πολιτικής αξιοπιστίας, αλλά και της απόκρυψης στοιχείων από το λαό προϋπήρχαν στο Σοφόκλειο κείμενο. Επιπλέον, τα πρόσωπα τα οποία προστέθηκαν στο έργο, όπως για παράδειγμα η Μερόπη, αναφέρονται στο μύθο μολονότι δεν περιλαμβάνονται στην αρχαία τραγωδία.
Ο Άικ βαδίζοντας στα βήματα των αρχαίων τραγικών, άντλησε από τη δεξαμενή των παγκόσμιων αρχετυπικών μύθων και, όπως οι αρχαίοι τραγικοί, με κάποιες επιμέρους αλλαγές αντιμετώπισε την πλοκή του έργου του. Περίτρανο, ανάλογο παράδειγμα, ο Ευριπίδης ο οποίος παρουσίασε τη Μήδεια να σκοτώνει τα παιδιά της, ενώ, σύμφωνα με τον Albin Lesky (Η Τραγική Ποίηση των Αρχαίων Ελλήνων. Μετ. Ν. Χουρμουζιάδης. ΜΙΕΤ, 1989: 52), ο μύθος ανέφερε ότι η ηρωίδα προσπαθώντας «να κάνει τα παιδιά της αθάνατα» τα σκότωσε, ακούσια. Αντίστοιχο και το παράδειγμα του Αισχύλου, ο οποίος μετέτρεψε την Κλυταιμνήστρα σε ιθύνοντα νου, αλλά και φονιά του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας, ενώ στην «Οδύσσεια» του Ομήρου ήταν «απλώς ένα ανδρείκελο» (Wolfe, Rachel M.E. “Woman, Tyrant, Mother, Murderess”. Women’s Studies. Routledge, 2009: 693) στα χέρια του Αίγισθου.
Ο Ρόμπερτ Άικ έχει αποδείξει, τόσο με την αριστουργηματική διασκευή της Αισχύλειας «Ορέστειας», όσο και τώρα στον «Οιδίποδα» ότι γνωρίζει πολύ καλά την αρχαία τραγωδία. Με περισσή φροντίδα για το παρελθόν και πολύ καλά αντανακλαστικά για το παρόν, το έργο του είναι υποδειγματικό δραματουργικά, αλλά και σκηνοθετικά, καθιστώντας την παράσταση ανεκτίμητης αξίας.
Photo Credit: Ανδρέας Σιμόπουλος
Διαβάστε επίσης:
Η Στέγη παρουσιάζει τον Οιδίποδα του Robert Icke με ελληνικό θίασο
Τρεις προσβάσιμες παραστάσεις στην Στέγη για τον «Οιδίποδα» του Robert Icke