Το ανά χείρας βιβλίο περιλαμβάνει την πρώτη -διεθνώς- σταχυολόγηση των θέσεων του Νίτσε για τη Φιλολογία (και τους θεράποντές της). Η Φιλολογία στην περίπτωση αυτή νοείται ως δυνατότητα και ως πραγματικότητα. Ενσωματώνονται δηλαδή οι θεωρητικές αρχές του Νίτσε για την επιστήμη -τη μοναδική επιστήμη- που σπούδασε αλλά και το πώς έβλεπε τη Φιλολογία και τους φιλολόγους του καιρού του. Η επιλογή των αποσπασμάτων και των αφορισμών έγινε από ένα μεγάλο εύρος έργων του που εκτείνεται σε όλη την παραγωγική εικοσαετία του: από μία επιστολή στον φίλο και συμφοιτητή του Πάουλ Ντόυσεν του 1868, όταν ο Νίτσε ήταν είκοσι τεσσάρων ετών, ως το Ecce homo του 1888, τελευταίας χρονιάς πριν από την πνευματική του κατάρρευση.

Κατανόηση της Αρχαιότητας και κριτική της Νεωτερικότητας παραμένουν αδιαχώριστα αιτήματα στη σκέψη του Νίτσε ως το τέλος του συνειδητού βίου του. Η Φιλολογία δεν είναι απλώς η επιστήμη που σπούδασε στα νιάτα του αλλά ερμηνευτικός μοχλός όλης της δικής του κοσμοθεώρησης και πολιτισμικής κριτικής. Δεν εγκατέλειψε τη Φιλολογία για να μεταστραφεί στη Φιλοσοφία – η φιλοσοφία του ήταν εξέλιξη της φιλολογίας του.

Φρίντριχ Νίτσε

Ο Φρίντριχ Νίτσε γεννήθηκε το 1844 στο Ρέκεν, κοντά στη Λειψία. Σε ηλικία πέντε ετών έχασε τον πατέρα του, προτεστάντη πάστορα. Έπειτα από λαμπρές σπουδές κλασικής φιλολογίας στη Βόννη και στη Λειψία, έγινε, σε ηλικία εικοσιπέντε ετών, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Εκείνη την εποχή γνώρισε το έργο του φιλόσοφου Σοπενάουερ και συνδέθηκε φιλικά με τον μουσικοσυνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ. Πολύ σύντομα ο Νίτσε θα χαράξει το δικό του δρόμο. Παραιτείται από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο, απομακρύνεται από τις θεωρίες του Σοπενάουερ και διακόπτει τη σχέση του με τον Βάγκνερ. Ζώντας περιπλανώμενη ζωή, σε μικρές πανσιόν της Ελβετίας, της Ιταλίας και της νότιας Γαλλίας, αφοσιώνεται στην κριτική της μεταφυσικής, της ηθικής, της θρησκείας και των άλλων πλευρών του δυτικού πολιτισμού γράφοντας ασταμάτητα. Έργα του η “Γέννηση της τραγωδίας” (1872), οι “Παράκαιροι στοχασμοί” (1873-1876), το “Ανθρώπινο, υπερβολικά ανθρώπινο” (1878-1879), η “Χαραυγή” (1881), η “Χαρούμενη γνώση” (1882), το “Πέρα από το καλό και το κακό” (1886), η “Γενεαλογία της ηθικής” (1887), το “Λυκόφως των ειδώλων” (1888), ο “Αντίχριστος” (1888), το “Ίδε ο άνθρωπος” (1888) και η ανολοκλήρωτη “Θέληση για δύναμη” (1883-1888). Ανάμεσά τους το κορυφαίο του, το “Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα” (1883-1885). Ο Νίτσε πέθανε το 1900, σε ηλικία πενήντα έξι ετών, αφού πέρασε τα δέκα τελευταία χρόνια της ζωής του έχοντας χαμένα τα λογικά του.