Επιφανής στοχαστής και ακούραστος σκαπανέας της γνώσης, ο Φρίντριχ Νίτσε υπήρξε ένα ανήσυχο πνεύμα και μια προσωπικότητα όπως λίγες. Αναζητώντας ενδελεχώς τις αλήθειες μέσα από την πνευματική του εξερεύνηση και την ατελείωτη μελέτη των Αρχαίων Ελλήνων δεν έπαψε να αμφισβητεί την εποχή του και να ανατρέχει στο παρελθόν για να βασίσει τις θεωρίες του. Αν δεν είχε καταρρεύσει πνευματικά θα είχε αφήσει ως παρακαταθήκη πολύ περισσότερα από τα τόσα γραπτά που μας άφησε. Ωστόσο, με τα «αν» δεν γράφεται η ιστορία· ο Νίτσε εντρύφησε στη διδασκαλία και στα κείμενα των σοφών και εμείς είμαστε ευγνώμονες για το κληροδότημα αυτό. Χάρη στον Βασίλειο Π. Βερτουδάκη και τη δική του καταβύθιση στο έργο του Νίτσε, σε αυτή την έκδοση έχουμε τη δυνατότητα να αντλήσουμε πολλά συμπεράσματα σχετικά με τις θέσεις του οικουμενικού Νίτσε.

Με μοχλό την πνευματική ανύψωση της ψυχής του οδηγεί τον σύγχρονο άνθρωπο που επιθυμεί να γνωρίσει

Ο εξαιρετικός μεταφραστής και επιμελητής της έκδοσης Βασίλειος Π. Βερτουδάκης γράφει στα επιλεγόμενα σχόλιά του σχετικά με το έργο του Νίτσε και την σπουδή του, τόσο επί της φιλολογίας όσο και επί της φιλοσοφίας, που ουσιαστικά στον Νίτσε είναι ένα και το αυτό: «Κατανόηση της Αρχαιότητας και κριτική της Νεωτερικότητας παραμένουν αδιαχώριστα αιτήματα στη σκέψη του Νίτσε ως το τέλος του συνειδητού βίου του. Η Φιλολογία δεν είναι απλώς η επιστήμη που σπούδασε στα νιάτα του αλλά ερμηνευτικός μοχλός όλης της δικής του κοσμοθεώρησης και πολιτισμικής κριτικής. Δεν εγκατέλειψε τη Φιλολογία για να μεταστραφεί στη Φιλοσοφία – η φιλοσοφία του ήταν εξέλιξη της φιλολογίας του». Και πράγματι μέσα από τις θέσεις του Νίτσε που παρουσιάζονται εδώ και πηγάζουν από τα περίφημα κείμενά του, ο Νίτσε ασκεί κριτική στους σύγχρονούς του και εξάγει τα δικά του προσωπικά συμπεράσματα.

Αυτό που έχει σημασία για τον Νίτσε είναι η εις βάθος μελέτη των κειμένων των Αρχαίων με μέθοδο και χωρίς βιασύνη αλλά με διάθεση τα κείμενα να γίνουν, όσο είναι δυνατόν, βίωμα και κτήμα από τον σύγχρονο άνθρωπο. Γιατί ένα κείμενο που διαβάζεται γρήγορα δίχως ο αναγνώστης να κατανοεί και να επεξεργάζεται την πληροφορία ουσιαστικά δεν κερδίζει τίποτα, αυτή η αξία ισχύει εις το διηνεκές. Ειδικά, στους σημερινούς καιρούς της ταχύτητας της πληροφορίας το μήνυμά του είναι επιτακτικό εκτός από επίκαιρο. Ο Νίτσε εξάλλου δεν μας έχει πει όλα όσα εμείς θεωρούμε για αυτόν· αναλύεται και θα αναλύεται συνεχώς ως ένας πεφωτισμένος φιλόσοφος και στοχαστής παντός καιρού με την ελπίδα μια μέρα να τον αποκρυπτογραφήσουμε. Έχει μελετήσει συγγραφείς όπως ο Όμηρος, ποιητές όπως ο Χαίλντερλιν και φιλοσόφους όπως ο Σοπενχάουερ, έχει ρίξει δίχτυα σε πολλά πεδία γνώσης και τα βιβλία του είναι αποτέλεσμα αυτών των πολυποίκιλων ανησυχιών του που τον διαπερνούν σαν ρεύμα.

Τα έργα του, τόσο τα πρώιμα όσο και τα ύστερα μα κυρίως αυτά της πνευματικής του κορύφωσης, παραμένουν ενεργά σαν τα ηφαίστεια που δεν παύουν να παρουσιάζουν δραστηριότητα χιλιετίες τώρα. Ο ίδιος παρομοιάζει τη φιλολογία ως μια έννοια που έρχεται να κατακλύσει τον κόσμο και να εμφανιστεί στους ανθρώπους με το ίδιο φως και την ελπίδα που οι Μούσες εμφανίζονταν στις πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας για να φωτίσουν τους κατοίκους και να σκορπίσουν κάθε δυνατή γνώση. Ο Νίτσε είναι πρωτοπόρος για την εποχή του και αυτό φαίνεται από τις ρηξικέλευθες ιδέες των ρήσεων και των σκέψεών του. Αναζητά το παρελθόν με ζήλο και όχι με παρελθοντολαγνεία, ενώ επιτίθεται στους φιλόλογους της εποχής του με την κατηγορία πως δεν έχουν τίποτε νέο να προσφέρουν, γιατί το μόνο που πράττουν είναι να αναμασούν τα ίδια και τα ίδια.

Για τον Νίτσε τα κείμενα των Αρχαίων Ελλήνων είναι ζωντανά και σπαρταρούν αρκεί κάποιος νοήμων και σώφρων να τα αφομοιώσει και να παραδώσει το σώμα των νοημάτων τους. Τους εξυμνεί καταθέτοντας τα εξής: «Αυτοί οι Έλληνες ήταν επιφανειακοί – λόγω βάθους! Και μήπως σ’ αυτούς δεν επιστρέφουμε, εμείς οι τολμητίες του πνεύματος, που ανεβήκαμε στην ψηλότερη και πιο επικίνδυνη κορυφή της σύγχρονης σκέψης και κοιτάξαμε ολόγυρα από εκεί – εμείς που από εκεί κοιτάξαμε προς τα κάτω; Μήπως δεν είμαστε υπ’ αυτή την έννοια Έλληνες; Λάτρεις των μορφών, των ήχων, των λέξεων; Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο – καλλιτέχνες;». Ο Νίτσε δεν μένει μόνο στο γραπτό αλλά και στο θεατό, στο εξαίσιο και απτό αποτέλεσμα του αισθητικού αποτελέσματος μιας χρυσής εποχής που είναι ικανή να φωτίσει κάθε εποχή.

Τέτοιες εκδόσεις, όπως αυτή των εκδόσεων Περισπωμένη, είναι αναγκαίες και απαραίτητες σε μια εποχή κατά την οποία παρακμάζει η σκέψη και η παραγωγή ορθού λόγου και φωτισμένου πνεύματος. Ο Νίτσε σε αυτό είναι μέγας χορηγός και ανορθωτής, για αυτό και τα κείμενά του λάμπουν με τη φλόγα που καίει ακόμα και πάντα θα είναι αναμμένη. Και πάλι ο μεταφραστής αναφέρει και δίνει το δικό του στίγμα: «Οι απαιτήσεις που θέτει ο Νίτσε για να γίνει κάποιος φιλόλογος είναι πολύ αυστηρές: Η Φιλολογία πρέπει να είναι αίρεση βίου – όχι κατά μίμηση, όχι για ευκολία, όχι για απλό βιοπορισμό». Η αναγέννηση του ανθρώπου, του τότε όπως και του σημερινού, θα πραγματωθεί με οδηγό την γνώση και την εμπέδωση αυτής, όχι μέσω ενός άκρατου υλισμού που δεν οδηγεί πουθενά και σίγουρα δεν αποφέρει την ευκταία ευδαιμονία, την οποία όλοι έχουμε ανάγκη για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε.

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

“Μόνον εάν δώσουμε σ’ αυτά [στα έργα των Αρχαίων] την ψυχή μας, μπορούν να συνεχίζουν να ζουν: μόνο το δικό μας αίμα τα κάνει να μιλούν σε εμάς. Μια πραγματικά “ιστορική” παρουσίαση θα ήταν λόγος φαντασμάτων μπροστά σε φαντάσματα”.

“Επιστήμη, τέχνη και φιλοσοφία μεγαλώνουν τώρα μαζί τόσο πολύ μέσα μου ώστε οπωσδήποτε κάποτε θα γεννήσω κενταύρους”.

Διαβάστε επίσης:

Φρίντριχ Νίτσε – Για τη Φιλολογία: Θέσεις και Αφορισμοί του μεγάλου φιλόσοφου