Ο διάλογος των παραστατικών και εικαστικών τεχνών είναι το δομικό στοιχείο της όπερας. Η μουσική συναντά τον λόγο, ενώ το τραγούδι συνδιαλέγεται με τα εικαστικά και τον χορό.

Photo: Βαγγέλης Κύρης

Η όπερα

Ο διάλογος των παραστατικών και εικαστικών τεχνών είναι το δομικό στοιχείο της όπερας. Η μουσική συναντά τον λόγο, ενώ το τραγούδι συνδιαλέγεται με τα εικαστικά και τον χορό. Πρόκειται για μια μορφή υψηλής τέχνης και πνευματικής απόλαυσης. Το κοινό της όπερας στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερο απ’ όσο θα υπέθετε ίσως κανείς. Αυτό καταδεικνύεται από τις πολύ υψηλές πληρότητες μας στο θέατρο Ολύμπια, αλλά και στο Μέγαρο Μουσικής και κυρίως στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, όπου κάθε καλοκαίρι τις παραγωγές μας παρακολουθούν πάνω από 40.000 θεατές. Και παρά το γεγονός ότι η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει ένα δικό της φανατικό κοινό που τη στηρίζει και την παρακολουθεί χρόνια, καθημερινά ανακαλύπτουμε και στοχεύουμε στις τεράστιες προοπτικές που υπάρχουν για την περαιτέρω αύξησή του. Η σχέση των Ελλήνων με την όπερα μπορεί να μην είναι αυτονόητη, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με μεγάλη παράδοση στο είδος, ο χαμένος χρόνος όμως μπορεί να κερδηθεί μέσα από ένα άνοιγμα των ανθρώπων που την υπηρετούν, στην κοινωνία και την εκπαίδευση. Οι ενέργειες της Λυρικής προς αυτή την κατεύθυνση είναι εμπνευσμένες, πρωτότυπες και γνωρίζουν μεγάλη ανταπόκριση. Τα Εκπαιδευτικά μας Προγράμματα, οι Λυρικές μας Δράσεις σε απρόσμενους χώρους και η Όπερα της Βαλίτσας στοχεύουν στην επικοινωνία με ένα νέο κοινό και την ανανέωση της σχέσης με το παραδοσιακό κοινό της Λυρικής. Προς αυτή την κατεύθυνση, η επικείμενη μεταστέγασή μας στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος αποτελεί ευτυχή συγκυρία γιατί μας δίνει όραμα και προοπτική. Στόχος μας είναι να κάνουμε τη μετάβαση αυτή όσο το δυνατόν πιο ομαλά και να εγκαινιάσουμε μια νέα λαμπερή εποχή για το μοναδικό Ελληνικό Λυρικό θέατρο. Έως τότε προγραμματίζουμε το καλλιτεχνικό μας πρόγραμμα με υψηλού επιπέδου παραγωγές όπερας, οπερέτας και μπαλέτου, ενώ αναπτύσσουμε στρατηγικές συνεργασίες με θέατρα του εξωτερικού.

Συμφωνική μουσική

Το επίπεδο των Ελλήνων μουσικών στις κρατικές ορχήστρες είναι εξαιρετικά υψηλό. Πολλές φορές όμως το ταλέντο δεν εξελίσσεται όταν δεν υπάρχει οργάνωση και αφοσίωση. Οι ελληνικές ορχήστρες έχουν καταφέρει πολλά τα τελευταία χρόνια και η πορεία τους είναι διαρκώς ανοδική. Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, την οποία υπηρέτησα για επτά χρόνια, έχει εξελιχθεί σε μια ορχήστρα ευρωπαϊκού επιπέδου με εμφανίσεις σε σημαντικά ευρωπαϊκά θέατρα και υψηλής αισθητικής ηχογραφήσεις. Στις ευρωπαϊκές ορχήστρες με τις οποίες έχω συνεργαστεί και των οποίων θαυμάζω την οργάνωση, δεν είναι ο βαθμός ικανότητας που τις κάνει να ξεχωρίζουν αλλά οι αυτοπειθαρχία των ανθρώπων τους. Αυτή ήταν που με εντυπωσίασε περισσότερο τα χρόνια μου στο εξωτερικό. Ξεχωρίζω παράλληλα το γεγονός ότι οι μουσικοί που αποτελούν τις ευρωπαϊκές ορχήστρες, οι οποίοι προέρχονται από διαφορετικές χώρες και ποικίλες μουσικές παραδόσεις, προσφέρουν στον ήχο του συνόλου κάτι από την δική τους καλλιτεχνική υπόσταση, δημιουργώντας ένα πολύ ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Το σημαντικό στην μουσική είναι να μην υπάρχουν στεγανά, αλλά εμπνευσμένες και πιθανώς μη αναμενόμενες επιλογές. Ο ίδιος εκτός από την κλασική μουσική, αγαπώ την τζαζ αλλά και τη ρόκ. Εκτιμώ τις μουσικές που εκφράζουν επιθυμία να μιλήσουν και να περιγράψουν τον κόσμο γύρω τους. Αγαπημένα μου μουσικά έργα, μέσα στα χρόνια, παραμένουν τα: Οθέλλος του Βέρντι, Δεύτερη Συμφωνία του Ραχμάνινοφ, Τριστάνος και Ιζόλδη του Βάγκνερ, Δάφνης και Χλόη του Ραβέλ, Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Στραβίνσκι και η 5η συμφωνία του Σοστακόβιτς.

Info:

Ο Μύρων Μιχαηλίδης είναι ένας από τους σημαντικότερους και πλέον προικισμένους μαέστρους της νεότερης γενιάς. Έχει διευθύνει σημαντικές ορχήστρες στη Ελλάδα και την Ευρώπη, σε αίθουσες συναυλιών όπως οι: Βέρντι της Φλωρεντίας, Βέρντι του Μιλάνου, Smetana Hall στην Πράγα, Αtheneul στο Βουκουρέστι, Αίθουσα Συναυλιών Απαγορευμένης Πόλης στο Πεκίνο κ.α. Έχει συνεργασθεί με διάσημους καλλιτέχνες όπως οι Aldo Ciccolini, Shlomo Mintz, Salvatore Accardo κ.α. Από το 1999 έως το 2004 διατέλεσε μόνιμος αρχιμουσικός στην Όπερα της Ανατολικής Σαξονίας στη Γερμανία. Από το 2004 έως το 2011 διατέλεσε Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, ενώ από τον Ιανουάριο του 2011 είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.