Φλεβάρης, ο μήνας με τις λιγότερες ημέρες…

Άραγε πως μπορεί να νιώθει κάποιος που αισθάνεται λειψός; Κάποιος που μπορεί να νιώθει διαφορετικός και λίγος σε σχέση με τους διπλανούς του; Αξίζει τελικά να το βάζουμε στα πόδια ή υπάρχει κάτι που μπορεί να μας κάνει να είμαστε εξίσου χρήσιμοι και μοναδικοί με όλους τους άλλους;

Περνούσα  πολλές φορές έξω από το γενικό βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Σαββάλας και πάντα με εντυπωσίαζαν η φωτεινότητα του χώρου και οι σχολικές κυρίως αναμνήσεις που το όνομα Σαββάλας έφερνε στο μυαλό μου.  Η προτεραιότητα των  προσωπικών μου υποχρεώσεων όμως συνεχώς μου ανέβαλε μια επίσκεψη στο εσωτερικό του. Η ζωή όμως έχει αποδείξει ότι δεν πρέπει να αναβάλουμε για αύριο αυτά που μπορούμε να κάνουμε σήμερα, πόσο μάλλον σε ό,τι έχει σχέση με τη γνώση. Για το λόγο αυτό και πέρασα πολλές φορές, τις τελευταίες ημέρες,  τη φιλόξενη πόρτα των εκδόσεων Σαββάλας και στην τελευταία μου επίσκεψη πήρα μαζί και την φωτογραφική μου μηχανή. Γιατί αυτήν τη φορά, είχα έρθει για να μείνω…

Στο βιβλιοπωλείο με υποδέχτηκε ο Νίκος Δραμουντάνης και αμέσως μας έκανε να αισθανθούμε σαν το σπίτι μας.

Λίγο πριν στην παρέα μας προστεθεί και η φιλοξενούμενη συγγραφέας Γιολάντα Τσορώνη – Γεωργιάδηκαι μας μιλήσει για το παραμύθι του ΓλεντζοΦλέβαρου, πρόλαβα να πάρω τις βασικές πληροφορίες που χρειαζόμουν  για το χθες, το σήμερα και το μέλλον του εκδοτικού οίκου.

«Οι Εκδόσεις Σαββάλας ιδρύθηκαν το 1981 από τους εκπαιδευτικούς Άγγελο Σαββάλα και Σπύρο Σαββάλα. Το Βιβλιοπωλείο Σαββάλας στην Αθήνα ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1992, ενώ το αντίστοιχο στη Θεσσαλονίκη το 2000. Στόχος μας στις ΕκδόσειςΣαββάλας είναι να δημιουργούμε εύχρηστα, πρωτότυπα, έγκυρα, σωστά δομημένα και επιμελημένα βιβλία, εργαλεία πολύτιμα στα χέρια των παιδιών, των εκπαιδευτικών και των γονέων. Τα παιδικά βιβλία μας έχουν στόχο, πέρα από την ψυχαγωγία, να συμβάλουν στην εκπαίδευση, τη μόρφωση, την ανάπτυξη δεξιοτήτων, τη φιλαναγνωσία, την ενσυναίσθηση και την κοινωνική ευαισθητοποίηση του παιδιού.  Στις Εκδόσεις Σαββάλας  είμαστε πεπεισμένοι ότι, ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς, αντιλαμβάνονται πως η μόρφωση των παιδιών μας είναι εφόδιο ζωής στο οποίο και πρέπει να επενδύουμε. Το κόστος ενός βιβλίου είναι πολύ μικρό, ενώ το όφελος που αποκομίζει ο αναγνώστης από αυτό είναι τεράστιο… Η ανταπόκριση των αναγνωστών στα βιβλία μας και τα θετικά μηνύματα που διαρκώς λαμβάνουμε αποδεικνύουν ότι οι κόποι και οι συνεχείς προσπάθειές μας να δημιουργούμε πρωτότυπα και ποιοτικά βιβλία αποδίδουν καρπούς. Είμαστε περήφανοι που οι Εκδόσεις Σαββάλας όντως αποτελούν στη συνείδηση των αναγνωστών σημείο αναφοράς στο καλό βιβλίο».

 

Και ένα τέτοιο ξεχωριστό βιβλίο, που ζήλεψα από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, κρατώ στα χέρια μου σήμερα, έχοντας δίπλα μου την συγγραφέα του.

Η Γιολάντα Τσορώνη, είναι από εκείνους τους ανθρώπους που θες να έχεις δίπλα σου γιατί θα μπορούσε να είναι η χαμογελαστή φίλη σου, η καλόκαρδη γειτόνισσα, ένας από εκείνους τους ανθρώπους που έχει πάρει και έχει δώσει τόση αγάπη, που δεν χρειάζεται να αποδείξει απολύτως τίποτα και σε κανέναν.

Τι όμως την οδήγησε στη συγγραφή αυτού του τόσο ξεχωριστού και πρωτότυπου βιβλίου, ονειρευόταν να γίνει συγγραφέας από παιδί και πόσο σημαντικό είναι να μπαίνουν τα σωστά βιβλία στην παιδική βιβλιοθήκη;

«Ευχαριστώ θερμά για τα καλά σας λόγια… Έχω γράψει αρκετά βιβλία για τη Διαφορετικότητα είναι η αλήθεια, σε αυτό όμως ήθελα να προσεγγίσω το θέμα από άλλη οπτική γωνία. Έτσι έψαχνα κι έναν ήρωα  πρωτότυπο… Η επί μακρόν ενασχόλησή μου στη Λαογραφία με οδήγησε κάποια στιγμή να σκεφτώ τον Φεβρουάριο για τον ήρωα που αναζητούσα, μιας κι οι άνθρωποι «τσιγκουνεύτηκαν» να δώσουν και σε αυτόν τις μέρες που χάρισαν στα αδέρφια του κι έτσι έμεινε «κουτσός». Τον θεώρησα ιδανικό, λοιπόν,  όχι  μόνο  για να  αναδείξω,  μέσω  της  μειονεξίας του  αυτής,  τις πτυχές που ήθελα, αλλά και για να βοηθήσω τα παιδιά να κατανοήσουν στη γραμμή του χρόνου πόσο σημαντικά είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε μήνα για τη Φύση και τον άνθρωπο…  Η ιδιότητά μου ως δασκάλας ήταν μάλλον εκείνη που μου έδειξε τον δρόμο της συγγραφής για δύο κυρίως λόγους: αφενός γιατί έπρεπε να επινοήσω ιστορίες για τις ανάγκες αντιμετώπισης διαφόρων προβλημάτων μέσα στην τάξη, αφετέρου γιατί ένα από τα καινοτόμα εκπαιδευτικά προγράμματα που είχα  αναλάβει πριν   από   πολλά  χρόνια   με   τους μαθητές  μου  στάθηκε   αιτία   να γνωρίσω  καταξιωμένους   συγγραφείς,  οι  οποίοι, διαβάζοντας κάποια πρωτόλειά μου, με παρακίνησαν να ασχοληθώ περαιτέρω. Τα καμώματα,   οι   φοβίες, οι προβληματισμοί   των   παιδιών   στάθηκαν   αφορμή   να γραφτούν πολλά από τα βιβλία μου, ωστόσο η παρατήρηση της φύσης –με την ευρεία   της   έννοια–   και τα κοινωνικά προβλήματα αποτελούν   κυρίαρχες   πηγές έμπνευσής μου.

 

Ο όρος «σωστά βιβλία» έχει, κατά τη γνώμη μου, διπλή ανάγνωση. «Σωστά» για ποιον; Για το παιδί ή για τον ενήλικο γονέα; Και ποιος θα τα επιλέξει; Προσωπικά υιοθετώ την άποψη της Παιδαγωγικής  που   λέει πως   το  παιδί πρέπει να χαίρει ελευθερίας επιλογής για ό,τι θα ήθελε να διαβάσει (με γνώμονα την ηλικία του ασφαλώς), ώστε κι αν ακόμα αυτά που θα διαλέξει αποδειχτούν σκύβαλα, εκείνο ζημιωμένο δε θα βγει, θα έχει καλλιεργήσει το κριτήριο αποδοχής ή απόρριψης των κειμένων. Ωστόσο για να φτάσει στο σημείο αυτό, θα χρειαστεί κάποιος χρόνος. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να πιάνει το παιδί στα χέρια του το βιβλίο. Κάποια στιγμή θα αποκρυσταλλώσει γνώμη περί «καλού βιβλίου» και θα κάνει το… ξεκαθάρισμα της βιβλιοθήκης του».

 

 

Η συνάντηση με την Γιολάντα Τσορώνη – Γεωργιάδη, είναι από μόνη της μια πολύ απρόσμενα ευχάριστη εμπειρία.

Συνεχώς χαμογελαστή, με χιούμορ, με την αύρα που μόνο σε νέους ανθρώπους συναντάς, έχει την άνεση να σου μιλάει για πολύ σοβαρά θέματα και ταυτόχρονα να νιώθεις πως όλα μπορούν τελικά να πάνε καλά. Στις τελευταίες μου ερωτήσεις  αναρωτιέμαι αν την αγχώνει η σημερινή κατάσταση της χώρας, αν θα εγκατέλειπε ποτέ την Αθήνα, αν ο Φλεβάρης είναι τελικά ο δικός της αγαπημένος μήνας και αν το διαφορετικό είναι κάτι που τα παιδιά θα πρέπει να μαθαίνουν και να «πλησιάζουν» από νωρίς.

«Με αγχώνει και με προβληματίζει βεβαίως η κατάσταση, τη βλέπω όμως και ως ευκαιρία   να  αναπηδήσουν  πολλές  δημιουργικές   δυνάμεις   που   για   χρόνια κρατούσαμε   καθηλωμένες   μέσα   μας,   ευχαριστημένοι   ίσως   από   την επίπλαστη ευμάρεια που  απολαμβάναμε.  Το  λέω γιατί  βλέπω πολλούς, και  ειδικότερα νέα παιδιά, που, αντί να μεμψιμοιρούν για την ανέχεια, κάνουν πράξη ιδέες που έχουν, και βρίσκουν έτσι τρόπους διαφυγής από το τέλμα. Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας θα έλεγα πως έχω τη δυνατότητα να εγκαταλείψω την Αθήνα και να   εγκατασταθώ   στην   Καλαμάτα,   τη   γενέτειρά   μου,   μα   δεν   το   κάνω   γιατί, τριανταπέντε  χρόνια τώρα, έχω αγαπήσει πολύ την πρωτεύουσα. Αναμφίβολα η διαβίωση εδώ παρουσιάζει ποικίλα προβλήματα, η «διαμαντόπετρα» όμως «στης γης το δαχτυλίδι» προσφέρει και πολιτισμό, έχει αστείρευτη ομορφιά –φτάνει να ξέρει κανείς πού να κοιτάξει. Ωστόσο δε λέω μεγάλα λόγια και τίποτα δεν αποκλείω στο μέλλον, έχοντας πάντα κατά νου τη ρήση του Καζαντζάκη: «Η καρδιά ξέρει πολύ καλά, κι ας κάνει πολλές φορές πως το ξεχνάει, πως έχει να δώσει λόγο στα πατρικά χώματα…

 

Η κοινωνία μας έχει γίνει, εδώ και πολλά χρόνια, πολυπολιτισμική, οπότε το να μάθει ένα παιδί να πλησιάζει, να γνωρίζει –και να εκτιμάει, θα πρόσθετα εγώ- το διαφορετικό, συνιστά πλέον σπουδαίο ζητούμενο για το σχολείο και την οικογένεια. Η νέα πραγματικότητα το φέρνει εξ απαλών ονύχων, καθημερινά σχεδόν, σε επαφή με το «διαφορετικό», γι’ αυτό θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό να μπορέσουν τα παιδιά από μικρά να συνειδητοποιήσουν πως η ομορφιά δε βρίσκεται στην ομοιομορφία, πως μπορεί οι άνθρωποι να μη μοιάζουμε σε χρώμα, σε κουλτούρα ή ικανότητες, όλοι όμως έχουμε τις ίδιες ανάγκες –απαραίτητες για την επιβίωση και την ποιότητα της ζωής μας. Η έννοια του «διαφορετικού» έχει αναμφισβήτητα λάβει τα τελευταία χρόνια   και   άλλες   προεκτάσεις, ωστόσο ο πυρήνας αυτού που πρέπει να συνειδητοποιήσουν τα παιδιά είναι πως ο καθένας έχει προτερήματα, ο καθένας μπορεί   να   μάθει, να κάνει και να προσφέρει με τον δικό του τρόπο…

 

Όσον αφορά τον Φλεβάρη, έξω από το παράθυρο του δωματίου μου στο πατρικό υπήρχε μια βερικοκιά. Το καλοκαίρι άπλωνα το χέρι και άγγιζα τη φυλλωσιά της, το φθινόπωρο μελαγχολούσα βλέποντάς της να φυλλορροεί, τον χειμώνα θαύμαζα τις αντοχές της στους βοριάδες μα   και   την   τόλμη της να ανθίζει τον τελευταίο μήνα του, την άνοιξη θαύμαζα το ράψιμο της καινούρια φορεσιάς της. Τούτος λοιπόν ο «Μικρομήνας», ο «Λειψός», ο «Κουτσουρεμένος» με τα ανθισμένα καρποφόρα δέντρα του, κυρίως τις αμυγδαλιές, μας φέρνει μήνυμα αισιοδοξίας πως θα έρθουν μέρες πιο φωτεινές,  μας δίνει την ευκαιρία να ξεφύγουμε από την πραγματικότητα με τα αποκριάτικα ξεφαντώματα και γίνεται αφορμή να σκεφτούμε πως κάπου του μοιάζουμε, αφού η προσωπικότητα του καθενός διαθέτει πολλές πτυχές και αντίστοιχες ομορφιές. Αρκεί, να ψάξουμε λιγάκι μέσα μας για να τις ανακαλύψουμε…»

 

 

Αφήνοντας πίσω μου την πόρτα των εκδόσεων Σαββάλας και τους υπέροχους ανθρώπους που συνάντησα εκεί,  κάπου στη μέση του Φλεβάρη, ξέρω πως όσο υπάρχουν γονείς, εκπαιδευτικοί και συγγραφείς με τέτοιες ευαισθησίες, το μέλλον αυτής της χώρας συνεχίζει να έχει ακόμα πολλές αποχρώσεις και αρώματα της άνοιξης.

Ευτυχώς..