Περίληψη προηγουμένου «Άρση-Θέση» βρίσκεται στο κάτω μέρος του κειμένου.

Γιατί ένα καθόλα άξιο συγκρότημα το οποίο μάλιστα έχει στήσει όλη την πλατφόρμα που θεωρητικά  θα το βοηθήσει να αναπτυχθεί (συναυλιακή παρουσία, you tube, facebook, twitter και πολλά άλλα) δεν μπορεί να βρει δισκογραφική εταιρεία για την κυκλοφορία του ντεμπούτου άλμπουμ του;

Οι λόγοι είναι δύο:

1. Γιατί μπορεί να μην θέλει να βρει. Στο μυαλό ορισμένων (εκτιμώ λίγων) μουσικών της αγγλόφωνης σκηνής η οποιαδήποτε εταιρεία είναι ένα «κακό» πράγμα που θα επεμβαίνει στη μουσική του και επιπλέον θα προσπαθήσει να τους εκμεταλλευτεί. Το γιατί υπάρχει αυτή η αντίληψη είναι αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης που θα μας έβγαζε εκτός θέματος.

2. Ο υπάρχον αριθμός των δισκογραφικών στην Ελλάδα δεν επαρκεί για να απορροφήσει την υπερπροσφορά άξιων συγκροτημάτων και καλλιτεχνών της σύγχρονης ελληνικής σκηνής.  Είτε αυτά είναι αγγλόφωνα, είτε ανήκουν σε άλλα τμήματα της σκηνής. Ο εταιρικός χάρτης έχει αλλάξει διεθνώς. Το εταιρικό μοντέλο εδώ και χρόνια δεν περιλαμβάνει ένα γραφείο με πολυάριθμους υπάλληλους που εργάζονται 9 με 5. Ειδικά στην Ελλάδα το κάθε label προκειμένου να υπάρξει λειτουργεί με πατέντα. Δεν υπάρχει στάνταρ μοντέλο. Το οποίο (μεταξύ άλλων) σημαίνει ότι κάθε εταιρεία έχει τη δυνατότητα για συγκεκριμένο αριθμό κυκλοφοριών ανά περίοδο. Αν ξεπεράσει αυτόν τον αριθμό τότε δεν θα καταφέρει να κάνει σωστά τη δουλειά της και κατά μία έννοια θα γίνει μια «κακή» εταιρεία που απλά έβγαλε ακόμη ένα άλμπουμ και το άφησε στην τύχη του.

Παρατηρείται επομένως το εξής παράδοξο: Ένα πολύ καλό (και ήδη ηχογραφημένο άλμπουμ) να μην μπορεί να βρει δισκογραφική στέγη. Είτε γιατί δεν «χωράει» στο δεδομένο αριθμό κυκλοφοριών που μπορεί να αντέξει ένα label, είτε γιατί προκειμένου να «χωρέσει» θα πρέπει ο καλλιτέχνης να μπει επί μακρόν σε λίστα αναμονής, είτε γιατί δεν ταιριάζει σαν ύφος ή/και διάθεση με τις αναζητήσεις ενός label σε δεδομένη χρονική στιγμή, είτε (πολύ συχνά) εξαιτίας συνδυασμού κάποιων από τα παραπάνω.

Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο οι καλλιτέχνες αποφασίζουν να κυκλοφορήσουν το άλμπουμ μόνοι τους. Με τα γνωστά (βλ. προηγούμενο «Άρση – Θέση») αποτελέσματα.

Το πρόβλημα είναι ότι ο κάθε καλλιτέχνης/συγκρότημα κυκλοφορεί το άλμπουμ του ξεχωριστά. Είναι απορίας άξιο το πώς δεν δημιουργούνται εταιρείες από 3-4 διαφορετικά συγκροτήματα. Δεν είναι θέμα ανταγωνισμού μεταξύ τους. Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι σε μεγάλο βαθμό υπάρχει άμιλλα μεταξύ των συγκροτημάτων της σκηνής και όχι ανταγωνισμός. Είναι συχνές οι κοινές δράσεις συγκροτημάτων προκειμένου να στήσουν μία δυνατή συναυλία. Συχνά επίσης επικοινωνούν μεταξύ τους προκειμένου να ανταλλάξουν πληροφορίες που αφορούν π.χ. στα τεχνικά της κοπής του άλμπουμ τους. Αυτό το πνεύμα θα μπορούσε να επεκταθεί και να οδηγήσει στη σύσταση εταιρειών από τους ίδιους τους καλλιτέχνες.

Τα πλεονεκτήματα μιας εταιρείας / κολεκτίβας 3-4 συγκροτημάτων είναι πολλά. Το κάθε μέλος της εταιρείας θα μπορούσε να αναλάβει συγκεκριμένο τομέα δράσης ανάλογα με τις ικανότητες του και τα ενδιαφέροντα του. Κάποιος μπορεί να αναλάβει το κομμάτι της εύρεσης εργοστασίου για την κοπή. Άλλος μπορεί να αναλάβει να συγκεντρώσει τη λίστα επαφών για το προώθηση και την ίδια την προώθηση, άλλος να αναλάβει τις συνεννοήσεις που απαιτούνται για τη διανομή, ενώ κάποιος άλλος να αναλάβει να πάει ή στείλει τα άλμπουμ στα δισκοπωλεία. Άλλος μπορεί να αναλάβει την οργάνωση της πώλησης του merchandise στα live, άλλος τη δράση της εταιρείας στα social media κ.ο.κ. Επιπλέον είναι συχνό το φαινόμενο στις τάξεις των μελών ενός συγκροτήματος να υπάρχει γραφίστας, λογιστής ή και δικηγόρος ακόμη. Αυτοί είναι τομείς απαραίτητοι για τη λειτουργία μιας εταιρείας. Αλλά ακόμη κι αν δεν συμβαίνει αυτό είναι τελείως διαφορετικό να στηθεί μία δομή όπου κάθε μέλος της εταιρείας «τρέχει» ένα συγκεκριμένο τμήμα της δουλειάς αποκτώντας στην πορεία τεχνογνωσία και εμπειρία στο αντικείμενο και άλλο αυτό που συμβαίνει τώρα. Να αυτοσχεδιάζει δηλ. το κάθε συγκρότημα όπως μπορεί μόνο του, παλεύοντας με τις ελλείψεις που μοιραία έχει σε κάθε τομέα.

Η «ισχύς εν τη ενώσει» ίσως να μην ήταν ποτέ τόσο απαραίτητη όσο στις μέρες μας.

Το πιο βολικό μοντέλο εταιρείας για την περίσταση είναι αυτό της «Αστικής Καλλιτεχνικής Μη Κερδοσκοπικής» η οποία μπορεί να έχει εμπορικές συναλλαγές εφόσον αυτό έχει προβλεφθεί στο καταστατικό της. Δεν απαιτείται ενοικίαση χώρου για «έδρα» της εταιρείας καθώς αυτή επιτρέπεται να είναι η οικία ενός εκ των μελών. Δεν υπάρχει η υποχρέωση «αποθήκης» και μια σειρά ακόμη από πλεονεκτήματα. Η τήρηση λογιστηρίου για μία τέτοια εταιρεία είναι σχετικά απλή και αν δεν υπάρχει κάποιος λογιστής μέσα στα υπάρχοντα μέλη τότε μπορεί να αναλάβει το λογιστήριο κάποιο επαγγελματικό λογιστικό γραφείο με μηνιαία αμοιβή. Το μηνιαίο κόστος του λογιστηρίου δεν είναι καθόλου μεγάλο διαιρούμενο με τον αριθμό των 12 – 15 μελών της εταιρείας.

Ένα ζήτημα (βλ. κόστος) είναι ότι τα τελευταία λίγα χρόνια έχει μπει Τέλος Επιτηδεύματος στις εταιρείες (όπως άλλωστε και στους ελεύθερους επαγγελματίες) και έχει αυξηθεί η φορολογία (όπως άλλωστε σε όλους τους κλάδους). Και αυτό όμως είναι διαχειρίσιμο όταν στηθεί ένα κοινό ταμείο από όλα τα μέλη το οποίο και θα καλύπτει το τυχόν φορολογικό κόστος που πιθανόν να μην μπορεί να καλυφθεί από τα έσοδα της εταιρείας.

Ένα μεγάλο πλεονέκτημα όμως  είναι ότι τα συγκροτήματα ενώνουν τις επαφές τους καθώς και τις ιδέες τους. Και ένα ακόμη μεγαλύτερο ότι έχουν στα χέρια τους ένα label που εμφανίζεται προς τα έξω με συγκρότηση, πλάνο κυκλοφοριών, αισθητική – καλλιτεχνική άποψη και συνέχεια. Καλλιεργείται έτσι μια σχέση με τους ανθρώπους του μουσικού και πολιτιστικού χώρου και μία δεξαμενή από όπου ο κάθε δημοσιογράφος ή κριτικός ενδιαφέρεται εν δυνάμει να αντλήσει υλικό. Καλλιεργείται επίσης (μέσω του σταθερού newsfeed) και μία άλλου τύπου σχέση με το κοινό η οποία δρα προσθετικά στην ήδη υπάρχουσα σχέση που έχει κάθε συγκρότημα ξεχωριστά με το κοινό του.

Με τον καιρό η εταιρεία δημιουργεί «κατάλογο» και έτσι τα παλαιότερα άλμπουμ των συγκροτημάτων έχουν μία καλύτερη ευκαιρία να μείνουν ζωντανά Το καλλιτεχνικό δυναμικό της εταιρείας μπορεί σταδιακά να εμπλουτίζεται και με τα side – projects των ήδη υπαρχόντων μελών ή / και (σταδιακά επίσης) να ενταχθούν και άλλα συγκροτήματα στο δυναμικό της που δεν συμμετείχαν στην αρχική σύσταση της εταιρείας.

Θα μπορούσα να γράφω ώρες για αυτό καθώς υπάρχουν και άλλες παράμετροι αλλά εκτιμώ ότι η βασική ιδέα εκτέθηκε με σαφήνεια.

Τα τελευταία χρόνια έχω – με διάφορες αφορμές – περιστασιακά εκθέσει αυτήν την άποψη τόσο σε κατ’ιδίαν συζητήσεις όσο και σε προσωπική αλληλογραφία με μέλη συγκροτημάτων. Η απάντηση που αρκετά συχνά παίρνω είναι ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι «θα κάνουμε λιγότερες πρόβες», «θα γράφουμε λιγότερα τραγούδια». Δεν το αμφισβητώ αυτό. Είναι το τίμημα που φαίνεται να χρειάζεται να πληρώσει κανείς προκειμένου να μπορεί να συνεχίσει να κάνει πρόβες και να συνεχίσει να γράφει τραγούδια εν γένει. Και κυρίως για να μπορεί να κυκλοφορεί αυτά τα τραγούδια με τρόπο τέτοιο που να έχουν μια ευκαιρία να αντέξουν στον χρόνο, να βρεθούν σε διάδραση με την κοινωνία και να μην κυκλοφορούν απλά και μόνο για να λέμε ότι κυκλοφορήσαν.

Από την άλλη πάλι αρχίζω να σκέφτομαι ότι αυτό το τίμημα ενδεχόμενα να χρειάζεται να το πληρώσει κανείς μόνο για τα δυο πρώτα χρόνια της εταιρείας.

Μικρό τίμημα αν σκεφτεί κανείς τους καρπούς από το δέντρο του μέλλοντος.

 

υ.γ. η πρόταση για σύσταση καλλιτεχνικών εταιρειών  απευθύνεται κυρίως στα αγγλόφωνα συγκροτήματα για τον λόγο ότι τα τελευταία αρκετά χρόνια είναι και τα περισσότερα σε αριθμό μέσα στις τάξεις της σύγχρονης ελληνικής σκηνής και άρα έχουν πρακτικά περισσότερες πιθανότητες να βρεθούν χωρίς δισκογραφική στέγη. Επιπλέον για λόγους που θα μου έπαιρνε πολύ χρόνο για να αναπτύξω και που θα κατέληγαν να με βγάλουν εκτός θέματος οι καλλιτέχνες π.χ. της χιπ-χοπ ή της jazz σκηνής θεωρώ ότι έχουν συγκριτικά αρκετά λιγότερους λόγους για να εμπλακούν σε ένα τέτοιο εγχείρημα. Όσον αφορά στο επίσης μεγάλο κομμάτι των καλλιτεχνών της ελληνόφωνης σκηνής τα πράγματα είναι κάπως πιο διφορούμενα. Το αν θα είχε νόημα να εμπλακεί κανείς σε ένα τέτοιο εγχείρημα εξαρτάται κατά τη γνώμη μου  από τόσες πολλές παραμέτρους που δεν βλέπω τον τρόπο να μπορεί να κωδικοποιηθεί σε ένα πρότυπο. Οπωσδήποτε όμως θα ήταν μια λύση για αρκετούς από όσους δραστηριοποιούνται και  σε αυτό το κομμάτι της σκηνής.  

 

Περίληψη προηγουμένου: Στο προηγούμενο «Άρση – Θέση» έγινε περιγραφή της πορείας ενός τυπικού αγγλόφωνου συγκροτήματος της σύγχρονης ελληνικής σκηνής από την στιγμή που αποφασίζει να κυκλοφορήσει το ντεμπούτο άλμπουμ του με δικές του δυνάμεις (χωρίς να έχει ενταχθεί στο δυναμικό μιας δισκογραφικής εταιρείας)  μέχρι την σχεδόν αναπόφευκτη (;)  διάλυση του λίγο πριν ή λίγο μετά την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ του.

 

Έγινε λόγος για την επαγγελματική αφοσίωση με την οποία το συγκρότημα χρησιμοποιεί όλα τα υπάρχοντα εργαλεία για να στήσει ένα σκηνικό το οποίο να μπορεί να λειτουργήσει σαν πλατφόρμα ώθησης προκειμένου να μπορέσει να δημιουργήσει μία πορεία σε βάθος χρόνου και καταδείχθηκε συνοπτικά το πως η έλλειψη δισκογραφικής εταιρείας αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη του.

 

Επισημάνθηκε επίσης ότι το συγκρότημα βρίσκεται σε ένα καλλιτεχνικό επίπεδο τέτοιο που του επιτρέπει να έχει σοβαρές αξιώσεις για μια δημιουργική πορεία μέσα στο χρόνο.

Όλο το κείμενο εδώ