Νικόλας Παπαδομιχελάκης

Η υπόθεση Λάραμι αποτελείται από δύο έργα, το ένα αφορά το 1998, καλύπτει τον ένα χρόνο απ’ τη δολοφονία του νεαρού Μάθιου Σέπαρντ, μέχρι και την καταδίκη των δύο ενόχων, το δεύτερο έργο γράφεται δέκα χρόνια αργότερα και προσπαθεί να ανακαλύψει τι έχει μείνει απ’ όλη αυτή την ιστορία στην πόλη που συνέβησαν όλα. Έτυχε να διαβάσω τα δύο έργα με χρονική απόσταση σχεδόν ενός μήνα. Το πρώτο έργο μου φάνηκε σαν βίαιο αστυνομικό ρεπορτάζ για τον θάνατο ενός παιδιού, το όνομα του οποίου δεν είχα ξανακούσει. Στην Ελλάδα όμως έχουμε αντίστοιχα ονόματα. Ζακ Κωστόπουλος, Βαγγέλης Γιακουμάκης, Έλενα Τοπαλούδη.

Έχοντας μεγαλώσει σε μια επαρχιακή πόλη που είναι δύσκολο να είναι κάποιος ανοιχτά γκέι, ζώντας στην Αθήνα που είναι δύσκολο να είσαι ανοιχτά γκέι, όσο περισσότερο διάβαζα έκανα συνδέσεις της κοινωνίας του Λάραμι με τη δική μας «κανονική» κοινωνία και δυσανασχετούσα. Όταν διάβασα το λόγο του Ντενις Σέπαρντ, πατέρα του Μάθιου, στο δικαστήριο, έβαλα τα κλάματα. Αλλά έμεινα με μια αίσθηση αισιοδοξίας, ότι αποδόθηκε δικαιοσύνη και ξεκίνησε ένας γόνιμος διάλογος.

Διάβασα το δεύτερο έργο λίγες εβδομάδες αργότερα, είχαμε ήδη αρχίσει να κάνουμε τις πρώτες πρόβες οπότε ήμουν κάπως πιο υποψιασμένος. Το δεύτερο έργο δεν είναι αισιόδοξο. Βλέπεις μια κοινωνία που προσπαθεί να ξεχάσει και παραποιεί εσκεμμένα την ιστορία. Ένα νεαρό παιδί δολοφονείται άγρια λόγω της σεξουαλικότητάς του το 1998, και δέκα χρόνια μετά στην ίδια πόλη βλέπεις ανθρώπους να λένε «Άκουσα ότι προκαλούσε την τύχη του». Κι απ’ την άλλη, βλέπεις ανθρώπους που συνεχίζουν να υπερασπίζονται ό,τι είναι δίκαιο, να παλεύουν το σκοτάδι με όσες δυνάμεις έχουν. Η μητέρα του Μάθιου Σέπαρντ γίνεται μια τέτοια εμβληματική φιγούρα. Μετά από δέκα χρόνια αγώνα, το 2009 παρακολουθεί από κοντά τον Πρόεδρο των ΗΠΑ να υπογράφει το νομοσχέδιο «Μάθιου Σέπαρντ και Τζέημς Μπέρντ» κατά των εγκλημάτων μίσους. Ένιωσα ότι αξίζει να ειπωθεί αυτή η ιστορία.

Ειρήνη Φαναριώτη

Αυτά που ένιωσα όταν διάβασα το έργο για πρώτη φορά ήταν ανάμεικτα. Από τη μία ένιωσα τυχερή και ανακουφισμένη που θα παιζόταν επιτέλους ένα έργο με ένα τέτοιο θέμα, στην Ελλάδα. Κι από την άλλη ένα βάρος στην ψυχή μου για όλους όσοι έχουν χαθεί για να μάθουμε εμείς, για να διδαχθούμε εμείς μέσα από την απώλεια. 20 σχεδόν χρόνια απ’ τη δολοφονία του Μάθιου Σέπαρντ στην Αμερική και 10 χρόνια απ’ την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα Εγκλήματα Μίσους από τον Μπαράκ Ομπάμα και στην Ελλάδα ακόμη μιλάμε για τα βασικά. Ο διάλογος τώρα αρχίζει δειλά δειλά αλλά ίσως ποτέ δεν είναι αργά.

Αλέξανδρος Σιάτρας

Με συνεπήρε, τόσο απλά! Θυμάμαι να μην μπορώ να πάρω τα μάτια μου από το κείμενο και να αφήσω το κείμενο από τα χέρια μου. Είναι απίστευτο πώς η εναλλαγή από πρόσωπο σε πρόσωπο κλιμακώνει την ένταση και πώς μέσα από αυτά τα πρόσωπα, δημιουργείται ένα ξεχωριστό είδος ποίησης γύρω από ένα τόσο δυσάρεστο γεγονός, που στιγμάτισε την ιστορία της Αμερικής και επηρέασε όλο τον κόσμο.

Ελεάννα Στραβοδήμου

Οι μαρτυρίες υπαρκτών προσώπων μου ασκούν φοβερή επίδραση είτε τις προσλαμβάνω ως αναγνώστης, είτε ως θεατής ντοκιμαντέρ και θεάτρου ντοκουμέντου, είτε τις ακούω δια ζώσης. Οπότε, στην πρώτη ανάγνωση της «Υπόθεσης Λάραμι» και μόνο που διάβαζα ένα έργο γραμμένο από την πρώτη σελίδα με πραγματικές μαρτυρίες, ανέβαζα θερμοκρασία, από τις πρώτες σελίδες. Προσθέστε την αγωνία που σε πιάνει με τα καλογυρισμένα θρίλερ, παρόλο που τα στοιχεία της υπόθεσης μου ήταν ήδη γνωστά. Μας τα είχε μεταφέρει ο Άρης πριν διαβάσουμε το έργο. Ένα κοινωνικοπολιτικό θρίλερ που ξεκινά από μια δολοφονία και καταλήγει στην ψήφιση ενός νόμου. Η αγωνία έχει να κάνει με τον αριστοτεχνικό τρόπο σύνθεσης των στοιχείων από τον συγγραφέα Μ. Κάουφμαν. Διάβαζα τα λόγια, την πορεία σκέψης και συναισθημάτων υπαρκτών προσώπων.

Είναι περίεργο, ίσως να έχει να κάνει και αυτό με τη σύνθεση, αλλά μου καρφώθηκε από την πρώτη ανάγνωση η εικόνα ενός ταμπλό, όπως στα επιτραπέζια παιχνίδια. «Το Λάραμι», μία μέχρι εκείνη τη στιγμή άγνωστη για μένα επαρχιακή αμερικάνικη πόλη. Και πάνω στο ταμπλό άρχισαν να κινούνται αστυνομικοί, μπάρμαν, γονείς, δημοσιογράφοι, δικαστές, πολιτικοί, καθηγητές, τους έβλεπα να κινούνται σαν μηχανισμός καλοπαιγμένης παρτίδας. Ενός «παιχνιδιού» που μόνο με εισαγωγικά μπορεί να γραφτεί, καθώς κόστισε τη ζωή ενός ανθρώπου και επηρέασε τις ζωές πολλών άλλων, θετικά ή αρνητικά. Μια κάτοικος είχε πει «σκέφτομαι συχνά ότι δύο άνθρωποι, δύο παιδιά μπόρεσαν να προκαλέσουν τόσο πόνο σε τόσο πολλούς ανθρώπους». Όταν στο τέλος της ανάγνωσης είδα τη μεγάλη εικόνα, σαν να λέμε το ταμπλό από ψηλά, με έπιασε δέος μπρος στην ευθύνη του να προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε αυτή την υπόθεση. Και αύξουσα προσμονή να αφηγηθούμε αυτά τα λόγια αυτών των ανθρώπων.

Θάνος Τσακαλίδης

Νομίζω πως η πρώτη οργανική μου αντίδραση διαβάζοντας το έργο, ήταν να ζωγραφιστεί μια τεράστια έκπληξη στο πρόσωπό μου. Ήταν σαν να έβλεπα μια αστυνομική σειρά με πολλή αγωνία, που από τη μέση και μετά πήγαινε τελείως αλλού. Διάβαζες παρακάτω και σκεφτόσουν: ώπα, από πού προέκυψε τώρα αυτό; Νιώθεις στην αρχή ότι αντικειμενικά λυπάσαι για ό,τι συνέβη σε αυτό το παιδί, ως άνθρωπος δείχνεις συμπόνια και κατανόηση και όλο αυτό εξελίσσεται, σιγά σιγά, σε οργή και απορία. Πολλές φορές ένιωσα να σφίγγεται το στομάχι μου προσπαθώντας ν’ αποφύγω να φανταστώ με λεπτομέρεια τι πραγματικά συνέβη εκείνη τη νύχτα. Διάβαζα και ξαναδιάβαζα το έργο και άρχισα να συνειδητοποιώ ότι όντως πρόκειται για μια πραγματική ιστορία, για ανθρώπους που είναι υπαρκτά πρόσωπα και για ένα νέο παιδί που δεν ζει πια. Μπορείς δυστυχώς να τοποθετήσεις αυτήν την υπόθεση στην εποχή μας και τη χώρα μας ή οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Το πιο σοκαριστικό για μένα, ήταν η επιβεβαίωση ότι οι παθογένειες των αντανακλαστικών της κοινωνίας σε περιπτώσεις αδικίας, έχουν περιοριστεί ελάχιστα σε σχέση με αυτό που πραγματικά μπορούμε να καταφέρουμε ως ανθρωπότητα.

Ελένη Ζαχοπούλου

Η πρώτη φορά που άκουσα για την Υπόθεση Λάραμι, ήταν το καλοκαίρι, όταν ο Άρης Λάσκος άρχισε να μου εξηγεί την υπόθεση του έργου. Η ιστορία είναι αρκετά ιδιαίτερη, οπότε, από τότε μου είχε τραβήξει το ενδιαφέρον. Όμως, όταν πήρα το κείμενο στα χέρια μου, συνειδητοποίησα ό,τι αυτό, δεν είναι απλά μία ιστορία ενός βάναυσου ξυλοδαρμού και δολοφονίας, αλλά έχει περίπλοκες προεκτάσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Το έργο είναι καταιγιστικό, τα πρόσωπα εναλλάσσονται τόσο γρήγορα που στο τέλος δεν έχει σημασία ποιος είπε τι, αλλά τι ειπώνεται κάθε φορά, το ζητούμενο είναι η πληροφορία, και κατ’ επέκτασιν, η διαστρέβλωση ή η παραποίησή της. Το συναίσθημα που είχα εξ αρχής και συνεχίζω να έχω είναι ένα δέος ως προς το μέγεθος του ίδιου του γεγονότος, αλλά και των όσων επακολούθησαν αυτού. Και ταυτόχρονα μία ανάγκη να πούμε αυτή την ιστορία όσο καλύτερα μπορούμε, γιατί πράγματι, μας αφορά όλους.


Διαβάστε επίσης:

Υπόθεση Λάραμι, από τον Άρη Λάσκο στο Θέατρο Σφενδόνη